Με ιδιαίτερη επιτυχία πραγματοποιήθηκε η Ημερίδα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών με θέμα: “Νεώτερες εξελίξεις της Συμφωνίας των Πρεσπών” το Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2018 στην Αίθουσα Διαλέξεων της Εταιρείας. Η Ημερίδα εντάσσεται στον κύκλο εκδηλώσεων του εορτασμού των 80 χρόνων από την ίδρυση της Εταιρείας και στον κύκλο μαθημάτων του Ανοικτού Πανεπιστημίου της 2018-2019.
Όπως δήλωσε ο Πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Δρ Βασίλειος Ν. Πάππας, “Η εκδήλωση ήταν αφιερωμένη στη Συμφωνία των Πρεσπών και στις νεώτερες εξελίξεις της και αποτέλεσε τη δεύτερη συστηματική προσπάθεια την οποία έχει αναλάβει η Ε.Μ.Σ. εδώ και έναν περίπου χρόνο, προκειμένου να ενημερώσει τους εταίρους, αλλά και όλους τους Έλληνες πολίτες, στο συγκεκριμένο ζήτημα. Η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, πιστή στην καταστατική της αρχή για την επιστημονική υπεράσπιση της Ελληνικότητας της Μακεδονίας και των Δικαίων της, στην ανάδειξη και την προβολή της μακραίωνης πολιτιστικής της κληρονομιάς, χωρίς άναρθρες κραυγές, με νηφαλιότητα, ψυχραιμία και σοβαρότητα δήλωσε την αντίθεσή της στα συμφωνηθέντα των Πρεσπών. Στην εκδήλωση κλήθηκαν να μιλήσουν διακεκριμένοι ειδικοί οι οποίοι ασχολούνται συστηματικά με την ιστορία, την πολιτική και την διπλωματία του Μακεδονικού Ζητήματος: Ο κ. Αλέξανδρος Μαλλιάς, πρέσβυς επί τιμή, ο κ. Άγγελος Συρίγος, Αν. Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ο κ. Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Αν. Καθηγητής Νεώτερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ”.
Ο πρέσβυς επί τιμή κ. Αλέξανδρος Π. Μαλλιάς, τόνισε ότι “το ορθόν θα ήταν να προσέλθουμε στις διαπραγματεύσεις με τα Σκόπια, έχοντας εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική στήριξη και συνοχή. Αντί αυτού, η κυβέρνησή μας προσπάθησε συστηματικά και μέσω του Μακεδονικού να πλήξει και την αντιπολίτευση. Συνειδητά ή ασυνείδητα υπονόμευσε τη μοναδική δυνατότητα που είχαμε, λόγω της εμφανούς πολιτικής αδυναμίας της άλλης πλευράς, να επιτύχουμε καλύτερο αποτέλεσμα.
Η πολιτική συνεννόηση είναι παράγων ισχύος. Κρίμα. Με την τακτική της η κυβέρνηση, δυστυχώς, αποδυνάμωσε τα θεμέλια και την κοινωνική και πολιτική αποδοχή της «δικής» της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Η θέση μου είναι σαφής, καθαρή και διατυπωμένη στο βιβλίο μου “Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία – Αυτοψία της Δύσκολης Συμφωνίας των Πρεσπών” (Εκδόσεις Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ) Η Συμφωνία των Πρεσπών, με τη σημερινή της τουλάχιστον μορφή, δεν είναι δυνατόν, και δεν πρέπει, να υποβληθεί προς κύρωση στη Βουλή των Ελλήνων. Αν έρθει, θα σημαίνει ότι η Ελλάδα, και μάλιστα η Κυβέρνηση που την υπέγραψε, αποδέχεται και συμφωνεί με την ερμηνεία που δίνει η γειτονική μας χώρα. Ανεξάρτητα από τις τροπολογίες του Συντάγματος της πΓΔΜ ορισμένες από τις οποίες είναι στη σωστή κατεύθυνση. Εν τούτοις, με ή χωρίς τις τροπολογίες, ο πρωθυπουργός της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονία κύριος Ζόραν Ζάεφ, δυστυχώς, δίνει τη δική του ενοχλητική ερμηνεία και διάσταση. Το έκανε ήδη στις 17 Ιουνίου στις Πρέσπες. Σταθερά την επαναλαμβάνει. Διότι τώρα, επιτέλους, το αντιλαμβάνονται όλοι. Δεν πρόκειται για συγκυριακό ή παροδικό φαινόμενο.
Σαν ένα πρώτο βήμα ας επιδιώξει τουλάχιστον η Κυβέρνησή μας να αποσπάσει με τη μορφή ενός Προσθέτου Πρωτοκόλλου με την εγγύηση και των Ηνωμένων Εθνών, ως αναπόσπαστου τμήματος της Συμφωνίας, την ερμηνεία που ήθελε η ίδια –η Ελληνική δηλαδή πλευρά– να δώσει. Μετά βλέπουμε ποιά θα είναι η τύχη της Συμφωνίας εντός της Βουλής. Με τη διγλωσσία και τη διπλή ερμηνεία που επιβάλλει και επιτρέπει στα ζητήματα της γλώσσας και της ιθαγένειας ή εθνικότητας η Συμφωνία των Πρεσπών ανοίγουμε μόνοι μας τον δρόμο για ένα δύσκολο αύριο στη νέα γενιά τόσο της Ελλάδος όσο και της γειτονικής μας χώρας. Αν επιλέξουμε τώρα να κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά βάζουμε μόνοι μας τα θεμέλια για το Μακεδονικό ζήτημα της επόμενης ημέρας που δείχνει να είναι τόσο κοντά στο χθες.
Αντί να ξεριζώσουμε οριστικά τα ζιζάνια του παρελθόντος, με τη σύγχυση όρων και εννοιών ενισχύεται όπως ήδη παρατηρείται αντί να περιοριστεί ο εθνικισμός.
Η νέα γενιά θα κληθεί να αντιμετωπίσει και τα άλυτα ζητήματα του νέου Μακεδονικού ζητήματος”.
Ο Άγγελος Συρίγος, Αν. Καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου και της Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο επεσήμανε τα ακόλουθα:
“Η συμφωνία των Πρεσπών γεννά αποτελέσματα ασχέτως ή μη της κυρώσεώς της από την ελληνική πλευρά. Τα αποτελέσματα αφορούν στην περίπου βεβαία ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Η συμφωνία δεν ορίζει ότι αυτή η διαδικασία θα ξεκινήσει μετά την κύρωση και από τις δύο πλευρές, όπως θα ήταν το λογικό. Σε περίπτωση που η ΠΓΔΜ προχωρήσει στις συνταγματικές τροποποιήσεις που έχει αναλάβει, το ΝΑΤΟ θα συντάξει το πρωτόκολλο εντάξεως. Εάν η Ελλάδα δεν κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, θα εξακολουθεί να βαρύνεται να κυρώσει το πρωτόκολλο εντάξεως.
Η εξέλιξη της καταστάσεως δεν ορίζεται πλέον από τα θέλω της ελληνικής πλευράς. Έχουμε διαχείριση σοβαρότατης κρίσεως και πρέπει να προσέξουμε να μετριάσουμε τις ζημιές. Εάν κυρωθεί η συμφωνία, βάσει του διεθνούς δικαίου, δεν χωρεί ακύρωσή της. Τυχόν καταγγελία της Συμφωνίας δεν απαλλάσσει την Ελλάδα από την αναγνώριση της «μακεδονικής γλώσσας» αλλά και της «μακεδονικής» ιθαγένειας στους πολίτες του γειτονικού κράτους. Μοναδική δυνατότητα είναι να εντοπίσει η Ελλάδα ότι υπάρχει ουσιώδης παραβίαση της Συνθήκης των Πρεσπών και βάσει αυτής να ζητήσει τη λήξη της. Τα νόμιμα περιθώρια μίας νέας κυβερνήσεως να απαλλαγεί από τους όρους της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι εξαιρετικά περιορισμένα, έως ασφυκτικά. Υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει μόνον μία διέξοδο: να μην κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών”.
Ο κ. Μιχαηλίδης, Αν. Καθηγητής Νεώτερης και Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ, στην εισήγησή του έκανε μια ιστορική αναδρομή στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας-ΠΓΔΜ τα τελευταία 27 χρόνια. Υποστήριξε ότι έως την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας η Ελλάδα προσέγγιζε το ζήτημα κατεξοχήν ως ζήτημα ασφαλείας. Μετά το 1995 το θέμα της ασφάλειας σταδιακά υποβαθμίστηκε και μετεξελίχθηκε σε σύγκρουση ταυτοτήτων. Η σύγκρουση ταυτοτήτων κάνει τα πράγματα πιο πολύπλοκα, αφού σχετίζεται με προσωπικές προσλήψεις και νοηματοδοτήσεις που χρειάζονται χρόνο για να οριοθετηθούν, έχει να κάνει με στερεότυπα και αντιλήψεις δεκαετιών που χρειάζονται μακροχρόνια συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών για να υπερκερασθούν, ενώ σχετίζεται με το εσωτερικό και διεθνές πολιτικό κλίμα.
Επικαλούμενος πρόσφατη επισήμανση του Αμερικανού πολιτικού αναλυτή Φράνσις Φουκουγιάμα, ο οποίος υποστήριξε ότι το ζήτημα των ταυτοτήτων ατόμων και συλλογικοτήτων θα αποτελέσει ένα από πιο οξυμένα προβλήματα του 20ου αιώνα, ο κ. Μιχαηλίδης κατέληξε ότι με βάση αυτά τα δεδομένα και ανεξαρτήτως της τύχης της Συμφωνίας των Πρεσπών στα Κοινοβούλια των δύο χωρών, το Μακεδονικό Ζήτημα θα εξακολουθήσει να μας απασχολεί για πολλά ακόμη χρόνια και γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι.
Μετά το πέρας των εισηγήσεων ακολούθησε εκτενής συζήτηση όπου απαντήθηκαν διεξοδικά όλα τα ερωτήματα που ετέθησαν από το εκλεκτό και πυκνό ακροατήριο.