Η ποντιακή γλώσσα είναι η αρχαιότερη ζωντανή διάλεκτος του κόσμου.
Για τον λόγο αυτό είναι ασέβεια και ασέλγεια να κακοποιείται και να παραχαράσσεται.
Κάθε λέξη και συλλαβή πρέπει να μπαίνει στην κατάλληλη θέση , για να μπορεί να αποδίδει τα βαθύτερα και ακριβέστερα νοήματα της γλώσσας.
Είναι ίσως η πιο κωδικοποιημένη και ακριβέστερη γλώσσα, που θα έπρεπε να μελετάται από τις γλωσσολογικές έδρες όλων των πανεπιστημίων του κόσμου.
Η προσπάθεια κάποιων να γράψουν ποντιακά τραγούδια μεταφράζοντας στα ποντιακά νεοελληνικά δίστιχα αντιστοιχεί με την πλήρη κακοποίηση της γλώσσας, γιατί ο εκφραστικός ποντιακός κώδικας είναι τελείως διαφορετικός από αυτόν της νεοελληνικής.
Για να δούμε σήμερα, πώς κωδικοποιείται γλωσσολογικά η έννοια του τσιγκούνη, κοινώς τσιφούτη:
Η αντίστοιχη λέξη του φειδωλός-τσιγκούνης –σπαγκοραμμένος είναι στα ποντιακά ο εγουευτέας.
Εγούεμαν= φειδώ -τσιγκουνιά.
Εγουεύω ή γουεύω = φείδομαι να δώσω κάτι . Υπάρχει η αντίστοιχη φράση: ( ντό πολλά εγουεύ.)
Τον τσιγκούνη τον έλεγαν και σπιχτόν ή σπιχτωτόνή σπιχτοχέρ’ = γλίστρος, φιλάργυρος.
Υπήρχε και η λέξη τσιφούτ’ς= παρονυμικό όνομα του εβραίου.
Εβραίος = ο τσιγκούνης . Υπάρχει η φράση : ( Χάσονατόν, τον εβραίον ), πολλά εβραίος έν.
Πώς εκφράζονταν και τι έλεγαν για τον τσιγκούνη:
Ας ατόν κορώνα ‘κι γαστρούται = για ανελέητασπαγκοραμμένο
Ας ατόνκερέτς ‘κι τρώς.. = για φιλάργυρο και άπληστο
Τον τετέν ατ’ πα ‘κι φάζ’ = για υπερβολικά τσιγκούνη
Έναν βούραν αλεύρια εφτωχόν ‘κι δί’= για ανάλγητα τσιγκούνης
Τον θεόν ατ’ πα ‘κι θυμιάζ’= για αθεόφοβα σπαγκοραμμένο.
Τον άγγελλονθυμίαμαν΄κιδί’= για τσιγκούνη και αχάριστου
Το σκατόν ατ’ πα ξεραίν’ και τρώει ατό. = για υπολογιστικά φιλάργυρο.
Φοάται να χέζ’ γιαμ πεινά. = για παθολογικά φιλάργυρο
Το χέρ’ ν ατ’ τρομάζ’ = αυτός, που φοβάται να δώσει.
Το χέρ’ν ατ’ κοντόνέν’= αυτός, που δεν απλώνει το χέρι να δώσει.
Τοχέρν ατ’ ‘ς σηντσόπεν‘κι βάλλ’ = αυτός, που περιμένει να πληρώσουν οι άλλοι.