- “Μια παράταση 2-3 ετών για τη μείωση των εκπομπών αερίων ρύπων θα μπορούσε να καταστήσει τα λιγνιτικά εργοστάσια βιώσιμα για 2-3 χρόνια, για να διευκολυνθούμε σε μια πραγματικά δίκαιη μετάβαση. Η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να προβάλλει μια τέτοια αξίωση”
Αίσθηση προκάλεσε σε όσους το παρακολούθησαν, τμήμα της ομιλίας του βουλευτή Χανίων της ΝΔ Μανούσου Βολουδάκη (και πρώην Υφυπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης) στη συζήτηση για το Σ/Ν για τον Εκσυγχρονισμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, την Τρίτη 5 Μαΐου στη Βουλή. Η τοποθέτηση του κ. Βολουδάκη δεν πέρασε απαρατήρητη.
O Βουλευτής της ΝΔ, υποστήριξε επί της αρχής το Νομοσχέδιο και συγκεκριμένα αναφέρθηκε στην απλούστευση και τον εκσυγχρονισμό των διαδικασιών περιβαλλοντικών παρεμβάσεων για την επίσπευση των επενδύσεων, και την προστασία του περιβάλλοντος. Έκανε όμως σαφή αναφορά σε ένα θέμα που αφορά άμεσα την περιοχή μας, και συγκεκριμένα στην ανάγκη παράτασης της εφαρμογής της ευρωπαϊκής συμφωνίας της Πράσινης Ενέργειας, την ανάγκη να μείνουν βιώσιμα τα ελληνικά λιγνιτικά εργοστάσια, και την ανάγκη για τροποποίηση των στόχων πολιτικής που είναι συμφωνημένοι με την ΕΕ λόγω της μεγάλης ύφεσης που προκαλεί ο κορωνοϊός στην οικονομία. Πρόσθεσε δε, τις χαμένες θέσεις εργασίας από την εξέλιξη της απολιγνιτοποίησης σε Κοζάνη, Φώρινα και Αρκαδία, οι οποίες όπως είπε θα είναι σαφώς περισσότερες από αυτές που αναλογούν στην Ελλάδα βάσει του ευρωπαϊκού σχεδιασμού.
Το κείμενο του επίμαχου τμήματος της ομιλίας του, έχει ως εξής:
“Οι συνθήκες άλλαξαν από τότε που συντάχθηκε το ΕΣΕΚ, και άλλαξαν
δραστικά. Αναφέρομαι στις οικονομικές συνέπειες που φέρνει η πανδημία. Η ύφεση
που έρχεται είναι σοβαρή. Ακόμα κι αν όπως λένε τα πολύ αισιόδοξα σενάρια, η
φετινή ύφεση αντιστραφεί απολύτως από την ανάπτυξη του χρόνου, θα μιλάμε
αθροιστικά για δυο χαμένα χρόνια στην πορεία ανάταξης της ελληνικής οικονομίας.
Δε θέλω καν να συζητήσω τι θα συμβεί αν υλοποιηθούν κάποια από τα απαισιόδοξα
σενάρια. Η ύφεση αυτή έρχεται ακριβώς τη στιγμή που η χώρα μας χρειαζόταν ένα
μπαράζ επενδύσεων, όχι στασιμότητα. Ο στρατηγικός μας σχεδιασμός για την
ενέργεια πρέπει να αλλάξει, για να λάβει υπ’ όψιν του τα δεδομένα αυτά, για να
απαντήσει στην προοπτική της ύφεσης που φέρνει η πανδημία. Η αλήθεια είναι ότι
αυτό προϋποθέτει και τροποποίηση των στόχων πολιτικής που είναι συμφωνημένοι με
την ΕΕ. Αντιλαμβάνομαι πλήρως την δυσκολία αυτού του εγχειρήματος. Όχι μόνο
γιατί η ΕΕ γενικότερα δύσκολα αλλάζει πολιτική, αλλά ιδιαίτερα γιατί η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κάποιες χώρες μέλη εκπέμπουν ήδη το μήνυμα ότι η Πράσινη
Συμφωνία δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά την επερχόμενη ύφεση. Το γεγονός ότι η
αντίθετη άποψη εμφανίζεται σήμερα πανίσχυρη, δεν σημαίνει ότι δεν θα διατυπώσω
τη θέση που θεωρώ σωστή για ένα ζήτημα τόσο κρίσιμο. Σε κάθε περίπτωση η
συζήτηση στην Ευρώπη για την πρόταση νόμου για το κλίμα που η ΕΕ φέρνει
σύντομα, μπορεί να αποτελέσει ένα όχημα για μια τέτοια τροποποίηση πολιτικής
είτε για το σύνολο της Ευρώπης, είτε για την πατρίδα μας στα πλαίσια πάντα της
ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Διαφορετικά είναι πιθανό τα γεγονότα να επιβάλλουν
αργότερα την αναθεώρηση, υπό δυσμενέστερες συνθήκες. Η αναθεώρηση του σχεδιασμού
μας πρέπει να γίνει για 2 λόγους. Ο πρώτος είναι ότι οι επενδύσεις πρέπει να
κατευθύνονται κατά το δυνατόν σε τομέις που έχουν πολλαπλασιαστικές επιδράσεις
στην οικονομία, σε αυτούς που δημιουργούν θέσεις εργασίας. η αλήθεια είναι ότι
οι ΑΠΕ δεν δημιουργούν πολλές θέσεις εργασίας παρά μόνο κατά την κατασκευή και
εγκατάσταση των μονάδων. Το εθνικό μας σχέδιο προβλέπει επενδύσεις 46 δις στον
τομέα αυτόν. Η ίδια η Κομισιόν εκτιμά ότι από τις επενδύσεις της Πράσινης
Συμφωνίας, θα δημιουργηθούν περίπου 1 εκατομμύριο θέσεις εργασίας σε όλη την ΕΕ
έως το 2030. Αν υποθέσουμε ότι κατανέμονται περίπου αναλογικά σε όλα τα
κράτη-μέλη, αυτό θα σημαίνει ότι για την πατρίδα μας, θα δημιουργηθούν 25.000
πρόσθετες θέσεις εργασίας μέχρι το 2030. Είναι ένα πολύ χαμηλό νούμερο, θα
έχουμε χάσει περισσότερες από τόσες θέσεις, από την απολιγνιτοποίηση σε Κοζάνη,
Φλώρινα και Αρκαδία ως το 2028. Προβλέπουμε βέβαια στο σχέδιο μας σε βάθος 25
ετών, 37.000 θέσεις εργασίας, αλλά δεν μπορούμε και να μη δούμε τι γίνεται τώρα
άμεσα. Είμαι βέβαιος ότι ο Κωστής ο Μουσουρούλης που έχει αναλάβει το
συντονισμό του σχεδίου για την Απολιγνιτοποίηση θα φέρει μια πολύ καλή πρόταση,
αλλά και αυτός δεν μπορεί να κάνει θαύματα”
Ο κ. Βολουδάκης, αναφέρθηκε επίσης στο κόστος της Ενέργειας, (το οποίο όπως
είπε είναι 50% πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ στην αγορά της χονδρικής) και
συγκεκριμένα στο κόστος της ενέργειας από ΑΠΕ, στο πλαίσιο της ανάγκης για
φθηνή ενέργεια από τις παραγωγικές δυνάμεις (βιομηχανίες και άλλες) της χώρας,
καταλήγοντας στην ανάγκη να καταστούν βιώσιμες οι λιγνιτικές μονάδες: “Μια
παράταση 2-3 ετών – για πολλούς θα μπορούσε να ακούγεται σαν ανάθεμα – για την
επίτευξη των στόχων της μείωσης των εκπομπών αερίων ρύπων με παράλληλη μείωση
του κόστους των ρύπων, που θα μπορούσε να γίνει με περιορισμό της παρακράτησης
των δικαιωμάτων εκπομπής που κάνει η Επιτροπή κάθε χρόνο. Ας μη ξεχνάμε πως η
ύφεση φέρνει μια μείωση των ρύπων έτσι κι αλλιώς. Σε 8% υπολογίζεται μέχρι
τώρα, που αυτό είναι πολύ περισσότερο από ότι μπορεί να κάνει ο στρατηγικός
σχεδιασμός για την πράσινη ενέργεια. Μια τέτοια πολιτική θα μπορούσε να
καταστήσει τα λιγνιτικά εργοστάσια της ΔΕΗ βιώσιμα για 2-3 χρόνια, για να
διευκολυνθούμε σε μια πραγματικά δίκαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή. Γιατί
πρέπει βέβαια να διατηρηθεί ο στόχος της κατάργησης του λιγνίτη έστω και με μια
μικρή καθυστέρηση. Η σημερινή κυβέρνηση έχει δείξει τόση σοβαρότητα και
συνέπεια στη διεθνή σκηνή ώστε μπορεί να προβάλλει μια τέτοια αξίωση χωρίς να
μειώσει στο ελάχιστο το πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο της αξιοπιστίας της”