Καιρός που είναι, σκέφτηκα να γράψω το παρόν με αφορμή την θλιβερή επέτειο. Παρά τα τραγελαφικά που ζούμε και ζούσαμε, δεν θα ήθελα να χαρακτηρίσω την σημερινή ελληνική δημοκρατία ως δικτατορία, ούτε το τότε καθεστώς ως μη χείρον βέλτιστο. Ειδικά για όσους ζούνε το σήμερα της απόλυτης ασυδοσίας στην καθημερινότητα και στο διαδίκτυο, την εν γένει παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα, οι συγκρίσεις με το τότε, απλά δεν μπορούν να υπάρξουν. Έξω απ΄το χορό βέβαια, μπορούμε να λέμε πολλά τραγούδια. Βέβαια από την άλλη, πάντα τίθεται το ζήτημα της προσωπικής οπτικής και ανάγνωσης. Υπάρχει ο κόσμος ο μέγας, όπου π.χ. μια δικτατορία, οράται ως έχει, δηλαδή ως δικτατορία, ο ιστορικός κόσμος, όπου η ουσία κρίνεται πολύ περισσότερο από το αποτέλεσμα, παρά από το στρεβλό πολίτευμα, και ο κόσμος ο μικρός ο ατομικός, όπου μια δικτατορία κρίνεται, με βάση το αν πέρασε καλά ή όχι έκαστος τότε ή κρίνοντας ανεύθυνα, κάποιος που δεν την έχει ζήσει.
Τα χρόνια τα οποία ήρθαν μετά την δικτατορία, σαφώς και δεν ήταν δημοκρατίες. Όπως δεν ήταν σε μεγάλο βαθμό και αυτές οι οποίες προηγήθηκαν. Όλοι, σχεδόν, οι πολιτικοί φορείς που συμμετείχαν σε αυτό που λέμε «εκλογικός αγώνας», λειτούργησαν με την φιλοσοφία του νικητή ή του ηττημένου, κοινώς του εξατομικευμένου συμφέροντος. Οπότε δεν εγκαθίδρυσαν και ποτέ, μια ας πούμε δημοκρατία. Αρχή της δημοκρατίας, είναι οι πόλεις – κράτη, άρα δεν έχουμε εξαρχής δημοκρατία. Αλλά δεν έχουμε ούτε μια σύγχρονη κατ΄ ευφημισμόν «δημοκρατία». Αρχή μιας τέτοιας «δημοκρατίας» είναι το σύνταγμα. Όχι βέβαια η πλατεία, ούτε τα «κονέ» της «Μεγάλη Βρετανίας», αλλά αυτό το οποίο ψηφίζεται σε μέγαρα σαν και αυτό της Βουλής. Την οποία Βουλή, πλείστοι των Ελλήνων και μη, αντιλαμβάνονται, όπως ο Νέρων και μετα περιπαθών αγοραίων συναισθημάτων. Το Ελληνικό Σύνταγμα, όπως και οι ελληνικοί νόμοι, είναι γεμάτοι διατάξεις που αυτοαναιρούν τον συνταγματικό χαρακτήρα. Ο εκλογικός νόμος είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπου υπάρχει ενισχυμένη αναλογική. Άρα δεν υπάρχει ούτε αναλογική, ούτε ισονομία, κάτι που αντανακλάται στη σύνθεση των κοινοβουλίων και των συμβουλίων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Δεν έχουμε, λοιπόν, δημοκρατία, άρα πάμε στο ρωμαϊκό μοντέλο, όπου υπάρχει ένα κράτος, εκλογή αξιωματούχων, διορισμένων οφφικιούχων, αλλά και σεβασμός λειτουργίας επιμέρους κοινοβουλίων και εθών σεβαστών. Αυτό συνιστά σε γενικές γραμμές την ρεπούμπλικα. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουμε ασφυκτική εξάρτηση των τοπικών αυτοδιοικήσεων από το κράτος. Όταν είχαμε μόνο αιρετούς δημάρχους και κοινοτάρχες, υπήρχε η εξάρτηση από τη Νομαρχία. Όταν θεσπίστηκαν εκλογές για τις Νομαρχίες, ανακαλύφθηκαν οι διορισμένοι περιφερειάρχες. Όταν προχωρήσαμε σε περιφερειακές εκλογές, «βάρβαρος νομοθέτης» αυτή την φορά απέβη η αποκεντρωμένη διοίκηση. Κάθε φορά, βέβαια, μια τέτοια εξέλιξη, δημιουργούσε νέες λειτουργικές ανάγκες: κτίρια, υπαλλήλους, κ.τ.λ. εν ολίγοις φέσι στο δημοσιονομικό της χώρας. Όπως, όμως, θα έλεγαν και στην Εσπερία, but which of them gives a piece of shit for this debt? Επί του καβαφικότερου, πάντα αναρωτιόμασταν τι θα απογίνουμε χωρίς βαρβάρους, οπότε δημιουργούσαμε και ένα.
Η ισονομία στο εκλογικό σύστημα, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ανεύθυνης αντιμετώπισης των προβλημάτων εκάστου, ανάλογα με το αν ανήκει στη φιλοσοφία του ηττημένου ή του νικητή. Όσο είσαι κόμμα όχι εξουσίας, κόπτεσαι για τα δικαιώματα της …μωβ μύγας του διαπλανητικού νεφελώματος. Όταν πας να γίνεις εξουσία, εξαγγέλλεις πως λες ότι θα πρωτοτυπήσεις εφαρμόζοντας τις δεσμεύσεις σου. Όταν πλέον γίνεσαι εξουσία, η αναλογική είναι κάτι σαν πλατωνική ιδέα, της οποίας το εξασκηθέν ήθος του εκτύπου, έχει θαμπώσει την ανάμνηση του αρχετύπου.
Φυσικά κάθε παρέκκλιση, έως εκτροχιασμός από την γραμμή της ισονομίας, μεταβάλει σταδιακά, ακόμα και την αναφορά της λέξης «κράτος», σε νούμερο τυποποιημένης δελφιναριακής επιθεώρησης. Οπότε δικτατορίες, απριλιανές και σοβιετικές, αναλόγως των πολιτικών προτιμήσεών εκάστου, φαντάζουν ως χρυσό ησιόδειο γένος. Αν για ένα πράγμα φημίζονται οι δικτατορίες, είναι για το ότι ο φόβος φυλάει τα έρμα και άρα υπάρχει, στο βαθμό που υπάρχει, κράτος.
Η χώρα οδηγείται ακυβέρνητη εσωτερικά, αλλά χειραγωγούμενη εξωτερικά. Δομές δημόσιες αναφοράς, δεν μπορούν να προσλάβουν αναγκαίο προσωπικό. Ωστόσο το κράτος μπορεί να στηρίζει δικαστικές αποφάσεις καθαριστριών, οι οποίες μετατρέπονται, μαγικά, την επόμενη, σε διοικητικό προσωπικό δικαστηρίων. Αντέχουμε να διορίζουμε με καρανίκειο γνώμονα, καταργώντας και στην πράξη την αρχαιοελληνική αριστεία. Φυσικά δεν δημιούργησε η δευτερο-αριστερά αυτό το καθεστώς, παλαιότατο έθος ριψάσπιδων γαρ.
Το αστείο είναι, πως εκλέγουμε εκπροσώπους, οι οποίοι είναι τις περισσότερες φορές ανδρείκελα του κάθε πολιτικού παράγοντα. Έτσι οι διαδικασίες στο κοινοβούλιο, αλλά και στα εσωτερικά των κομμάτων, γίνονται υπό δαμόκλειο σπάθη. Κάθε φορά που διαγράφεται ένας αιρετός για δεν συνεμμορφώθην εις τας αρχηγικάς υποδείξεις, διαγράφεται. Κάθε φορά που γίνεται κάτι τέτοιο, πυροβολείται το οικοδόμημα της έρμης μας δημοκρατίας. Πολύ περισσότερο, αν δίνει, ήδη, δείγματα τέτοιας γραφής, αυτός ο οποίος δείχνει πως θα αναλάβει τα ηνία της. Στο μεταξύ στο Αιγαίο και στην Ειδομένη, ο ανεύθυνος διεθνισμός της καπιταλιστικής τσέπης, αλλά και ο εσωτερικός δυτικός και βαλκανικός εθνικισμός, δημιουργούν, ασταμάτητα, πρόβες στο θάνατο. Όπως λέει και ο Μάνος Ελευθερίου: Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο/ θερίζει την αυγή ωκεανούς (ή «θανατικό» το ίδιο κάνει). Και δυστυχώς, δεν βλέπω το έργο αυτό, να ρίχνει σύντομα αυλαία.
Γράφει ο Κόττης Κωνσταντίνος
konstantinosoa@yahoo.gr