Τουλάχιστον 3.000 – 4.000 εργάτες γης λείπουν από την εξίσωση, με κίνδυνο σημαντικές ποσότητες ροδάκινων να παραμείνουν στα δέντρα.
Το επόμενο 20ήμερο είναι κρίσιμο για τους ροδακινοπαραγωγούς της Κεντρικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα των νομών Ημαθίας και Πέλλας. Η ώρα της συγκομιδής έφτασε και θα διαρκέσει μέχρι τις 20 Αυγούστου, αλλά τα «χέρια» για το μάζεμα του καρπού δεν φτάνουν. Για την ακρίβεια, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον 3.000 – 4.000 εργάτες γης λείπουν από την εξίσωση, με κίνδυνο σημαντικές ποσότητες ροδάκινων να παραμείνουν στα δέντρα.
Ακόμη και οι ξένοι -κυρίως Αλβανοί και Βούλγαροι- που τα προηγούμενα χρόνια έδιναν στο πρόβλημα «μια κάποια λύση» φέτος είναι λιγότεροι, καθώς αναζητούν εργασία σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όπου οι αμοιβές είναι υψηλότερες και οι συνθήκες καλύτερες. Γι’ αυτό φέτος οι ενδιαφερόμενοι αναζητούν λύσεις ακόμη και στα hot spot, δηλαδή ανάμεσα στους πρόσφυγες και τους μετανάστες -Σύριους, Πακιστανούς, Ιρακινούς, Αφρικανούς- που έχουν εγκλωβιστεί στην Ελλάδα. Λύση που έχει προβλήματα, τα οποία σχετίζονται αφενός με τη νομιμότητα, καθώς το καθεστώς αυτών των ανθρώπων σε πολλές περιπτώσεις είναι ασαφές και αφετέρου με τη γνώση του αντικειμένου και το επίπεδο επικοινωνίας τους με την ελληνική πραγματικότητα. Η ίδια εικόνα της έλλειψης εργατικών χεριών ισχύει και στα κονσερβοποιία της περιοχής, από τα οποία λείπουν επίσης 3.000 – 4.000 εποχικοί εργάτες, απολύτως απαραίτητοι για την απαιτούμενη ένταση στην παραγωγή μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου. Όπως είναι φυσικό στην περιοχή επικρατεί αναστάτωση, καθώς βρισκόμαστε ενώπιον της καταγραφής διπλής ζημίας:
Πρώτον, για τους παραγωγούς, οι οποίοι σε μια καλή χρονιά όπως η φετινή κινδυνεύουν να εισπράξουν πολύ λιγότερα από αυτά που θα μπορούσαν. Ήδη η έλλειψη εργατών γης είχε ως αποτέλεσμα να μη γίνει σε πολλές περιπτώσεις η απαραίτητη αραίωση στα δέντρα, με αποτέλεσμα το μέγεθος και η ποιότητα των ροδάκινων να κινδυνεύει να απορριφθεί από τις μεταποιητικές μονάδες.
Δεύτερον, για τα κονσερβοποιία, που κινδυνεύουν να δουλέψουν με χαλαρούς ρυθμούς και μικρότερη παραγωγή. Τις μεταποιητικές μονάδες που περιμένουν την πρώτη ύλη για να φτιάξουν κομπόστες, προϊόν στο οποίο η χώρα μας πρωταγωνιστεί διεθνώς.
Τα προβλήματα στη συγκομιδή των ροδάκινων επισημαίνονται με έντονο τρόπο τα τελευταία χρόνια διότι στην Ελλάδα η εκτεταμένη κρίση έχει ως αποτέλεσμα υψηλή ανεργία, που είχε φτάσει κοντά στο 28% και σήμερα βρίσκεται πέριξ του 20%. Ποσοστά που είναι ακόμη υψηλότερα ανάμεσα στους νέους, όσους είναι μέχρι 30 ετών. Η περίπτωση δεν είναι η μοναδική –ανάλογα θέματα αναμένεται να υπάρξουν το φθινόπωρο στα μάζεμα της ελιάς-, αλλά είναι χαρακτηριστική. Με 25 ευρώ μεροκάματο, εργόσημο, στέγη και τροφή –δηλαδή ότι προβλέπει η ελληνική νομοθεσία- θα περίμενε κανείς από όσους βαστάνε οι δυνάμεις τους και δεν έχουν εργασία να αξιοποιήσουν την ευκαιρία. Ακόμη κι αν τα επαγγελματικά τους όνειρα είναι διαφορετικά –που προφανώς είναι- θα ήταν λογικό κάποιοι ανάμεσά μας χωρίς εισόδημα να δουλέψουν σε ότι τους προσφέρεται, χωρίς να σταματήσουν την αναζήτηση καλύτερης δουλειάς και χωρίς φυσικά να πάψουν να κυνηγούν τα όνειρά τους. Οι δικαιολογίες που ακούνε για τις αρνήσεις όσοι εκ των παραγωγών ή των συνεταιριστών της Κεντρικής Μακεδονίας αναζητούν εργατικά χέρια και απευθύνονται πρωτίστως στους νέους της περιοχής τους και της Θεσσαλονίκης, πολλοί εκ των οποίων ξημεροβραδιάζονται στα καφενεία, είναι τριών ειδών: Κάποιοι υποστηρίζουν ότι εάν εμφανιστούν ως εργαζόμενοι θα χάσουν κάποιο επίδομα ανεργίας ή αλληλεγγύης. Κάποιοι άλλοι προτάσσουν το είδος και την ποιότητα μιας χειρωνακτικής εργασίας μπροστά στις σπουδές και στα προσόντα τους. Και κάποιοι άλλοι –ίσως οι πιο κυνικοί- ομολογούν ότι βολεύονται από τα χαρτζιλίκι του μπαμπά ή του παππού, ενδεχομένως και κάποια μαύρα μεροκάματα σε καφέ, μπαρ, ταβέρνες και ουζερί.
Τα συγκεκριμένα φαινόμενα και οι δεδομένες συμπεριφορές δεν θα έπρεπε να αφορούν μια χώρα σε βαθιά οικονομική ύφεση και κοινωνική κρίση, η κοινωνία της οποίας θέλει πραγματικά να ανακάμψει. Προφανώς στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία ζούμε κάτι διαφορετικό! Το βέβαιον είναι ότι κάθε μέρα αποδεικνύεται πως το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας παραμένει πολιτικό, υπό την έννοια της κακής νοοτροπίας, την οποία οι επιεικείς χαρακτηρίζουν ελληνική ιδιοτυπία (!). Όσοι αντιλαμβάνονται διαυγέστερα τα πράγματα φεύγουν στο εξωτερικό προς αναζήτηση μιας καλύτερης μοίρας ή το παλεύουν στο εσωτερικό με όλες τους τις δυνάμεις, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Οι υπόλοιποι απλώς βουλιάζουν στη μιζέρια μιας καθημερινότητας. Ως δήθεν… ψαγμένοι υποστηρίζουν ότι «η ζωή πάει πάντα μπροστά», κάτι που ισχύει στον ιστορικό χρόνο που έχει διαφορετικές διαστάσεις, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο από χρόνο σε χρόνο και από δεκαετία σε δεκαετία. Έτσι σαν γνήσιοι μοιρολάτρες ανατολίτες αναμένουν μια ανώτερη δύναμη να διορθώσει τα πράγματα – φυσικά προς την κατεύθυνση που οι ίδιοι επιθυμούν.
ΥΓ. Πριν από τρία χρόνια μεγάλη κονσερβοποιία της Ημαθίας είχε υποβάλλει αιτήσεις για την εξεύρεση εργατών στους ΟΑΕΔ της Βέροιας, της Νάουσας και της Αλεξάνδρειας. Από τις τρεις αιτήσεις εμφανίστηκε μία υποψήφια εργάτρια, όχι για να δουλέψει, αλλά για να ζητήσει να την απορρίψουν, ώστε να μη χάσει τα «προνόμια» της μακροχρόνια άνεργης. Είχε, μάλιστα, προειδοποιήσει ενώπιον των στελεχών της μονάδας, ότι αν επέμεναν δεν θα ήταν επιμελής και θα δημιουργούσε ποιοτικά προβλήματα στην παραγωγή. Άσχετα εάν το εννοούσε ή αν το πρόβλημα της συγκεκριμένης άνεργης ήταν πραγματικό, από την ιστορία προκύπτουν χρήσιμα συμπεράσματα για τη λογική και τη νοοτροπία ορισμένων στην ελληνική κοινωνία, οι οποίοι προφανώς «βρίσκουν και κάνουν».
ΥΓ2. Το θέμα της εργασίας και της αμοιβής αναλύεται καθημερινά σε όλα τα σχετικά πανεπιστήμια του κόσμου και δοκιμάζεται στην πράξη –επίσης καθημερινά- σε όλες τις χώρες της Γης. Κοινή παραδοχή είναι ότι το είδος και η αμοιβή της εργασίας εξαρτώνται από τρεις παράγοντες: Τα προσόντα, την προσφορά και την κατάσταση της οικονομίας. Γι’ αυτό ένας γιατρός στην Ελλάδα αμείβεται λιγότερο από τον συνάδελφό του στην Ελβετία, αλλά περισσότερο από κάποιον γιατρό με ίδια προσόντα που εργάζεται στην Αίγυπτο. Και γι’ αυτό κάποτε οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα διορίζονταν στο δημόσιο σχολείο λίγους μήνες μετά την αποφοίτησή τους, ενώ σήμερα οι προσλήψεις δασκάλων και καθηγητών γίνονται με το σταγονόμετρο.
ΥΓ3. Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 είχε γίνει μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα για τη χρησιμότητα του επιδόματος ανεργίας. Ο προβληματισμός ήταν εάν θα έπρεπε να μετεξελιχθεί σε επίδομα εργασίας, κατά το πρότυπο άλλων χωρών της Ευρώπης. Δηλαδή για να το εισπράξει ο δικαιούχος θα έπρεπε να προσφέρει εργασία. Κάτι που σημαίνει ότι ο άνεργος θα ήταν υποχρεωμένος να αποδεχθεί εάν όχι την πρώτη και τη δεύτερη, σίγουρα την τρίτη δουλειά που θα του πρότεινε ο ΟΑΕΔ. Το σχέδιο δεν προχώρησε για προφανείς μικροκομματικούς λόγους, αφού για πολλούς Έλληνες –ανάμεσά τους και πολιτικά πρόσωπα, αλλά και κόμματα- η εργασία είναι αποκλειστικά πολιτικό μέγεθος και κοινωνική υποχρέωση, κάτι τελείως ξεκομμένο από το τι συμβαίνει στην πραγματική ζωή.
Πηγή: www.voria.gr