Η Λαϊκή Ενότητα πραγματοποιεί την Ιδρυτική Συνδιάσκεψή της στις 24-26 Ιούνη σε μια κρίσιμη συγκυρία. Τις προηγούμενες εβδομάδες περάσανε ορισμένα από τα πιο σκληρά και αντιλαϊκά μέτρα που έχει περάσει ποτέ κυβέρνηση μεταπολεμικά. Η «μεταρρύθμιση»-σφαγείο στο ασφαλιστικό για παράδειγμα, χαρακτηρίστηκε από τη βρετανική Guardian ως «η πιο νεοφιλελεύθερη παρέμβαση που έχει γίνει ποτέ στην Ευρώπη». Η δημόσια περιουσία στο σύνολό της παραχωρείται στα αρπαχτικά του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου για πολλές δεκαετίες. Ο «κόφτης» , ο μηχανισμός αυτόματων περικοπών που παρακάμπτει τη Βουλή, αφαιρεί και τον τελευταίο φερετζέ δημοκρατίας. Η προστασία της πρώτης κατοικίας καταργήθηκε. Αυτά και άλλα πολλά, όποιος δεν κατάλαβε τι σημαίνουν, σύντομα θα τα νιώσει πάνω στο πετσί του.
Αυτά προσπαθεί να εφαρμόσει η ελληνική άρχουσα τάξη, αξιοποιώντας μια κυβέρνηση που 1,5 χρόνο πριν εκλέχτηκε ως … «πρώτη φορά Αριστερά» και 9 μήνες πριν έταζε «παράλληλα προγράμματα».
Η δεξιά στην πράξη Κυβέρνηση που φτάνει να «γλείφει» τους εφοπλιστές, η δεξιότερη κοινοβουλευτική αντιπολίτευση (με την εξαίρεση του ΚΚΕ βεβαίως) και τα μεγάλα συμφέροντα εργάζονται από κοινού για να απαξιώσουν πλήρως την έννοια Αριστερά, να κάμψουν τη διάθεση του κόσμου να απαλλαγεί από τα μνημόνια και τη λιτότητα, να ανακόψουν τη δυναμική που εκφράστηκε τα προηγούμενα χρόνια, να εμπεδώσουν το δόγμα «Δεν υπάρχει εναλλακτική». Ο διακαής τους πόθος είναι (και το δηλώνουν ευθαρσώς και στελέχη της σημερινής κυβέρνησης) να καταργήσουν τη διαχωριστική «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» που γέννησε τη μεγάλη πολιτική κρίση μετά το 2010. Διαφωτιστική για τις προθέσεις τους είναι η φράση του …Αντώνη Σαμαρά: «Το ζήτημα είναι τι προτιμά ο λαός, μνημόνιο με την Αριστερά ή μνημόνιο με τη Δεξιά».
Προς στιγμήν, φαίνεται να διανύουμε μια περίοδο κινηματικής ύφεσης και απογοήτευσης του κόσμου. Κάποιοι μάλιστα βιάζονται να γενικεύσουν πως «ηττηθήκαμε».
Αυτό σημαίνει ότι «οι από πάνω» θα τα καταφέρουν;
Δεν είναι καθόλου σίγουρο.
Ο κόσμος έχει συσσωρεύσει απανωτές πικρές εμπειρίες και κανείς δεν ξέρει ποια είναι τα όρια οικονομικής αντοχής και πολιτικής ανοχής του, κανείς δεν ποντάρει με σιγουριά για το αν βρισκόμαστε απλώς στο τέλος μιας περιόδου αγώνων ή αν βρισκόμαστε πριν από ένα μεγαλύτερο κύκλο μαζικής αντίστασης. Η Γαλλία, με 3,5 μήνες μαζικών απεργιών, διαδηλώσεων και καταλήψεων, προειδοποιεί και γεννά πονοκεφάλους.
Πολύ περισσότερο, ο κόσμος της εργασίας στη συντριπτική του πλειοψηφία δε βλέπει «φως στο τούνελ» στο άμεσο μέλλον. Αντίθετα, βλέπει τη διεθνή κρίση να βαθαίνει και να αγκαλιάζει τόσο τη Δύση όσο και τις BRICS, βλέπει το ΣΕΒ και τους δανειστές να συνεχίζουν να ζητούν νέα μέτρα, όπως τις μειώσεις μισθών και την απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα. Καταλαβαίνει ότι τους επόμενους μήνες θα περάσουν νέα αντιλαϊκά μέτρα, από μια κυβέρνηση παραδομένη πλήρως στις ορέξεις του κεφαλαίου, υπό το μόνιμο εκβιασμό εκταμίευσης των «δόσεων». Αντιλαμβάνεται ότι η φτώχεια κι η ανεργία μεγαλώνουν. Αλλά ακόμα κι αν ήλπιζε η κυβέρνηση σε κάποια πιθανότητα «ανάπτυξης» μετά από 1, 2, 3 χρόνια, κανένας εργαζόμενος δεν θα μπορούσε να δεχτεί αυτή η ανάπτυξη να πραγματοποιηθεί πάνω στα κόκαλά του. Ο απλός κόσμος ενδιαφέρεται για το ψωμί και τη δουλειά του, όχι για κάποια, κάπως, κάπου, κάποτε «ανάπτυξη», για την οποία αξίζει να πεινάνε αυτός και τα παιδιά του. Η αστική αφήγηση λοιπόν διέρχεται μια άνευ προηγουμένου κρίση ηγεμονίας, αδυνατεί να πείσει τους «από κάτω» να εξακολουθήσουν κυβερνιούνται και να ξεζουμίζονται «όπως παλιά».
Κρίσιμη η ανασυγκρότηση, η συμπαράταξη κι η ριζοσπαστικοποίηση της Αριστεράς σε όλα τα επίπεδα
Αν και είναι αλήθεια ότι «η πραγματική αντιπολίτευση γίνεται στους δρόμους», είναι επίσης αλήθεια ότι η κοινωνική αντιπολίτευση βρίσκεται σε διαρκή αλληλεπίδραση με τα πολιτικά εργαλεία που διαθέτει, δηλαδή τις οργανώσεις και τα κόμματα των υποτελών τάξεων.
Παρά την απογοήτευση, δεν έχει πάψει η αναγκαιότητα για πολιτική ανατροπή. Δεν έχει εκλείψει η ανάγκη για πολιτικές δυνάμεις ικανές να προσδώσουν στην οργή τη μορφή της αντίστασης, της αλληλεγγύης, της ανυπακοής, να εμπνεύσουν τον κόσμο να διεκδικήσει, να προσανατολίσουν προς ένα κίνημα που θα διεκδικήσει την ανατροπή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και του μνημονιακού μπλοκ από τα αριστερά κι από τα κάτω. Αυτή η αναγκαιότητα τροφοδοτεί τις διεργασίες μέσα στην Αριστερά και μας υποχρεώνει να συνεχίσουμε, με αυξημένα πλέον καθήκοντα και μειωμένα περιθώρια αποτυχίας.
Μέσα και γύρω από το εγχείρημα της ΛΑΕ συσπειρώνονται σε μεγάλο βαθμό οι δυνάμεις κι οι ελπίδες για ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, και γι αυτό αυτή η Συνδιάσκεψή μας είναι μεγάλης σημασίας.
Δεν ισχυριζόμαστε ότι η ΛΑΕ δεν έχει αδυναμίες. Η ηγεσία και τα μέλη της έχουν να αναμετρηθούν με λογικές εκλογοκεντρισμού κι ανάθεσης, ιδιαίτερα καθώς εκλογές δε φαίνονται στον ορίζοντα και το βασικό καθήκον είναι η οργάνωση του αγώνα «από τα κάτω». Έχει υποτιμηθεί η ανάγκη να πειστεί ο κόσμος πολιτικά ότι υπάρχει εναλλακτική και να «εκπαιδευθεί» ξανά στις μικρές μάχες για να έρθουν οι μεγαλύτερες. Η δύσκολη αυτή και απαιτητική δουλειά τείνει να υποκατασταθεί –υποτίθεται για να «κόψουμε δρόμο» – από προσεγγίσεις απλοϊκές, αυταπάτες «αυτοματισμού» της αντίστασης και «πατριωτικά εγερτήρια» , από προσεγγίσεις που φετιχοποιούν το ρόλο του νομίσματος, που υπόρρητα υπόσχονται «ανάπτυξη με δραχμή». Τέτοιες αναλύσεις φαντάζουν απαρχαιωμένες, δυσκολεύονται να πείσουν , αποσυσπειρώνουν και αποπροσανατολίζουν τον κόσμο με τον οποίο δώσαμε μάχες τα προηγούμενα χρόνια, ενώ δυσκολεύουν και τη συμπαράταξη με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς.
Η ηγεσία κι η βάση της ΛΑΕ έχουν να κόψουν και τους τελευταίους ομφάλιους λώρους με το ΣΥΡΙΖΑ, όπως στην αυτοδιοίκηση και τα συνδικάτα. Να δώσουμε σαφή δείγματα ρήξης με την κομματική γραφειοκρατία και το «προεδροκεντρικό» μοντέλο, δίνοντας χώρο στη δημοκρατία στο εσωτερικό μας, στερώντας τη δυνατότητα ενός ή κάποιων «αρχηγών» να παίρνουν αυθαίρετες πρωτοβουλίες ή να εκφράζουν προσωπικές τους απόψεις ως απόψεις του συνόλου, δίχως να λογοδοτούν στις συλλογικές αποφάσεις και τα μέλη τους.
Για να συγκροτήσουμε έναν μετωπικό φορέα – επιτελείο και οργανωτή της λαϊκής αντίστασης, χρειάζεται να φτιάξουμε κι ένα πολιτικό εργαλείο αξιόπιστο, που θα εμπνέει τον κόσμο της αντίστασης ως «συλλογική ηγεσία» και θα αίρει τις –δικαιολογημένες- επιφυλάξεις μήπως πρόκειται για «μια από τα ίδια». Στόχο έχουμε να συγκροτήσουμε ένα πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο των λαϊκών τάξεων, ένα δικό μας «στρατό» δεκάδων χιλιάδων, εκατοντάδων χιλιάδων κι εκατομμυρίων ανθρώπων. Αυτή είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να απαιτήσει αλλά και να επιβάλει να ανατραπούν όλα τα μνημόνια, να αντιστραφεί η λιτότητα, να πληρώσει την κρίση το κεφάλαιο, να πάρουμε πίσω τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα που χάσαμε. Στόχο έχουμε να περιγράψουμε σωστά το «παλαιό» σύστημα και να το γκρεμίσουμε μέχρι να μη μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα, για να φτιάξουμε το καινούριο. Γι αυτή την αποστολή έχουμε να πείσουμε και με αυτό το στοίχημα έχουμε να αναμετρηθούμε εμείς, όπως κι όλη η Αριστερά.
Δύσκολη συγκυρία, βαρύ το κλίμα, μεγάλα τα καθήκοντα. Αλλά η επίθεση εις βάρος της κοινωνίας είναι τέτοια που δε μας επιτρέπει να το βάλουμε κάτω. Οι από πάνω μας ετοιμάζουν έναν κόσμο κι ένα μέλλον εργασιακό κολαστήριο, με εξαθλίωση, βαρβαρότητα, αυταρχισμό, κανιβαλισμό, φασισμό και πόλεμο. Θέλουν να μας γυρίσουν σε καταστάσεις που έζησαν οι άνθρωποι πριν το 19ο αιώνα. Θέλουν να βλέπουμε δίπλα μας το θάνατο και να προσπερνάμε σφυρίζοντας αδιάφορα. Ο αγώνας για την ανατροπή αυτής της ζοφερής προοπτικής αφορά εμάς και τις επόμενες γενιές, και θα τον δώσουμε με όλα μας τα «όπλα», πολιτικά και κοινωνικά. Θα προσπαθήσουμε τουλάχιστον.
Του Αλέξη Λιοσάτου, μέλους της ΛΑΕ ΠΕ Κοζάνης