Το πρόβλημα στελέχωσης των νοσοκομείων δε λύνεται με μετακινήσεις και αποσπάσεις των Γενικών Οικογενειακών Γιατρών με “εντέλλεσθαι”, με “ετσιθελικές συμπεριφορές”, με μπαλώματα και εφήμερες λύσεις”, τονίζει ο Σύλλογος Γενικών Οικογενειακών Ιατρών Δυτικής Μακεδονίας σε ανακοίνωσή του, με αφορμή τη νέα απόφαση της 3ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ) για την επιστράτευση 14 γενικών ιατρών από τα Κέντρα Υγείας για την κάλυψη των εφημεριακών αναγκών κλινικών του Μαμάτσειου και του Μποδοσάκειου νοσοκομείου.
Όπως δήλωσε μάλιστα στον «Π» ο πρόεδρος του Συλλόγου των Γενικών Γιατρών Δυτικής Μακεδονίας, Μανώλης Χατζημανώλης, «τέτοιες μεθοδεύσεις όχι μόνο δεν λύνουν το πρόβλημα στελέχωσης των νοσοκομείων, αλλά επιχειρούν να μετατοπίσουν στους γενικούς γιατρούς την ευθύνη για την υποστελέχωση των νοσοκομείων, και το κυριότερο οι πρακτικές αυτές δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα και στη λειτουργία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας καθώς την υποβαθμίζουν.»
Διαβάστε ολόκληρη την ανακοίνωση που εξέδωσε ο Σύλλογος Γενικών/Οικογενειακών Ιατρών Δυτικής Μακεδονίας:
Σύμφωνα με τη νομοθεσία ως πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας (ΠΦΥ) ορίζεται το γενικό σύστημα παροχής υπηρεσιών εξωνοσοκομειακής φροντίδας υγείας, που εξασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλου του πληθυσμού, σε ατομικό και οικογενειακό επίπεδο, στις υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Η ΠΦΥ περιλαμβάνει:
τις ιατρικές και νοσηλευτικές υπηρεσίες που έχουν ως σκοπό την πρόληψη και αποκατάσταση βλαβών της υγείας που δεν απαιτούν νοσηλεία σε νοσοκομείο
την εκτίμηση των αναγκών υγείας των πολιτών, το σχεδιασμό και την υλοποίηση μέτρων και προγραμμάτων για την πρόληψη νοσημάτων (προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου)
την επείγουσα προνοσοκομειακή παροχή υπηρεσιών υγείας
την παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας ψυχικής υγείας
την παραπομπή, παρακολούθηση και κατά περίπτωση συνδιαχείριση περιστατικών στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια φροντίδα
την παρακολούθηση και τη διαχείριση ασθενών με χρόνια νοσήματα
τις υπηρεσίες μετανοσοκομειακής και κατ’ οίκον φροντίδας υγείας και αποκατάστασης
τον οικογενειακό προγραμματισμό και τις υπηρεσίες μητέρας-παιδιού
την παροχή ανακουφιστικής και παρηγορητικής φροντίδας
τη διασύνδεση με υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας
την πρωτοβάθμια οδοντιατρική και ορθοδοντική φροντίδα με έμφαση στην πρόληψη
την υλοποίηση προγραμμάτων εμβολιασμού.
Για την παροχή αυτής της δέσμης των υπηρεσιών ΠΦΥ έχει καθιερωθεί ο θεσμός του Οικογενειακού Ιατρού, ο οποίος οφείλει να παρέχει τις ανωτέρω υπηρεσίες στις δημόσιες (ΠΕΔΥ, Κέντρα Υγείας, Περιφερειακά Ιατρεία κ.α.) και ιδιωτικές δομές ΠΦΥ αλλά και κατ’οίκον. Καθήκοντα Οικογενειακού Ιατρού μπορούν να ασκούν όλοι οι ιατροί με τίτλο ειδικότητας Γενικής Ιατρικής, Παθολογίας και Παιδιατρικής.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του υγειονομικού συστήματος κάθε προηγμένου κράτους (Η.Π.Α., Αυστραλία, Μ. Βρετανία, Σκανδιναβικές χώρες) όπου οι Γενικοί/Οικογενειακοί ιατροί κατέχουν εξέχουσα θέση και ρόλο για την ορθή λειτουργία του. Δυστυχώς, στην Ελλάδα η ΠΦΥ και ο θεσμός του Γενικού/Οικογενειακού ιατρού αν και διαχρονικά εξαγγέλλονται και παρουσιάζονται στα πολιτικά προγράμματα των εκάστοτε κυβερνήσεων, εντέλει, η δημιουργία και ενεργοποίηση τους παραμένει στα χαρτιά και αποτελεί ουτοπία, προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων. Ιστορικά, σε περιόδους χρηματοοικονομικής κρίσης η ΠΦΥ είναι αυτή που προωθείται και ενδυναμώνεται παγκοσμίως. Στην Ελλάδα παρουσιάζεται η παγκόσμια πρωτοτυπία η ΠΦΥ να αποδυναμώνεται με μετακινήσεις και αποσπάσεις προσωπικού προς τις δομές της δευτεροβάθμιας φροντίδας.
Με αφορμή τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο εξάμηνο στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, θεωρούμε πλέον υποχρέωση μας, ως Γενικοί Ιατροί-λειτουργοί της ΠΦΥ να ενημερώσουμε τους απλούς πολίτες για τις θέσεις μας. Κι αυτό γιατί φαίνεται να επικρατεί μια προπαγανδιστική πρακτική από διάφορους επώνυμους και μη και μια εκστρατεία λάσπης προς την ειδικότητα μας. Ειδικότερα, κατηγορούμαστε ως υπεύθυνοι για ένα ενδεχόμενο κλείσιμο του νομαρχιακού νοσοκομείου Κοζάνης. Αλήθεια, από πού προκύπτει ότι δυνητικά υπεύθυνοι για το ενδεχόμενο κλείσιμο μιας δευτεροβάθμιας μονάδας φροντίδας υγείας μπορεί να είναι οι λειτουργοί μιας άλλης βαθμίδας υγείας και ειδικότερα της πρωτοβάθμιας; Από πού αλήθεια προκύπτει ότι οι Γενικοί Ιατροί φταίνε για τις λανθασμένες πολιτικές και τον ανεπαρκή προγραμματισμό που ακολουθήθηκαν από αυτούς που ελάμβαναν τις αποφάσεις και οδήγησαν στη δραματική υποστελέχωση και τη σημερινή εικόνα διάλυσης του νοσοκομείου;
Η κατηγορία που μας βαραίνει είναι ότι φταίμε εμείς οι Γενικοί Ιατροί επειδή είμαστε ανεύθυνοι και αρνούμαστε να μετέχουμε στο πρόγραμμα εφημεριών του νοσοκομείου. Αλήθεια, αν αποδεχτούμε τη νομικά παράνομη εφημέρευση σε μη οργανωμένα τμήματα επειγόντων περιστατικών (βαφτίζονται και ως ΤΕΠ) του νοσοκομείου, καθώς αυτό αποτελεί σαφώς αντιποίηση ειδικότητας, θα λυθούν ως δια μαγείας τα τεράστια προβλήματα του νοσοκομείου; Στην Ελλάδα συνήθως βλέπουμε το δέντρο αλλά χάνουμε το δάσος. Το μεγάλο πρόβλημα των διοικούντων είναι να βγεί το πρόγραμμα των εφημεριών, να λειτουργήσει δηλαδή το υποτιθέμενο ΤΕΠ, και να μη χαλάσει η βιτρίνα του νοσοκομείου; Αλήθεια, αυτό είναι το πρόβλημα του νοσοκομείου, η κάλυψη των εφημεριών με οποιοδήποτε κόστος και οποιοδήποτε ιατρικό προσωπικό; Στην εποχή της εξειδίκευσης μας ενδιαφέρει μόνο η ύπαρξη λευκών ποδιών αρκεί να λειτουργήσουν τα κατ’ όνομα ΤΕΠ; Μας ενδιαφέρει μόνο η απλή διαχείριση των περιστατικών (από αγροτικούς, ειδικευόμενους-εκπαιδευόμενους και ιατρούς ειδικότητας άλλης βαθμίδας του υγειονομικού συστήματος) και όχι η εξειδικευμένη από το κατάλληλο σε κάθε περίπτωση προσωπικό; Πέραν τούτου είναι και παράνομη η εφημέρευση των αγροτικών και των ειδικευόμενων ιατρών εν τη απουσία ειδικού ιατρού στο ΤΕΠ, καθ’ ότι αυτοί είναι εκπαιδευόμενοι και θα έπρεπε να επιτηρούνται και να εκπαιδεύονται από τον ειδικό της αντίστοιχης ειδικότητας. Μετά αναρωτιόμαστε όλοι όμως για ποιο λόγο οι ειδικευόμενοι τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνιση.
Αν ερωτηθεί ο απλός πολίτης που θα φέρει το παιδί του για εξέταση στο νοσοκομείο, σίγουρα θα επέλεγε να το εξετάσει ο παιδίατρος. Αν ερωτηθεί ο πολίτης της κοινότητας για το ποιος θα ήθελε να τον παρακολουθεί και να τον φροντίζει για τα χρόνια νοσήματα του, σίγουρα θα επέλεγε «τον γιατρό του» και στην περίπτωση μας το Γενικό/Οικογενειακό γιατρό. Νοείται η λειτουργία δευτεροβάθμιου νοσοκομείου με έναν ή δύο ειδικούς σε κάθε τμήμα και τι να πρωτοπροσφέρουν αυτοί; Νοείται η λειτουργία δευτεροβάθμιου νοσοκομείου χωρίς τη λειτουργία εξωτερικού τακτικού παθολογικού ιατρείου με τη χρήση ραντεβού; Τελικά θα ασχοληθεί κανείς με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών; Ο απλός πολίτης αν ερωτηθεί σίγουρα θα επιλέξει μια ισχυρή και αξιοπρεπή τόσο πρωτοβάθμια όσο και δευτεροβάθμια φροντίδα, στελεχωμένες με τις κατάλληλες ειδικότητες σε κάθε επίπεδο.
Το πραγματικό πρόβλημα δε λύνεται με μετακινήσεις και αποσπάσεις προσωπικού, «εντέλλεσθαι», «ετσιθελικές συμπεριφορές», μπαλώματα και εφήμερες λύσεις. Για την ακρίβεια κανένα μείζον πρόβλημα δε λύθηκε ποτέ με τέτοιες πρακτικές, αντίθετα το ένα μπάλωμα θα φέρει το άλλο και η τρύπα συνεχώς θα μεγαλώνει, προκαλώντας ρωγμές και δυσλειτουργίες και σε άλλα σημεία του υγειονομικού συστήματος. Οι οριστικές λύσεις των προβλημάτων είναι γνωστές, αλλά δυστυχώς το πολιτικό κόστος που μπορούν να επιφέρουν μεγάλο. Τελικά ποιοι επωφελούνται από αυτή την κατάσταση; Η απάντηση και εδώ είναι προφανής και αυτή είναι τα ιδιωτικά συμφέροντα.
Για να επανέλθουμε όμως στα ζητήματα της πρωτοβάθμιας μιας και εκεί ανήκουμε και για αυτήν εκπαιδευτήκαμε να ασκήσουμε το ιατρικό λειτούργημα, αλήθεια ασχολήθηκε κανείς με τα διαχρονικά προβλήματα που τη μαστίζουν; Οι κυβερνώντες των εκάστοτε κυβερνήσεων ευαγγελίζονται τη δημιουργία μιας ισχυρής πρωτοβάθμιας που όμως κανένας ποτέ δεν τη βλέπει.
Με τις ελλείψεις σε βασικές ειδικότητες που θα έπρεπε ιδανικά να στελεχώνουν την ΠΦΥ θα ασχοληθεί κανείς (φυσικοθεραπευτές, μαίες, κοινωνικούς λειτουργούς, ομάδες ψυχικής υγείας);
Με την υποστελέχωση του προσωπικού όπως για παράδειγμα στο κέντρο υγείας Τσοτυλίου θα ασχοληθεί κανείς;
Με την παντελή έλλειψη προληπτικής οδοντιατρικής μετά την απομάκρυνση των οδοντιάτρων από τα κέντρα υγείας θα ασχοληθεί κανείς;
Με το ολοκαίνουργιο ακτινοδιαγνωστικό που σαπίζει στο κέντρο υγείας Σιάτιστας μετά την απομάκρυνση του τεχνολόγου προς το νοσοκομείο θα ασχοληθεί κανείς;
Με την έλλειψη μικροβιολογικού εργαστηρίου στο κέντρο υγείας Σιάτιστας, μετά τη μετακίνηση της τεχνολόγου στο νοσοκομείο Καστοριάς θα ασχοληθεί κανείς;
Με την έλλειψη παιδιάτρων στα κέντρα υγείας και την παντελή απουσία προληπτικής παιδιατρικής, μετά τις χωρίς τη θέληση τους, μετακινήσεις των παιδιάτρων στα νοσοκομεία και τον εξαναγκασμό σε παραίτηση της παιδιάτρου του Κ.Υ. Σιάτιστας, που επί χρόνια κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή του Βοΐου θα ασχοληθεί κανείς;
Με τα εμφράγματα και άλλες οξείς καταστάσεις που αναμένουν επί ώρες την έλευση ενός ασθενοφόρου στα κέντρα υγείας, ελλείψει επαρκούς αριθμού οδηγών, θα ασχοληθεί κανείς;
Η απάντηση στο ποιοι επωφελούνται από αυτή την κατάσταση είναι νομίζουμε πασιφανής. Είναι όμως τόσες πολλές οι ανεπάρκειες στην ΠΦΥ που θα μπορούσαμε να συζητάμε για ώρες, αλλά δυστυχώς η ΠΦΥ δεν αποτελεί τόσο όμορφη βιτρίνα όσο ένα νοσοκομείο. Παρόλα αυτά αν κάτι δουλεύει σωστά, αυτά είναι τα κέντρα υγείας και τα περιφερειακά ιατρεία, τα οποία τα τελευταία χρόνια με τη στελέχωση τους, με ειδικούς Γενικούς Ιατρούς έχουν συμβάλλει στην αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας των κατοίκων της περιφέρειας (κοινότητας) και όχι πάντα κάτω από τις ιδανικότερες συνθήκες. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τις χιλιομετρικές αποστάσεις που καλύπτουμε καθημερινά από την τσέπη μας, τα «ιατρεία-ψυγεία» ελλείψει θέρμανσης κατά τους χειμερινούς μήνες, τη «μοναξιά» που βιώνουμε στα περιφερειακά ιατρεία ελλείψει νοσηλευτικού και βοηθητικού προσωπικού και σε κάποιες περιπτώσεις τα ιατρεία χωρίς βασικές συνθήκες υγιεινής ακόμα και χωρίς τουαλέτα. Αν και εργασιακά καμένοι (burnout) όπως προκύπτει από μελέτες και στον Ελλαδικό χώρο, μαχόμαστε καθημερινά για την υγεία του πληθυσμού της κοινότητας, αψηφώντας τις όποιες αντιξοότητες. Αυτό το προσπερνάμε όμως γιατί λειτουργούμε αυτό για το οποίο ειδικευθήκαμε να κάνουμε, δηλαδή να υπηρετούμε την πρωτοβάθμια φροντίδα. Η πραγματική μας ανταμοιβή είναι το «ευχαριστώ» και το χαμόγελο του απλού πολίτη, του παππού και της γιαγιάς στο χωριό, της μητέρας που βοηθήσαμε το παιδί της.
Προφανώς δεν είμαστε οι τροχονόμοι που κάποιοι θέλουν να μας βαφτίζουν (εκτός και αν στη σύγχρονη εποχή, με ένα πιεσόμετρο, ένα στηθοσκόπιο και στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα καρδιογράφο που θα λειτουργεί, κάποιος μπορεί να κάνει θαύματα). Δεν είμαστε οι «αλκοολικοί» συνταγογράφοι που θέλουν να μας παρουσιάζουν κάποιοι (αν και η συνταγογράφηση αποτελεί ιατρική πράξη και κάποιος θα πρέπει να την κάνει κι αυτή), δεν είμαστε οι «λίγο από όλα», ούτε οι ανειδίκευτοι αλλά ούτε και τα «μπαλάκια» και η εύκολη λύση του καθενός, που πρέπει να τρέχουν από τη μια δομή στη άλλη για να καλύπτουν τις ανεπάρκειες του υγειονομικού μας συστήματος.
Σε όλα τα προηγμένα κράτη οι Γενικοί Ιατροί είναι οι ειδικοί που χαίρουν εκτίμησης και αποτελούν τα θεμέλια του κάθε υγειονομικού συστήματος, πλην της Ελλάδας, στην οποία εσκεμμένα και προς χάριν πολιτικών και ιδιωτικών συμφερόντων, βολεύει πολλούς η απαξίωση και η υποβάθμιση της ειδικότητας μας.
Φτάνει η απαξίωση, φτάνει η λάσπη, φτάνει η επιβάρυνση με ευθύνες που δε μας αναλογούν και με πεδία δράσης έξω από τα ιδανικά μας και μακριά από αυτά για τα οποία ειδικευθήκαμε ώστε να παρέχουμε ποιοτική φροντίδα.
“General practice is the easiest job in the world to do badly, but the most difficult to do well.’’
(Η Γενική Ιατρική είναι η ευκολότερη δουλειά στον κόσμο για να την κάνει κανείς άσχημα, αλλά η δυσκολότερη για να την κάνει κανείς καλά).
Professor Sir Denis Pereira Gray
Σύλλογος Γενικών/Οικογενειακών Ιατρών Δυτικής Μακεδονίας