«Κλειστό» λόγω πανδημίας. Η επιγραφή στην πόρτα του καταστήματος γούνας στη Ρόδο, σε τρεις γλώσσες -ελληνικά, ρωσικά και αγγλικά- που αναρτήθηκε πριν από λίγες εβδομάδες, για δεύτερη φορά φέτος, είναι ίσως περιττή, καθώς υποψήφιοι αγοραστές έτσι και αλλιώς δεν υπάρχουν λόγω lockdown κι οι περαστικοί είναι λιγοστοί.
Aντίστοιχες επιγραφές όμως, υπήρχαν ακόμα και το καλοκαίρι σε πολλά καταστήματα σε ελληνικά θέρετρα, καθώς οι τουρίστες που αγοράζουν γούνες στα ταξίδια τους στην Ελλάδα -κυρίως Ρώσοι- δεν ήρθαν φέτος στους προσδοκόμενους αριθμούς, λόγω της πανδημίας.
«Στην πλειονότητά τους ίσως», τα καταστήματα γούνας στις τουριστικές περιοχές της χώρας δεν άνοιξαν μετά την πρώτη καραντίνα, ούτε για το καλοκαίρι, όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ελληνικής Γούνας, Χαράλαμπος Καραταγλίδης, επικεφαλής του Επιμελητηρίου Καστοριάς.
Πολλά χιλιόμετρα μακριά από τη Ρόδο, στη Δυτική Μακεδονία, η ησυχία έξω από τις βιοτεχνίες σχεδόν ξαφνιάζει: οι μηχανές στις γουνοποιητικές επιχειρήσεις, που ανήκουν στους πληττόμενους ΚΑΔ, έχουν σιγήσει και τα τέσσερα μεγάλα βυρσοδεψεία στην Καστοριά τελούν επίσης σε αναστολή. «Από τον Φεβρουάριο και μετά, είμαστε στο απόλυτο μηδέν λόγω της πανδημίας και των lockdown. Ακυρώθηκαν δημοπρασίες, ακυρώθηκαν εκθέσεις, ακυρώθηκαν τα ταξίδια των Ρώσων στην Ελλάδα για αγορές γουναρικών κι οι εξαγωγές, οπότε η κατάσταση είναι σίγουρα πάρα πολύ δύσκολη» εξηγεί ο κ.Καραταγλίδης, διευκρινίζοντας ωστόσο, ότι παραμένει αισιόδοξος για το μέλλον.
Εν αναμονή των εξελίξεων, οι άνθρωποι που βγάζουν τα προς το ζην από τις περίπου 2.000 επιχειρήσεις της Καστοριάς και του Βοΐου στον κλάδο της γούνας, συμπεριλαμβανομένων των εκτροφείων (σ.σ.σε τόσες τις προσδιορίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς, Απόστολος Τσούκας), δεν προλαβαίνουν να μετρούν τις απώλειες.
Απώλειες-απότοκα όχι μόνο της πανδημίας, αλλά μιας κρίσης αρκετών ετών, που ξεκίνησε με το ρωσικό εμπάργκο στα ευρωπαϊκά αγροδιατροφικά προϊόντα το 2014 και την -καταστροφική για την αγοραστική δύναμη των Ρώσων- συνεχιζόμενη υποτίμηση στο ρωσικό νόμισμα. Μια υποτίμηση που άρχισε να εκδηλώνεται εντονότερα πριν από λίγα χρόνια, συνεπεία του «πολέμου στο Ντονμπάς» στην Ανατολική Ουκρανία και συνεχίζεται μέχρι σήμερα (από περίπου 28 ρούβλια/ευρώ το 2013, το ρωσικό νόμισμα έφτασε το 2015 στην ισοτιμία των 65-70 ρουβλιών/ευρώ και σήμερα κυμαίνεται στα 85-90/ευρώ).
Η ισχυροποίηση της Κίνας στο παγκόσμιο γουνεμπόριο, με όπλο τις χαμηλές τιμές, αποτέλεσε ένα ακόμα κομμάτι του παζλ της κρίσης στον κλάδο, η οποία κορυφώθηκε φέτος με την πανδημία, το «πάγωμα» του τουρισμού και, πλέον, και με τα κρούσματα κορωνοϊού σε εκτροφείο μινκ της περιοχής, όπου σε περίπου 85 φάρμες εκτρέφονται πάνω από 1 εκατομμύριο γουνοφόρα ζώα (και έχουν ήδη θανατωθεί με ευθανασία περίπου 2.500, προερχόμενα από μία φάρμα, ενώ γίνονται έλεγχοι σε περισσότερες).
Από τα 250 πέρυσι, στα 3 εκατομμύρια φέτος
«Το 2019, που ήταν κακή χρονιά, ο τζίρος μας ήταν μόλις 250 εκατ. ευρώ. Το αντίστοιχο ποσό στις αρχές του φθινοπώρου φέτος, υπολογίζω πως ήταν 3 εκατομμύρια» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς «Ο Προφήτης Ηλίας», Απόστολος Τσούκας.
Προσθέτει ότι την τελευταία διετία -το 2019 και το 2020 μέχρι στιγμής- έχουν βάλει «λουκέτο» πολλές γουνοποιητικές επιχειρήσεις στην Καστοριά και τη Σιάτιστα. «Αν ο κλάδος της γούνας εξαφανιζόταν, θα χάνονταν 2000 επιχειρήσεις, πέρα από τα εκτροφεία. Θα έμεναν άνεργοι 6000 άνθρωποι (σ.σ. αυτοαπασχολούμενοι, εργαζόμενοι σε γουνοποιητικές επιχειρήσεις, εκτροφεία και βυρσοψεία) και θα χανόταν τζίρος 250 εκατ. ευρώ ετησίως», επισημαίνει (σ.σ. ο συνολικός κύκλος εργασιών του κλάδου περιλαμβάνει τις εξαγωγές, τις λιανικές πωλήσεις γουναρικών σε ξένους εντός Ελλάδας, αλλά και το εμπόριο γουνοδερμάτων).
Ως προς το μεγάλο πλήγμα από το ρωσικό εμπάργκο -αφού στη Ρωσία κατευθυνόταν πάνω από το 90% των εξαγωγών του κλάδου- σημειώνει πως το κενό που προέκυψε στη ρωσική αγορά έσπευσαν να καλύψουν σε μεγάλο βαθμό η Κίνα, αλλά σε μικρότερο και η Τουρκία, η οποία -σύμφωνα πάντα με τον κ.Τσούκα- μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε δραστηριότητα κυρίως στο δερμάτινο ένδυμα, αλλά από το 2010 και μετά επεκτάθηκε δυναμικά και στη γούνα, διαβλέποντας την ευκαιρία να αξιοποιήσει και τις τουριστικές ροές από τη Ρωσία (σ.σ. μόνο πέρυσι εκτιμάται ότι επισκέφτηκαν την Τουρκία 7 εκατ. Ρώσοι, οι οποίοι πραγματοποιούν σημαντικές αγορές γούνας κατά τις διακοπές τους).
Το γούνινο παλτό που «φεύγει» από Ελλάδα με τιμή 1000 δολαρίων και «μπαίνει» Κίνα στα 2000…
Όταν η ρωσική αγορά άρχισε να κλείνει για την ελληνική γούνα (σ.σ.η οποία εξαιρέθηκε μεν από το ρωσικό εμπάργκο, αλλά έχασε τους αγοραστές της, επειδή οι Ρώσοι γύρισαν «πλάτη» στο «Made in Europe» γενικώς), οι Ελληνες γουνοποιοί αναζήτησαν εμπορικές «διαφυγές», ώστε να αντισταθμίσουν την απώλεια. «Στην Κορέα έγιναν κάποιες εξαγωγές, της τάξης των 3 εκατ. ευρώ από Καστοριά και Σιάτιστα πέρυσι και το παλεύουμε πάρα πολύ να αυξηθούν, σε συνεργασία με το Enterprise Greece. Μεγάλη αγορά είναι και οι ΗΠΑ. Ωστόσο, οι μοναδικές αγορές, που με το μέγεθός τους θα μπορούσαν να κρατήσουν ενεργό το σύνολο των Ελλήνων γουνοποιών, είναι η Ρωσία και η Κίνα. Στη Ρωσία έχουμε το εμπάργκο και στην Κίνα τους πολύ υψηλούς δασμούς, που έχουν ως αποτέλεσμα ένα παλτό που φεύγει από την Ελλάδα στα 1000 δολάρια να φτάνει εκεί στα 2000 δολ., ενώ τα κινεζικά έρχονται στην Ευρώπη τζάμπα» σημειώνει ο κ.Τσούκας. «Η κατάσταση είναι δύσκολη, αλλά εξακολουθώ να φαντάζομαι τη δυτική Μακεδονία ως το κέντρο του κόσμου στη γούνα. Η περιοχή μας έχει τη δυνατότητα να ξεπεράσει κι αυτόν τον σκόπελο, αρκεί να στηριχθεί» επισημαίνει.
Κίνητρα για γούνα «από τον τόπο σου»: τη Ρωσία
Αναφερόμενος στην καθοδική πορεία του κλάδου μετά το 2014-2015, ο κ.Καραταγλίδης επισημαίνει από την πλευρά του πως πέραν της επιβολής εμπάργκο στα ευρωπαϊκά προϊόντα, που επηρέασε αρνητικά τις ελληνικές εξαγωγές γούνας ως «παράπλευρη απώλεια», η ρωσική κυβέρνηση έδωσε και κίνητρα για την ενίσχυση της εσωτερικής παραγωγής γουναρικών. Τα κίνητρα τόνωσαν την παραγωγή ντόπιων γουναρικών τα τελευταία χρόνια και συνέβαλαν στη στροφή των Ρώσων στα «δικά τους» προϊόντα. Η εγχώρια παραγωγή εξακολουθεί βέβαια να είναι μικρή, για να καλύψει την αυξημένη ανάγκη τους να ζεσταθούν στον βαρύ ρωσικό χειμώνα, αλλά δεν παύει να έχει αποσπάσει μερίδιο αγοράς.
Επιπλέον, βασικός προμηθευτής γουναρικών στη Ρωσία, ιδίως τώρα που οι ελληνικές εξαγωγές έχουν μειωθεί σημαντικά, είναι η Κίνα, «με την οποία», όπως παρατηρεί ο κ.Καραταγλίδης, «υπάρχει εκτεταμένο διμερές εμπόριο, που προφανώς δεν επηρεάζεται από κανένα εμπάργκο, ούτε από τις συνθήκες που επικρατούν στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, αφού οι δύο χώρες έχουν μεταξύ τους διμερείς συνθήκες».
Αισιοδοξία για το μέλλον
Πάντως, παρά τις ισχυρές πιέσεις, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ελληνικής Γούνας δηλώνει αισιόδοξος για τη μελλοντική προοπτική του κλάδου: «Παρά τα προβλήματα, η Καστοριά και η Σιάτιστα θα παραμείνουν το μεγαλύτερο παραγωγικό κέντρο γούνας στον δυτικό κόσμο, όσο κι αν αυτό συρρικνωθεί. Επιπλέον, η παγκόσμια ζήτηση γουναρικών στο λιανεμπόριο δεν έχει πέσει σε ανησυχητικά επίπεδα. Γουναρικά εξακολουθούν να πωλούνται, το πρόβλημα είναι πως εμείς δεν μπορούμε αυτή τη στιγμή ούτε να πουλήσουμε στη λιανική εντός των συνόρων σε τουρίστες, ούτε να εξάγουμε, γιατί είναι τα σύνορά μας κλειστά. Φανταστείτε όμως ποια είναι τα περιθώρια να αυξήσουμε τα μερίδιά μας στη ρωσική αγορά, όταν το 2019 η Ρωσία είχε πωλήσεις λιανικής γουναρικών περίπου στα 2 δισ. ευρώ κι εμείς στείλαμε γουναρικά αξίας τα 80 εκατ… Η αγορά υπάρχει, το ζητούμενο είναι να πάρουμε μεγαλύτερο μερίδιο. Θεού και κορωνοϊού θέλοντος, ίσως θα περάσουν κάποια χρόνια και σίγουρα η πανδημία θα αφήσει το αποτύπωμά της στο επιχειρείν της Καστοριάς και στην απασχόληση, αλλά τελικά θα βρούμε τον βηματισμό μας. Οι προοπτικές υπάρχουν».
Πηγή: iefimerida.gr