Πριν από λίγες ημέρες, ο προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής ομολογίας Πάπας αναφώνησε για τον Ιησού (μεταξύ άλλων κακοδοξιών όπως η εμφύτευση των chips που έρχεται): «…non era uno spirit, era una persona, era un uomo», ήτοι «ο Ιησούς δεν ήταν ένα πνεύμα, ήταν ένα πρόσωπο, ήταν ένας άνθρωπος». Δεν είναι βέβαια πρώτη φορά που εκπρόσωποι αιρετικών ομολογιών κηρύσσουν «γυμνή τη κεφαλή» κακοδοξίες. Τα τελευταία χρόνια τέτοια παραδείγματα πληθαίνουν και στην καθ΄ημάς Εκκλησία, είτε μεταξύ των θεολόγων, είτε λογίων ιερωμένων ή και ατόμων που μπορεί να έχουν αμφότερες τις ιδιότητες. Πρόχειρα μου έρχεται στο νου το βιβλίο «Ελληνισμός ή Χριστιανισμός», όπου τονίζονταν από τον μητροπολίτη Περγάμου, ο μεγάλος καημός της διεθνούς θεολογικής κοινότητας, για το ερώτημα, εάν ο Χριστός είχε συναίσθηση ότι ήταν ο εκλεκτός του Θεού. Επί της ουσίας, μια πλήρης αμφισβήτηση εκ της διεθνούς α-θεολογίας, του θεανδρικού προσώπου του Ιησού. Φυσικά εφόσον κάποιος επικαλεστεί αυθεντικά κάποιο σχετικό γραφικό χωρίο, τίθεται εν αμφιβόλω, θεωρείται οπισθοδρομικός, ενώ η απάντηση είναι έτοιμη. «Το χ χωρίο απηχεί τις αντιλήψεις ενός χ κύκλου ο οποίος το επέβαλε μεταγενέστερα στο τελικό κείμενο της Γραφής» και άλλα τέτοια γραφικά και ασεβή συναφή. Φαίνεται ο Χριστός αναρωτιόταν γιατί αν και απλός άνθρωπος τελούσε τέρατα και σημεία, ανέσταινε νεκρούς, τελούσε, τω λόγω, άμεσες ιάσεις και όχι θεραπείες, εξόρκιζε δαιμονισμένους, δάμαζε τα στοιχεία της φύσεως, μαρτυρούσε γι΄αυτόν ο Πατέρας.. Χωρίς συνείδηση φαίνεται, θα διάβασε τον πάπυρο στη Συναγωγή της Ναζαρέτ με το κείμενο του Ησαΐα: «Πνεύμα Κυρίου επ΄ εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν». Αμέσως δε ομολόγησε «Σήμερα εκπληρώθηκε η γραφή αυτή στ΄αυτιά σας» (Κατά Λουκά 4:16-21). Δεν ήξερε να πάρει την άδεια του Πάπα Φραγκίσκου. Ας σοβαρευτούμε επιτέλους έστω και την ύστατη ώρα.
Κάθε χρόνο, κατά την 6η Αυγούστου, στον Ορθόδοξο κόσμο τιμάται η Εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Μια εορτή που προφανώς ο Πάπας Φραγκίσκος, δεν έλαβε υπόψιν, όπως και πολλοί άλλοι. Ωστόσο αποτελεί μια τόσο ταιριαστή εορτή, προς αναίρεση τέτοιων λεχθέντων και μάλιστα από προκαθήμενο χριστιανικής ομολογίας. Το περιστατικό της Μεταμορφώσεως, έλαβε χώρα κατά την παράδοση στο Όρος Θαβώρ, κείμενο δυτικά της Γαλιλαίας στο σημερινό βόρειο Ισραήλ. Ας τονιστεί, εδώ, πως η έννοια «Όρος» στο Ισραήλ είναι πολύ σχετική, αφού απουσιάζουν μεγάλες οροσειρές. Μεγέθη που εδώ θα τα λέγαμε ψηλούς λόφους, εκεί τα αναγνωρίζουν ως βουνά. Ο Χριστός, 6 ημέρες (ή 8 κατά τον Λουκά) μετά την πρώτη προαναγγελία του Πάθους του, ανέβηκε εκεί μαζί με 3 κορυφαίους μαθητές του. Κατά τον Ιωάννη Χρυσόστομο, τα κριτήρια ήταν τα εξής: Ο Πέτρος ήταν αυτός που αγαπούσε πιο πολύ τον Κύριο (και φυσικά ο πρωταγωνιστής του περιστατικού της ομολογίας που λίγες ημέρες πριν είχε συμβεί). Ο Ιωάννης α) γιατί ήταν αυτός που αγαπιόταν πιο πολύ, β) θα έμενε έως το τέλος μαζί Του, γ) θα δεχόταν την μεγαλυτέρα πίεση δεδομένου πως είχε σχέσεις με συγκεκριμένους Αρχιερείς και δ) ήταν εκπρόσωπος των μαθητών του Ιωάννου Προδρόμου, μέρος των οποίων δεν αποδέχονταν τον Χριστό. Τέλος για τον Ιάκωβο ο Χρυσόστομος θεωρούσε, πως επιλέχθηκε γιατί με τον αδερφό του ισχυρίστηκαν πως μπορούσαν να πιούν το μαρτυρικό ποτήριο. Είναι γνωστό πως στη συνέχεια κατέστη μισητός στους Ιουδαίους και με το μαρτυρικό τέλος του εξεπλήρωσε τα λόγια του. Πάντως δεν είναι η πρώτη φορά που απαντάται η παρουσία αυτών των μαθητών. Στο περιστατικό, π.χ., της Ανάστασης της θυγατρός του Ιαείρου, ήταν παρών και πάλι αυτοί οι τρεις μαθητές.
Ο Χριστός κατά την μεταμόρφωση εμφανίστηκε με την μορφή κάποιας θεϊκής δόξης, ερχόμενος σε αντιπαραβολή με τους παρισταμένους Μωυσέα και Ηλία. Δείγμα της θεϊκής ιδιότητάς Του και του ότι δεν ήταν απλώς άνθρωπος ή ένας μεγάλος προφήτης. Λίγο καιρό πριν είχε ρωτήσει τους μαθητές: «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;», («Τι με θεωρούν, με ποιον με ταυτίζουν οι άνθρωποι»). Τότε άλλοι θεωρούσαν τον Χριστό μια, μετεμψύχωση κατ΄ουσίαν, του μαρτυρήσαντος Προδρόμου, ή του προφήτη Ηλία, του Μωυσέα ή γενικά κάποιου εκ των παλαιών προφητών. Εδώ μάλλον πρέπει να αναγνωρίσουμε κάποια επίδραση του Πλατωνισμού στις αντιλήψεις των Ισραηλιτών. Ο Χρυσόστομος, μη αρκούμενος στο προαναφερθέν ερώτημα, είχε την άποψη πως ο Ηλίας εκπροσώπησε τους Προφήτες, ενώ ο Μωυσής τους Νομοθέτες. Σε αντιδιαστολή η παράταξη των Φαρισαίων κατηγορούσε τον Χριστό ως παραβάτη του Νόμου και βλάσφημο διεκδικητή της Δόξης του Πατρός. Παράλληλα δέχθηκε την αλληγορία, πως ο Ηλίας ως ζων εκπροσωπούσε την Ζωή και ο Μωυσής τον Θάνατο, με τον Χριστό, κύριο της Ζωής και του Θανάτου. Φυσικά όλη αυτή η εικόνα, ήταν ένα στήριγμα στην εικόνα του Πάσχοντος Θεού που θα ενατένιζαν κατά την παραμονή του Πάσχα του 33 μ.Χ. και μάλιστα με ατιμωτικό, σταυρικό θάνατο. Μια αλήθεια την οποία δεν είχαν συνειδητοποιήσει, ακόμα, οι μαθητές, αφού κατά τον Ευαγγελιστή Μάρκο αναρωτιόντουσαν μεταξύ τους, τί σήμαινε το «εκ νεκρών αναστήναι». Το όλο περιστατικό ήταν παράλληλα πλαισιωμένο και με φωτεινή νεφέλη και την πατρική μαρτυρία «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε», μια δόξα, ένα σημείο εξ ουρανού. Μάλλον ο Χριστός δεν θα είχε αμφιβολία για την ιδιότητά και την μεσσιανική αποστολή φίλτατε της Παλαιάς Ρώμης και των συμμαρτυρούντων σοι.
konstantinosoa@yahoo.gr