Είναι είδηση η απομάκρυνση ενός ανενεργού περιπτέρου;
***
Λογικά όχι, αν το περίπτερο δεν ήταν τόσο πολύ συνδεδεμένο με την καθημερινότητα μας, ειδικά κάποιες περασμένες εποχές.
***
Για μας τους μεγαλύτερους, η εικόνα του κίτρινου, συνήθως, ξύλινου περιπτέρου είναι έντονα χαραγμένη στην μνήμη μας, συνδεδεμένη με μια σειρά επιθυμίες και πόθους, καθώς από εκεί προμηθευόμασταν σοκολάτες, καραμέλες και τσίχλες, χαρτάκια που κολλούσαμε σε άλμπουμ για να κερδίσουμε κάποιο επίζηλο δώρο, στην καλύτερη περίπτωση μια πλαστική μπάλα, ή για να τα χρησιμοποιήσουμε στα παιχνίδια μας με τα άλλα παιδιά, εικονογραφημένα περιοδικά, τα πρώτα μας τσιγάρα και τα ξυραφάκια του πατέρα.
***
Μια εικόνα που άλλαξε την δεκαετία του ενενήντα, καθώς αντικαταστάθηκε από μεγαλύτερες σε όγκο κατασκευές, μετάλλου, τσιμέντου και πέτρας, ενώ μετατράπηκε σε ένα είδος μίνι μάρκετ, με όλα τα καλά που μπορούσες να προμηθευτείς, ακόμα και αργά το βράδυ. Οπότε, και το γάλα του παιδιού να είχες ξεχάσει, παρόλο που η συμβία στο είχε τονίσει φεύγοντας απ’ το σπίτι, δεν υπήρχε λόγος να αγχωθείς ή να τρομοκρατηθείς καθώς όλο και κάποιο περίπτερο που… διανυκτέρευε θα έβρισκες.
***
Αλλά και με τα… κακά του, καθώς πολλά από εκείνα που βρίσκονταν στις γωνίες των κεντρικών πλατειών δημιούργησαν και μικρούς παιδότοπους, όπου η πιτσιρικαρία ξεσάλωνε εποχούμενη σε διάφορα παιχνίδια, υπό τους ήχους της ίδιας, εκνευριστικά επαναλαμβανόμενης, μουσικής σύνθεσης που καθώς μεταδίδονταν στην διαπασών ανάγκαζε τους γονείς να φωνάζουν περισσότερο για να νουθετήσουν τα βλαστάρια τους, «Κωστάκη, κατέβα. Δεν έχω άλλα κέρματα. Μα δεν μ’ ακούς, επιτέλους;», αποκλείοντας έτσι την ιδέα της χαλάρωσης σε γειτονικό καφέ, εκτός και αν είχες μειωμένη ακοή ή διέθετες ωτοασπίδες.
***
Με τον καιρό κάποια απ’ τα περίπτερα διασώθηκαν όταν μετεξελίχθηκαν σε κέντρα τύπου εντός καταστημάτων πια, αλλά πολλά κατέβασαν οριστικά τα ρολά χτυπημένα απ’ την οικονομική κρίση και απ’ το γεγονός της υπερπληθώρας τους αφού ένα διάστημα ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια, σχεδόν ανά δέκα μέτρα, φαινόμενο συνηθισμένο και συχνό την εποχή της ευμάρειας όταν ευδοκιμούσε κάθε είδους χαμηλού κόστους, αλλά ικανοποιητικής και γρήγορης απόδοσης, επένδυση.