Η συζήτηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον καθηγητή του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (MIT), Κωνσταντίνο Δασκαλάκη, στο συνέδριο «Greeks in AI», αποτέλεσε ένα πυκνό αφήγημα φιλοτεχνημένης τεχνοαισιοδοξίας. Πίσω από τις αναφορές στα petaflops (μονάδες υπολογιστικής ισχύος που αντιστοιχούν σε τετράκις εκατομμύρια πράξεις ανά δευτερόλεπτο) και στα «εργαλεία για ένα καλύτερο Δημόσιο» αναδύεται ένα κρίσιμο ερώτημα: Τι αποσιωπά η τεχνολογική υπόσχεση όταν εκφέρεται από τον καθ’ ύλην αρμόδιο για την άσκηση της πολιτικής εξουσίας;
Ο κ. Μητσοτάκης εμφανίστηκε ενθουσιώδης μπροστά στη λειτουργική ενίσχυση που μπορεί να προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ), σε τομείς όπως η διοίκηση, η πολιτική προστασία, η εκπαίδευση, η άμυνα. Επανέλαβε την πρόθεσή του η Ελλάδα να επιτελέσει ένα τεχνολογικό άλμα, διεκδικώντας ρόλο πρωτοπόρου «σε σχέση με την Ευρώπη». Αλλά ποιο είναι το τίμημα ενός τέτοιου άλματος και πώς διασφαλίζεται η ακεραιότητα της δημοκρατικής διαδικασίας, όταν ακόμη και ο ίδιος αναγνωρίζει ότι η επόμενη εκλογική αναμέτρηση ενδέχεται να επηρεαστεί από τη σύγχυση μεταξύ πραγματικών και τεχνητά παραγόμενων ψηφιακών περιεχομένων (deepfakes);
Η αναγνώριση των ηθικών κινδύνων που ενέχει η ΤΝ φαίνεται να περιορίζεται σε μια σειρά ερωτημάτων, τα οποία ο επικεφαλής της ελληνικής κυβέρνησης δηλώνει ότι «δεν έχει απαντήσει». Ωστόσο, μια εξουσία που διεκδικεί τον ρόλο του θεσμικού εγγυητή οφείλει να υπερβαίνει τη διατύπωση προβληματισμών και να θεσπίζει σαφή και εφαρμόσιμα όρια. Όταν οι αναφορές του πρωθυπουργού στην προστασία της εικόνας και των πνευματικών δικαιωμάτων αφορούν πρωτίστως το δικό του πρόσωπο, το οποίο ενδέχεται να γίνει στόχος τεχνητά παραγόμενου ή αλλοιωμένου ψηφιακού υλικού, η συζήτηση για την ποιότητα της Δημοκρατίας μετατοπίζεται στο πεδίο της προσωπικής ανησυχίας, εκπίπτοντας τελικά σε έναν αυτοαναφορικό φόβο. Ο αλγόριθμος δεν συνιστά απλώς απειλή για την εικόνα ενός εκάστου, αλλά δύναται να λειτουργεί διαβρωτικά απέναντι στην ίδια την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
Πέρα από τις εντυπωσιοθηρικές αναφορές σε «chatbots με δικαίωμα λόγου στα υπουργικά συμβούλια» και την αποσπασματική επίκληση της κλασικής φιλοσοφίας, στην εν λόγω εκδήλωση δεν παρουσιάστηκε κανένας μηχανισμός λογοδοσίας ούτε κάποιο δεσμευτικό σχέδιο νομικής ενσωμάτωσης της τεχνολογίας σε ένα πλαίσιο ηθικής προστασίας του πολίτη. Η τοποθέτηση Μητσοτάκη αναπαρήγαγε έναν ασαφή λόγο περί ισορροπίας ανάμεσα στην καινοτομία και τον έλεγχο, χωρίς να προσδιορίζεται πού και πώς θα θεμελιωθεί η νομική ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης. Η επίκληση όρων όπως age verification (επαλήθευση ηλικίας) ή blockchain (αλυσίδα συστοιχιών) λειτούργησε περισσότερο ως νεολογική βιτρίνα, παρά ως έκθεση συγκροτημένων εργαλείων πολιτικής. Η αναφορά στην περίπτωση της Δανίας παρέμεινε αόριστη, χωρίς να διευκρινιστεί ότι η εκεί κυβέρνηση έχει ήδη προτείνει ένα σαφές νομικό πλαίσιο, το οποίο κατοχυρώνει τη φωνή, την εικόνα και τη σωματική στάση κάθε πολίτη ως μορφές πνευματικής ιδιοκτησίας. Το πλαίσιο αυτό προβλέπει δικαίωμα άμεσης αφαίρεσης παραποιημένων αναπαραστάσεων χωρίς συναίνεση, υποχρεώνει τις ψηφιακές πλατφόρμες σε συμμόρφωση και προβλέπει κυρώσεις σε περίπτωση παράλειψης. Ρυθμίζει ρητά τις εξαιρέσεις -όπως η σάτιρα- και εναρμονίζεται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Αντιθέτως, το «Σχέδιο για τη Μετάβαση στην Εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης», που εκπονήθηκε από την ελληνική Επιτροπή που όρισε ο κ. Μητσοτάκης υπό την προεδρία του συνομιλητή του, καθηγητή κ. Δασκαλάκη, περιορίζεται στη διατύπωση αρχών. Αν και αναγνωρίζει τον κίνδυνο παραπληροφόρησης μέσω παραγόμενων ψηφιακών παραποιήσεων και εισηγείται γενικά μέτρα διαφάνειας, όπως η χρήση υδατογραφημάτων σε περιεχόμενο παραγόμενο από αλγορίθμους (generative AI), δεν περιλαμβάνει εξειδικευμένες προβλέψεις για την προστασία της προσωπικής ταυτότητας, ούτε θεσμικό μηχανισμό αφαίρεσης παραβατικού περιεχομένου. Η διαφορά προσέγγισης είναι χαρακτηριστική: η Δανία προχωρά σε εφαρμοστέο νομικό σχεδιασμό, ενώ το ελληνικό πλαίσιο διατηρεί τον χαρακτήρα στρατηγικού οδικού χάρτη χωρίς δεσμευτική ισχύ. Ακόμη και η ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού Κανονισμού για την Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence Act), ο οποίος ορίζει ειδική κατηγορία «υψηλού κινδύνου» για συστήματα που χρησιμοποιούνται σε εκλογές, στην επιβολή του νόμου ή σε κρίσιμες υπηρεσίες, παραμένει εκκρεμής στο εθνικό επίπεδο. Το ελληνικό αφήγημα, εν μέσω δηλώσεων ανησυχίας, συνεχίζει να στερείται θεσμικής σπονδυλικής στήλης.
Παράλληλα, η προσπάθεια επαναπατρισμού επιστημόνων του εξωτερικού που τέθηκε επίσης στην ίδια συζήτηση, συνοδεύτηκε από την παραδοχή ότι οι ελληνικές ακαδημαϊκές δομές υπήρξαν «κλειστές» και ανελαστικές. Αντί να δρομολογηθεί μια ανασυγκρότηση θεσμικής αξιοπιστίας, το προτεινόμενο μοντέλο επικεντρώνεται σε φορολογικά κίνητρα, πρωτοβουλίες τύπου Elevate Greece και στρατηγικές συνέργειες με ιδιωτικούς φορείς. Η προσέλκυση ελλήνων επιστημόνων της διασποράς εντάσσεται σε ένα πλαίσιο επιχειρηματικής αξιοποίησης της καινοτομίας, ενισχυμένο από έναν ενθουσιασμό που μοιάζει να απευθύνεται στους «επαρκώς πρόθυμους» της τεχνολογικής αγοράς. Η επιστροφή του επιστημονικού δυναμικού εκφέρεται εν τέλει ως αφήγημα συναισθηματικής ανάκλησης, χωρίς θεσμικές εγγυήσεις ανοικτότητας, διαφάνειας ή αξιοκρατικής ενσωμάτωσης στο δημόσιο πανεπιστήμιο.
Η ΤΝ παράγει νέες μορφές εξουσίας, επηρεάζει αθέατα τον δημόσιο λόγο, μετατοπίζει τα όρια ανάμεσα στην εικόνα και την αλήθεια, χωρίς να λειτουργεί ως απλός επιταχυντής παραγωγικότητας. Όσο οι αλγόριθμοι παραμένουν εκτός δημοκρατικού ελέγχου με την πρωθυπουργική.. βούλα, ενισχύουν όσους ήδη κατέχουν την πληροφοριακή ισχύ και η Δημοκρατία -χωρίς θεσμικά αναχώματα- κινδυνεύει να αναπαράγει τη σκιά της. Η ανησυχία για το μέλλον των εκλογών αφορά τον ίδιο τον πυρήνα της δημοκρατικής συγκρότησης. Αν ένας ηγέτης εκφράζει φόβο για τη σύγχυση μεταξύ αλήθειας και τεχνολογικής προσομοίωσης, χωρίς να συνοδεύει την ανησυχία αυτή με θεσμικές εγγυήσεις ή μηχανισμούς αποτροπής, τότε η ανασφάλεια παύει να λειτουργεί ως προειδοποίηση και μετατρέπεται σε εργαλείο ελέγχου της αβεβαιότητας.
*Αντώνης-Μάριος ΠαΠαγιώτης, e-κοδόμος.
Δόκιμος Ψυχολόγος / Υπό διαμόρφωση Ψυχοθεραπευτής – σε μακρά θεραπεία με την ακαδημαϊκή κοινότητα
Ο ίδιος, κινείται μεταξύ ετερόκλητων ακαδημαϊκών και επαγγελματικών πεδίων, με σταθερό προσανατολισμό στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η εμπειρία του στον ανθρωπιστικό τομέα αποδεικνύεται μετασχηματιστική, ενώ η ενεργή του παρουσία στον χώρο της επικοινωνίας, του πολιτικού και ψηφιακού μάρκετινγκ συνεχίζει να τροφοδοτεί τις συνθετικές του αναζητήσεις. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στις ψυχολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις των τεχνολογικά διαμεσολαβημένων αλληλεπιδράσεων.