Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, γεννήθηκε λίγο πριν το τέλος της βασιλείας του δυσώνυμου Ηρώδη του «μεγάλου» (37 π.Χ. – μετά τις 9/10 Ιανουαρίου 1 π.Χ.). Οι γονείς, ο κληρικός Ζαχαρίας και η Ελισάβετ, κατάγονταν αμφότεροι από Λευιτική γενιά. Συγκρίνοντας χρονολογικά στοιχεία (αρχή ρωμαϊκού έτους, διαφορά από το Χριστό, έτος έναρξης του Ιωάννειου κηρύγματός κ.α.), πρέπει να ορίσουμε την γέννηση του μετά την 18η Αυγούστου του 2 π.Χ. Οι γονείς του παρά το προχωρημένο για την εποχή της ηλικίας του, παρέμεναν άτεκνοι. Όπως μαρτυρεί ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο Ζαχαρίας κατά την διάρκεια μιας ιεροπραξίας του, ευαγγελίσθηκε την σύλληψη του υιού του Ιωάννου. Ως προφήτου και ασκητού, ο οποίος θα ετοίμαζε το έδαφος για την έλευση του Μεσσία, φέρνοντας πολύ κόσμο στο δρόμο του Θεού. Ωστόσο η απάντηση του Ζαχαρία λογίσθηκε ως απιστία από τον Άγγελο και του δόθηκε προσωρινά τιμωρία αφωνίας (Λουκάς 1:5-24). Ο Ιωάννης είχε συγγένεια με την Θεοτόκο και είχε ηλικιακή διαφορά από τον Χριστό 6 μηνών (Λουκάς 1: 26). Κατά την γέννησή του, έλαβε εξ αποκαλύψεως το όνομα «Ιωάννης», ελληνική απόδοση του εβραϊκού «Γιοχανάν» ή «Γιεχοανάν» που σημαίνει «Δώρο του Γιαχβέ», κοινώς «Θεόδωρος» ή «Θεοδόσιος» ή Δωρόθεος. κ.τ.λ.. Τα ονόματα αυτά και τα παράγωγά τους, υπήρξαν ονόματα, τα οποία πολύ συχνά λάμβαναν ελληνόφωνοι Ισραηλίτες τουλάχιστον της περιοχής της Αλεξανδρείας. Ο Βαπτιστής προορίσθηκε για να προφητεύσει με το πνεύμα και τη δύναμη του προφήτη Ηλία. Κάτι το οποίο αν κρίνουμε από την δράση του προφήτη Ηλία, μάλλον σήμαινε πως θα ερχόταν να ελέγξει σκληρά τον Ισραήλ και η όποια βίαια απομάκρυνσή του από το προσκήνιο, θα επέφερε δυσμενείς συνέπειες και όχι μόνο πνευματικές. Η δε εμφάνιση προδρόμου απεσταλμένου πριν τον Μεσσία, απαντά στον Ησαΐα: «φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείται τας τρίβους αυτού.» (Ησαΐας 40:3)
Όταν γεννήθηκε ο Χριστός, ο Ηρώδης διέταξε διωγμό των παιδιών της Ιουδαίας έως δύο ετών. Φυσικά ο Ιωάννης ως τέκνο που διέμενε στην Ιουδαία λόγω του Ναού και με μόλις 6 μήνες διαφορά με τον Χριστό ενέπεσε στο διωκτικό διάταγμα. Τα Ευαγγέλια δεν μας παραδίδουν το πώς επιβίωσε, ωστόσο σχετική αναφορά κάνει το επισφαλές απόκρυφο ευαγγέλιο του Ψευδο-Ιακώβου: «Η δε Ελισάβετ, ακούσασα, ότι Ιωάννης ζητείται, λαβούσα αυτόν ανέβη εις την ορεινή και περιεβλέπετο που αυτόν κρύψει και ουκ ήν τόπος αποκρυφής. Και στενάξασα η Ελισάβετ φωνή μεγάλη λέγει: «Όρος Θεού, δέξαι μητέρα μετά τέκνου». Και παραχρήμα εδιχάσθη το όρος και εδέξατο αυτήν και ήν διαφαίνον αυτοίς φως ! Άγγελος γαρ Κυρίου ήν μετ΄ αυτών, διαφυλάσσων αυτούς.» (Πρωτευαγγέλιο του Ψευδο-Ιακώβου 22:3). Κατά το ίδιο κείμενο, ίσως ως προσθήκη παράδοσης μετά τον Δ΄ αιώνα, απηχείται η παράδοση πως οι στρατιώτες αναζήτησαν τον πατέρα του Ζαχαρία, ο οποίος μη γνωρίζοντας που βρίσκεται ο Ιωάννης, εκτελέσθηκε: (23:3).
Στο κήρυγμα του Ιωάννου, το οποίο ξεκίνησε μετά την 18η Αυγούστου του 29 μ.Χ. (πρβλ. Λουκά 3:1), διακρίνεται η επαγγελία της Βασιλείας του Ισραήλ ως πνευματικό και όχι εθνικό γεγονός. Ο Μεσσίας είναι οικουμενικός, θεϊκός, η βασιλεία είναι ουράνια και όχι κοσμική, ενώ τέκνα του Αβραάμ δεν είναι οι το γένος Ισραηλίτες, αλλά οι πραγματικά πιστοί στο Θεό. Επικρίνοντας Φαρισαίους και Σαδδουκαίους που ήρθαν να τον παρακολουθήσουν, προφήτεψε: «και μη δόξηται λέγειν εν εαυτοίς, πατέρα έχομεν τον Αβραάμ· λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ.». (Ματθαίος 3:9-10).
Για τον Ιωάννη σημαντική πηγή συνιστά ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όντας ο ίδιος μαθητής του Ιωάννου του Προδρόμου. Μαρτυρεί πως βάπτιζε συμβολικά προς μετάνοια, στη Βηθανία πέραν του Ιορδάνου, εν Αινών εγγύς του Σαλήμ (Ιωάννης 1:28 & 3:23). Εκεί μια ημέρα πριν την Βάπτιση του Κυρίου, επισκέφθηκαν τον Βαπτιστή ιερείς και λευίτες, οι οποίοι ανήκαν στην παράταξη των Φαρισαίων και άρα δέχονταν την ανάσταση των νεκρών. Σε αυτούς ομολόγησε την ιδιότητά του ως ανώτερη των προφητών, προδρομική του επερχόμενου Μεσσία (Ιωάννης 1:19-25). Από το Ιωάννης 1:29, υπάρχει μαρτυρία του Προδρόμου για τον Χριστό προς τους μαθητές τους. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός, πως παρότι συγγενής του δεν τον γνώριζε, είτε κυριολεκτικά, μάλλον, όμως, ως μεσσιανική προσωπικότητα. Ο Άγγελος που ευαγγέλισε τον Ιωάννη (ενώ ζούσε στην έρημο) για να βαπτίσει, του αποκάλυψε πως θα καταλάβει την μεσσιανικότητα του Ιησού, από την κάθοδο και παραμονή του Πνεύματος στον Ιησού (Ιωάννης 1:33). Πολύ σημαντικό σημείο, εδώ, η ύπαρξη άρθρου στη λέξη «Πνεύμα», δηλωτική του μη απροσώπου. Το Άγιο Πνεύμα δεν είναι απρόσωπη θεία δύναμη αλλά υπόσταση.
Η αίσθηση που δίνεται από το Ευαγγέλιο του Ιωάννου σε σχέση με τον Πρόδρομο Ιωάννη, είναι πως, ήδη, με τον δάσκαλό τους εν ζωή, οι μαθητές του Ιωάννου δεν πίστεψαν σε μεγάλο βαθμό στον Ιησού. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί η περικοπή του Κατά Ιωάννη αναφορικά με την επαύριον της Βαπτίσεως και η αναφορά περί περιόδου που αμφότεροι, Χριστός και Πρόδρομος βάπτιζαν εκ παραλλήλου. Το γεγονός ότι αύξαναν οι φίλα προσκείμενοι στον Χριστό και μειώνονταν η του Προδρόμου δημιούργησε γογγυσμό. Μάλιστα ο Ιωάννης Κωνσταντινουπόλεως ο Χρυσόστομος, ερμηνεύει την εκ παραλλήλου δράση, ως δείγμα απιστίας των μαθητών του Προδρόμου, παρά την μαρτυρία του διδασκάλου. Νομίζουμε πως είναι σαφής ο υπαινιγμός της απιστίας της πλειοψηφίας των μαθητών του Προδρόμου, μετά το μαρτύριο του διδασκάλου τους. Ο ίδιος ο Χριστός, κλήτευσε τους μαθητές του μετά την σύλληψη του Προδρόμου. Κατά την παραμονή του Προδρόμου στο δεσμωτήριο, έννοια του ήταν η στήριξη των απίστων προς τον Χριστό μαθητών του. Έστειλε, λοιπόν, δύο από αυτούς, προς τον Χριστό. Νομίζω πως η απάντηση του Χριστού «πορευθέντες απαγγείλατε Ιωάννη α ακούετε καὶ βλέπετε· τυφλοί αναβλέπουσι καὶ χωλοὶ περιπατούσι, λεπροὶ καθαρίζονται καί κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται καί πτωχοί ευαγγελίζονται· καί μακάριος εστιν ός εάν μή σκανδαλισθή εν εμοί.» (Ματθαίος 11:4-6), πρέπει να ερμηνευθεί υπό την σωτηριολογική θεολογία της κλήσης στην πίστη. Όσοι μαθητές του Προδρόμου βλέποντας σημεία υπό του Χριστού αποκόπηκαν, ήταν γιατί δεν έφεραν τον Λόγο μέσα τους, την κλήση στην πίστη. Από τις σχετικές αναφορές του ευαγγελιστή Ιωάννου πρέπει να υποθέσουμε, πως τμήματα παράταξης ή αίρεσης η οποία δημιουργήθηκε από μαθητές του Προδρόμου, επιβίωναν μετά την υπό των Ρωμαίων καταστροφή του Ναού το 70 μ.Χ..
Για το τέλος θα αφήσουμε να μιλήσουν τα ίδια τα λόγια του Χριστού για τον Ιωάννη τον βαπτιστή: «…προφήτην; ναι λέγω υμίν, και περισσότερον προφήτου. ούτος γαρ εστί περί ου γέγραπται (στον προφήτη Μαλαχία)· «Ιδού ! Εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου» Αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού…» (Ματθαίος 11:9-11).
konstantinosoa@yahoo.gr