Γεννήθηκα το 1939 στην πλατεία Κουμουνδούρου, το πιο σκληρό κέντρο της Αθήνας ανάμεσα στο Μεταξουργείο, το Θησείο και του Ψυρρή. Μια αξιοπρεπής και μικροαστική συνοικία στην οποία ζούσαν νοικοκυραίοι και εργαζόμενοι. Μια μετεμφυλιακή κοινωνία όπου όλοι προσπαθούσαμε για το καλύτερο.
Ανήκω σε μια γενιά η οποία ωρίμασε γρήγορα. Και μπορεί να έχασε πολλά, αλλά κέρδισε σε αγωνιστικότητα, απέκτησε μια αίσθηση ορίων πολύ σημαντική για τον άνθρωπο και μεγάλωσε μ’ έναν δημιουργικό ρεαλισμό. Είχαμε αίσθηση της πραγματικότητας προκειμένου να επιτύχουμε την υπέρβαση και να αναζητήσουμε το καλύτερο.
Ο πατέρας μου ήταν οικογενειακός γιατρός και η μητέρα μου μια θαυμάσια οικοδέσποινα. Γυναίκα που είχε την έννοια της φροντίδας του σπιτιού, των παιδιών, της σύσφιξης των σχέσεων, της ομαδικότητας και του κεφιού στο οικογενειακό κυριακάτικο τραπέζι. Από τους γονείς μου πήρα το ήθος, την προσφορά και τη φιλική διάθεση προς τους ανθρώπους. Ο γιατρός της εποχής εκείνης δεν έβγαζε χρήματα, όπως είναι η επικρατούσα αντίληψη στις μέρες μας. Και δεν θυμάμαι ως οικογένεια να είχαμε μια ευμάρεια.