Ένα από τα έθιμα των ελλήνων του Πόντου ήταν να βγάζουν αποχαιρετιστήρια φωτογραφία με τον αγαπημένο τους νεκρό λίγο πριν τον αποχωριστούν….
, Οι πόντιοι ενδιαφέρονταν πολύ για την τελευταία τους κατοικία. Επίσης συνήθιζαν τους επικήδειους λόγους. Στον Πόντο συνηθιζόταν να φωτογραφίζουν τους νεκρούς πριν τους κηδέψουν μέσα στο φέρετρο.
Όταν πέθαινε κάποιος χωριανός στα χωριά του Πόντου – ή ένας γείτονας στις μεγαλύτερες πόλεις –, χτυπούσε η καμπάνα και όλοι σταματούσαν τις δουλειές τους. Μετά όλο το χωριό – ή στις πόλεις η γειτονιά – ελάμβανε μέρος σε διάφορα έθιμα και τυπικά, στα οποία αναδεικνυόταν το γεγονός της κοινότητας. Σε αυτά τα έθιμα ανήκαν το ξημέρωμα μαζί με τον μεταστάντα, η νεκρώσιμη ακολουθία στην εκκλησία, τα μοιρολόγια, η μακαρία και το λεγόμενο χαριτόπαρμαν, τέλος το «Σαρανταλείτουργο» και τα άλλα μνημόσυνα.
Η συνήθεια της φωτογράφισης υπήρχε επίσης και στην Βρετανία την βικτωριανή εποχή. (H βικτωριανή εποχή στην βρετανική ιστορία ήταν η περίοδος βασιλείας της βασίλισσας Βικτωρίας από τις 20 Ιουνίου 1837 έως τον θάνατό της, στις 22 Ιανουαρίου 1901. Ήταν μακρά περίοδος ευημερίας για τη Βρετανία)
Στην περίοδο αυτή οι συγγενείς των νεκρών είχαν μια παράξενη συνήθεια. Τραβούσαν φωτογραφία τους νεκρούς πριν από την κηδεία τους. Οι φωτογραφίες κοσμούσαν τα σπίτια της οικογένειας, τις έστελναν σε φίλους και συγγενείς και πολλοί τις κουβαλούσαν μαζί τους.
Αφορμή για αυτό το δημοσίευμα μας έδωσε μία φωτογραφία που μας έστειλε ο Πόντιος καλλιτέχνης Γιώργος Πετρίδης.
Είναι μία κάρτα του 1927 που την έστειλαν τα αδέλφια της γιαγιάς του Γιώργου Πετρίδη από το Βατούμ της Γεωργίας όπου ζούσαν στο χωριό των συγγενών τους Πλατανιά Ευζώνων στην Ελλάδα.
τον Πόντο οι κάτοικοι έδιναν ιδιαίτερη σημασία στην κηδεία. Τιμούσαν το νεκρό και έδειχναν ιδιαίτερο σεβασμό όχι μόνο στον ίδιο, αλλά και στους οικείους του, στους οποίους συμπαραστέκονταν πολύ.
Όταν, λοιπόν, γίνονταν γνωστός ο θάνατος κάποιου, η καμπάνα της εκκλησίας χτυπούσε πένθιμα, προκειμένου να μάθουν όλοι το τραγικό, αυτό, γεγονός. Τότε όλοι σταματούσαν τις εργασίες τους και πήγαιναν στο σπίτι του νεκρού.
Το σώμα του νεκρού, πριν τη ταφή, έπρεπε να ετοιμαστεί ανάλογα. Συγκεκριμένα, συγγενείς ή και φίλοι του ανθρώπου που έφυγε από τη ζωή, έπλεναν το σώμα του και στη συνέχεια το έντυναν με τα καλά του ρούχα. Το σώμα, μετέπειτα, τοποθετούνταν πάνω σε μια πόρτα, την οποία έβγαζαν από κάποιο δωμάτιο του σπιτιού και το σκέπαζαν μ’ ένα σεντόνι μέχρι τη μέση στην διάρκεια της ημέρας και ολόκληρο στη διάρκεια της νύχτας. Δίπλα του έβαζαν ένα πιάτο με σιτάρι, πάνω στο οποίο άναβαν κεριά.
Στη συνέχεια, οι συγγενείς μοιρολογούσαν το νεκρό και θυμιάτιζαν το λείψανο ανα τακτά χρονικά διαστήματα.
Το φέρετρο, καθώς και το σταυρό, το κατασκεύαζαν οι χωριανοί, οι οποίοι έσκαβαν και τον τάφο. Το φέρετρο από το σπίτι στην εκκλησία και από την εκκλησία στο νεκροταφείο το κουβαλούσαν τέσσερις χωριανοί.
Μετά την κηδεία οι συγγενείς μοίραζαν λαβάσες και κόλλυβα. Έπειτα πήγαιναν όλοι στο σπίτι όπου τους πρόσφεραν καφέ και κονιάκ.
Την επομένη της κηδείας, οι γείτονες πραγματοποιούσαν συλλυπητήρια επίσκεψη στο σπίτι της οικογένειας του νεκρού, η οποία ονομαζόταν χατιρόπαρμαν. Πήγαιναν παρέες αποτελούμενες από δύο ή τρία άτομα προκειμένου να παρηγορήσουν την οικογένεια του νεκρού. Έτρωγαν μαζί τους και φεύγοντας τους έλεγαν λόγια παρηγοριάς, αλλά και ευχές για την ανάπαυση της ψυχής του πεθαμένου.
Εσύ σον Άδην ΄κι έπρεπες,
σον Άδην ντ’ έργον είχες.
Σον Άδην πρέπνε γέροντοι
και ταλαιπωρημένοι…
Ή και:
Στην καρτ ποστάλ, κάτω, γράφει:
“Επάνω σο φωτογραφία είμεθα κατά σειρά.
Δημήτριος, Χρήστος, Ελένκο (Ελένη), Όλγα, Δεσπινί (Δέσποινα), Σοφία, Δαμιανός, Αχιλλέας, Πανάπλτς (Μάλλον παρατσούκλι), Κοσμάς.
Παπάδες είναι ο ένας Ρώσος και ο άλλος από την Τάκοβα (χωριό στην Γεωργία).
Όλοι ήταν αδελφή μου, μόνο εσύ δεν ήσουν.
1927
Ι.Ι.Ε.Κ ΔΕΛΤΑ ΠΑΤΡΑΣ 2ΝΦΩΠΟ1 «ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ» ΟΝΟΜΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗ : ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΛΙΑΠΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : Περίληψη Ο θάνατος και η φωτογραφία συνδέθηκαν ιστορικά κατά τη βικτωριανή εποχή μέσω της πρακτικής της μεταθανάτιας φωτογραφίας που επεκτάθηκε σε όλες τις κοινωνικές τάξεις τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Η μεταθανάτια φωτογραφία ήταν συχνά ο μόνος τρόπος που είχε μια οικογένεια για να θυμάται τη μορφή του προσφιλούς νεκρού. Η βελτίωση των συνθηκών ζωής, η ιατρική πρόοδος και η ανάπτυξη της τεχνολογίας ανέκοψαν την πρακτική της μεταθανάτιας φωτογραφίας που ατόνησε. Στη σύγχρονη εποχή ο θάνατος απωθήθηκε σε ταμπού και η φωτογραφική απεικόνισή του θεωρήθηκε νοσηρή, ασεβής και αντιδεοντολογική. Παρόλα αυτά ορισμένοι καλλιτέχνες φωτογραφίζουν νεκρούς, θύματα βίαιων θανάτων στην πλειονότητά τους, ώστε οι φωτογραφίες τους να καταναλωθούν ως αισθητικό γεγονός. Στην παρούσα εργασία θα επιχειρήσω να συγκρίνω τις δύο πρακτικές με στόχο να αναδειχθούν οι ρήξεις, η ασυνέχεια ή και οι ομοιότητες ανάμεσα σε αυτές τις πρακτικές, καθώς και τη σύνδεσή τους με τις ευρύτερες κοινωνικές πρακτικές και τις στάσεις απέναντι στο θάνατο. Περιεχόμενα • Εισαγωγή • Τεχνοτροπία • Στον Ελλαδικό χώρο • Πότε και πού ? • Σε ποιους άλλους πολιτισμούς συναντάμε την πρακτική της μεταθανάτιας φωτογραφίας ? • Η μεταθανάτια φωτογραφία στην Βικτωριανή εποχή.. • Η μεταθανάτια φωτογραφία στην σημερινή εποχή • Μεταθανάτιες φωτογραφίες επωνύμων • Επίλογος 2 Εισαγωγή Η μεταθανάτια φωτογραφία (post mortem photography) τον 19ο αιώνα πρέπει να ερμηνευτεί υπό το πρίσμα του ανθρώπου που θρηνεί, μέσα από το γενικό πλαίσιο των εμπειριών και των προσδοκιών του για το θάνατο. Τέτοιες φωτογραφίες θεωρούνταν γενικά «θεραπευτικές», ενώ παράλληλα επαλήθευαν το θάνατο κάποιου προσώπου στους συγγενείς που έμεναν μακριά. Ο μεγάλος αριθμός φωτογραφικών διαφημίσεων, σχετικών με το θέμα αυτό στο εξωτερικό, υποδηλώνει ότι το νεκρικό πορτρέτο ήταν ευρέως διαδεδομένο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορούσε τα παιδιά. Η κλασική πόζα, σαν αυτό να κοιμάται, αντιπροσώπευε την έκφραση της χριστιανικής πεποίθησης για την ανάσταση των νεκρών. Η οπτική απεικόνιση του θανάτου με φωτογραφική μέθοδο, που αναπτύχθηκε κατά τον 19ο αιώνα, είναι μία από τις πάρα πολλές προσπάθειες που έχουν γίνει για τη συμφιλίωση του ανθρώπου με τον τερματισμό της ζωής. Οι εικόνες αυτές είναι, μερικές φορές, τα δευτερεύοντα προϊόντα κοινωνικών πρακτικών, όπως π.χ. νεκρώσιμων τελετών και ταφών. Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, αντανακλούν μιαν ορμέμφυτη τάση, χαρακτηριστική της εποχής κατά την οποία δημιουργήθηκαν. Αυτή η τάση μπορεί να περιγράφει ως μια ρομαντική και συναισθηματική επιθυμία των ανθρώπων να υπερνικήσουν το γεγονός του οριστικού χωρισμού. Ενώ ο άνθρωπος του 20ού και του 21ου αιώνα προσπαθεί, κατά κανόνα, να αντιμετωπίσει την οριστική απώλεια του αγαπημένου προσώπου απωθώντας απλά την ανάμνησή του, ο άνθρωπος του 19ου αιώνα επιδίωκε να διατηρήσει ζωντανό στη μνήμη το πρόσωπο που πέθανε, με κάθε δυνατό τρόπο. Οπτικά είδωλα, ιδιαίτερα φωτογραφίες, παρείχαν κάποιους από τους πλέον αποτελεσματικούς και συναισθηματικά ικανοποιητικούς τρόπους για να επιτευχθεί αυτό. Η νεκρική φωτογραφία ήταν για πολλούς το μοναδικό φωτογραφικό πορτρέτο που υπήρχε. Αποτελούσε, λοιπόν, την τελευταία ευκαιρία για την καταγραφή των χαρακτηριστικών κάποιου αγαπημένου, τον οποίο ο θάνατος απαίτησε τόσο ξαφνικά. Αν ερευνηθούν οι παράγοντες που οδήγησαν στη δημιουργία της νεκρικής φωτογραφίας στην Ελλάδα, θα διαπιστωθεί ότι ελάχιστη ήταν η επιρροή την οποία μπορεί αυτή να δέχτηκε από το νεκρικό πορτρέτο της ζωγραφικής ή το νεκρικό εκμαγείο της γλυπτικής. Και αυτό, διότι και τα δύο αποτέλεσαν σπάνιες μορφές στη γηγενή πρακτική. Το πιθανότερο είναι ότι οι φωτογράφοι, οι οποίοι πια είχαν την ικανότητα «[…] να σηκώσουν όψεις κτισμάτων μνημείων και άλλων διαφόρων πραγμάτων», θεώρησαν φυσικό ότι κάτι τέτοιο μπορούσαν να το κάνουν και με το να φωτογραφίσουν έναν νεκρό. http://www.photo.gr/blogs/ 3 Τεχνοτροπία Τα μεταθανάτια πορτρέτα της πρώιμης περιόδου (Ί 850-1875) διαθέτουν αρκετές ομοιότητες μεταξύ τους. Τα πιο πολλά είναι κοντινά πορτρέτα από τη μέση και πάνω, που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στα χαρακτηριστικά του προσώπου. Αν τυχαίνει να φαίνεται και ο περιβάλλων χώρος, αυτός συνήθως είναι το εσωτερικό κάποιου σπιτιού. Βιβλία, λουλούδια ή θρησκευτικά αντικείμενα, όπως κεριά ή σταυρός, τοποθετούνται ενίοτε στα χέρια ή στο στήθος του νεκρού. Η πόζα ουσιαστικά εκφράζει τα συναισθήματα προς τον νεκρό. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα επικρατούσε η αντίληψη ότι ο θάνατος δεν επήλθε πραγματικά. Οι άνθρωποι δεν πέθαιναν, αλλά απλά κοιμόντουσαν. Ουσιαστικά αναπαύονταν από τις εργασίες τους. Η ανάγκη να δημιουργήσουν τη φαντασίωση της ζωής ήταν τόσο έντονη, ώστε ο φωτογράφος συχνά τραβούσε τη φωτογραφία ενός ξαπλωμένου ατόμου και κατόπιν γύριζε την εικόνα κατά ενενήντα μοίρες, έτσι ώστε να φαίνεται ότι ήταν καθιστά. Στον Ελλαδικό χώρο Η παλαιότερη γνωστή διαφήμιση φωτογράφου σχετική με τη φωτογράφιση νεκρών γίνεται στην Ελλάδα το Μάιο του 1851 από τον Γάλλο Alexandre Quinet (Αλεξάντρ Κινέ): «Εικόνες φωτογραφικαί, αναλλοίωται μετά ή άνευ χρωμάτων από δύο δίστηλα μέχρι των οκτώ υπό τον κ. Α. Κινέ παρισινού… Έτι δε κατασκευάζει και εικόνας τεθνεώντων [,..]». Ο Quinet έμεινε στην Ελλάδα ενάμιση περίπου μήνα. Στο διάστημα αυτό έφτιαχνε δαγγεροτυπίες, πιθανόν και νεκρικά πορτρέτα, που όμως κανένα δεν διασώθηκε. Το γεγονός ότι οι νεκροί… παρέμεναν τελείως ακίνητοι κατά τη διάρκεια της λήψης, ήταν κάτι ιδιαίτερα θετικό για τη λήψη δαγγεροτυπιών, που απαιτούσαν μεγάλους χρόνους έκθεσης. Ο Φίλιππος Μαργαρίτης είναι ο πρώτος Έλληνας ο οποίος μεταξύ των θεμάτων που φωτογράφισε ήταν και νεκρικά πορτρέτα μικρών παιδιών και επιφανών ανδρών της εποχής του. Πρόκειται φωτογραφίες αλμπουμίνας, τις οποίες τράβηξε την περίοδο 1855-1870. Οι λήψεις είναι συνήθως κοντινές και περιλαμβάνουν τον νεκρό, ολόκληρο ή σε μπούστο, στο κρεβάτι του. Το Μάιο του 1862 ο φωτογράφος της Σύρου Γεώργιος Δαμιανός φωτογράφισε νεκρό τον Αρχιεπίσκοπο του νησιού. Ο Αστήρ των Κυκλάδων γράφει σχετικά: «Πάντες οι Ερμουπολίται βεβαίως ευχαριστήθησαν και οι συγγενείς μάλιστα τού Μακαρίτου, διά την πατριωτικήν και ευγενήν πράξιν τού Κυρίου Γεωργίου Δαμιανού, φροντίσαντος να φωτογράφιση τον Μακαρίτην νεκρόν εν τη Αρχιερατική αυτού στολή, όπως δια τελευταίαν φοράν είδεν αυτόν το συνοδεύον το λείψανον αυτού, ποίμνιόν του [,..]». Νεκρικά πορτρέτα συναντώνται στο εξής και σε άλλες επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας, όπως π.χ. το 1870 στη Χίο. Στις 23 Νοεμβρίου 1872 ο φωτογράφος της Πάτρας Σπυρίδων Καλυβωκάς προσκλήθηκε στο Αίγιο όπου τράβηξε μια νεκρική φωτογραφία του οπλαρχηγού της Επανάστασης Βασιλείου Πετμεζά (1785-1872). Άλλοι φωτογράφοι γνωστοί για τα νεκρικά πορτρέτα τους είναι ο Ξενοφών Βάθης, ο Πέτρος Μωραΐτης, ο Γεώργιος Κολόμβος κ.ά. Τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα συνέχισαν να γίνονται νεκρικά πορτρέτα, χωρίς όμως να είναι δυνατό να εκτιμηθεί, από το υπάρχον υλικό, αν ο αριθμός τους αυξήθηκε ή μειώθηκε την περίοδο εκείνη. Ορισμένες τέτοιες φωτογραφίες πήραν ο Νικόλαος Μπίρκος, μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα, και ο φωτογράφος του Πειραιά Αναστάσιος Γαζιάδης. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν και φωτογραφίες που περιλάμβαναν και τους συγγενείς που βρίσκονταν πίσω ή γύρω από το νεκρό. Οι λήψεις αυτές χρειάζονταν αρκετή ώρα μέχρι να τοποθετηθούν όλοι στην κατάλληλη θέση, ανάλογα με το βαθμό συγγένειας που είχαν με τον νεκρό. Κατά τον 20ό αιώνα γίνονταν και λήψεις όπου όλοι οι κάτοικοι ενός χωριού στέκονταν γύρω από το ανοικτό φέρετρο, στο προαύλιο της εκκλησίας. https://anemourion.blogspot.com/2017/03/19_30.html Πότε και που? Η εφεύρεση της δαγγεροτυπίας το 1839 έκανε την φωτογραφία πολύ πιο προσιτή καθώς, πολλοί από εκείνους που δεν άντεχαν οικονομικά πλέον την εκτέλεση ενός ζωγραφισμένου πορτρέτου, κατέφυγαν στην πιο εύκολη και οικονομική λύση που ήταν να βγάλουν μια φωτογραφία. Αυτή η φθηνότερη και παράλληλα πιο γρήγορη μέθοδος βοηθούσε στο να θυμούνται τους αγαπημένους τους νεκρούς οι συγγενείς και φίλοι. Η μεταθανάτια φωτογραφία ήταν αρκετά συνηθισμένη τον 19ο αιώνα όπου και άνθισε εκείνες τις πρώτες δεκαετίες , σύμφωνα με την Marry wanner Marien .Στην Αμερική η μεταθανάτια φωτογραφία έγινε ολοένα και πιο ιδιωτική πρακτική από τα μέσα του 19ου αιώνα με τέλη του ίδιου αιώνα. Η Barbara Norfleet διερεύνησε και ανακάλυψε ότι η μεταθανάτια φωτογραφία συνεχίστηκε στην Αμερική μέχρι και τον Β παγκόσμιο πόλεμο. Στην Βρετανία υπήρξε μια παρόμοια συνέχιση της μεταθανάτιας φωτογραφίας στα μεσοπολεμικά χρόνια. Η μεταθανάτια φωτογραφία ήδη από την δεκαετία του 1970 υιοθετήθηκε από καλλιτέχνες και συνεχίζεται έως και στην σημερινή εποχή. Η πρακτική αυτή κορυφώθηκε σε δημοτικότητα γύρω στην δεκαετία του 1990 , αλλά τελικά ”πέθανε”, καθώς η φωτογραφία snapshot ήταν πιο δημοφιλής παρά η φωτογράφιση νεκρών. 5 Σε ποιούς άλλους πολιτισμούς συναντάμε την πρακτική της μεταθανάτιας φωτογραφίας? Στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας καθώς και στην Ιρλανδία η μεταθανάτια φωτογραφία ήταν αρκετά δημοφιλής στην Βικτωριανή Βρετανία από το 1860 έως και το 1910 που τα μεταθανάτια πορτρέτα ήταν παρόμοια με αμερικανικά πορτρέτα με το δικό τους στυλ. Εστίαζαν στον νεκρό είτε εμφανιζόταν μόνος του ,είτε εμφανιζόταν μαζί με ολόκληρη την οικογένεια Στην Ισλανδία πιστεύεται ότι η μεταθανάτια φωτογραφία στις σκανδιναβικές χώρες καταστράφηκε γύρω στο 1940.Αυτό συμβαίνει διότι εάν εξετάσουμε τον πολιτισμό της Ισλανδίας που προβάλλει τον θάνατο ,βγάζουμε το συμπέρασμα ότι το έθνος εκείνη την εποχή θεωρούσε τον θάνατο έναν σημαντικό σύντροφο. Κατά τον 19ο αιώνα η παιδική θνησιμότητα όπως έχω ήδη προαναφέρει παραπάνω ήταν σε αρκετά μεγάλο βαθμό σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Κατά συνέπεια ,ο θάνατος ήταν ένα δημόσιο θέμα που απασχόλησε αρκετά εκείνη την περίοδο και φωτογραφήθηκε μέσα από τους θρησκευτικούς φακούς των Ισλανδών. Στις αρχές της δεκαετίας του 1900 ήταν συνηθισμένο να διαβάζουμε σε μία τοπική εφημερίδα με λεπτομέρειες πληροφορίες για τον θάνατο ενός ατόμου συμπληρώνοντας τις περιπτώσεις των αυτοκτονιών αλλά δεν ήταν ακόμη διαδεδομένη η μεταθανάτια φωτογραφίσει στην συγκεκριμένη χώρα. Για το πώς άρχισε η μεταθανάτια φωτογραφία στην Ισλανδία ακόμα δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες, αλλά υπάρχουν φωτογραφίες προς τα τέλη του 19ου αιώνα. Hafsteinsson , S.B. (1999) . Post-mortem and funeral photography in Iceland . History of photography 23(1), 49-54 Η μεταθανάτια φωτογραφία στην Βικτωριανή εποχή.. Τη βικτωριανή εποχή οι συγγενείς των νεκρών είχαν μια παράξενη συνήθεια. Τραβούσαν φωτογραφία τους νεκρούς πριν από την κηδεία τους. Οι φωτογραφίες κοσμούσαν τα σπίτια της οικογένειας, τις έστελναν σε φίλους και συγγενείς και πολλοί τις κουβαλούσαν μαζί τους. Περιείχαν συμβολισμούς που σχετίζονταν με τον θάνατο, όπως ένα νεκρό πουλί ή ένα τρύπιο λουλούδι και σηματοδοτούσαν ότι το άτομο της φωτογραφίας ήταν νεκρό. Μεταθανάτιες φωτογραφίες τραβούσαν κυρίως πλούσιες οικογένειες Ευρωπαίων και οι Αμερικανοί…. Σήμερα το θέαμα μπορεί να μοιάζει μακάβριο, όμως τον 18ο και 19ο αιώνα ήταν ένα ακόμη έθιμο της κηδείας. Αρχικά την αποτύπωση του νεκρού αναλάμβαναν καλλιτέχνες σε στούντιο, όμως με την ανακάλυψη της φωτογραφίας, οι φωτογράφοι πήραν τη σκυτάλη…. Στη βικτωριανή εποχή, όταν κάποιος πέθαινε οι συγγενείς κάλυπταν το σπίτι με μαύρα υφάσματα, έπλεναν το πτώμα, το έντυναν και πριν από την κηδεία, το φωτογράφιζαν. Οι νεκροί στήνονταν με τρόπο ώστε να φαίνονται όσο το δυνατόν ομορφότεροι. Βέβαια η φωτογράφιση του νεκρού ήταν μια δύσκολη διαδικασία. Έπρεπε να υπάρχει σωστή μεταχείριση του πτώματος και ειδικός εξοπλισμός από τον φωτογράφο. Κυρίως φωτογράφιζαν τα νεκρά παιδιά, τα οποία απεικονίζονταν αγκαλιά με τους γονείς τους, ενώ οι ενήλικες απεικονίζονταν σε φέρετρα, καθισμένοι σε καρέκλα ή να απολαμβάνουν μια αγαπημένη τους συνήθεια, όπως το διάβασμα. Στη συνέχεια οι φωτογράφοι επεξεργαζόταν το αρνητικό, προσπαθώντας να κάνουν το βλέμμα πιο «ζωντανό», ή ζωγράφιζαν την κόρη του ματιού πάνω στο κλειστό βλέφαρο! Οι μεταθανάτιες φωτογραφίες ήταν επίσης γνωστές ως «Καθρέπτες με μνήμες». Οι συγγενείς τις θεωρούσαν ενθύμιο από τον νεκρό και με αυτό τον τρόπο τιμούσαν τη μνήμη του. Ο Μάικ Ζον, συλλέκτης μεταθανάτιων φωτογραφιών, ανέφερε, ότι το σκούρο δέρμα και το πρήξιμο των χεριών δεν είναι σημάδια που φανερώνουν ότι το πρόσωπο της φωτογραφίας έχει πεθάνει. Σε συνέντευξή του στη σελίδα mentalfloss ανέφερε: «Έχω δει πολλές φωτογραφίες νεκρών με φωτεινό δέρμα όπως επίσης ζωντανούς ανθρώπους με σκούρο δέρμα. Αυτό οφείλεται στις αντιθέσεις και στη φωτεινότητα της φωτογραφίας.». Τα λουλούδια, τα διπλωμένα χέρια και τα κλειστά μάτια ήταν τα στοιχεία από τα οποία εντόπιζε τις φωτογραφίες των νεκρών. Η Βικτωριανή εποχή έβλεπε την ανάπτυξη δύο απόκοσμων φωτογραφικών τάσεων ,μία που τώρα ονομάζουμε ”κρυμμένες μητέρες”, φανταστικές φωτογραφίες μητέρων που κρύβονταν πίσω ουσιαστικά από τους νεκρούς, και η άλλη εικόνες από τους αποθανόντες. Η κρυφή μητρική φωτογραφία είναι ο σύγχρονος όρος για να περιγραφεί το πώς γινόταν η διαδικασία τότε. Οι μητέρες κρύβονταν πίσω από τα πέπλα ή κουρτίνες και διακριτικά κρατούσαν τα παιδιά τους αγκαλιά. Κάποιες φορές εμφανίζονταν μέσα στην ίδια την φωτογραφία δείχνοντας όμως μόνο χέρια τους από πίσω ώστε να δείξουν μια στοργική στιγμή σε μια τέτοιου είδους φωτογραφία. Πολλές φορές στους νεκρούς τοποθετούσαν στο κάδρο της φωτογραφίας ακριβά παιχνίδια εάν ήταν παιδιά ή ακριβά κοσμήματα για να δείξουν τον πλούτο της οικογένειας εάν υπήρχε βέβαια. Και στις δύο περιπτώσεις φορούσαν τα καλύτερα και ακριβότερα ρούχα τους. Ο Kraus Jr λέει ”οι μεταθανάτιες φωτογραφίες κρατήθηκαν σε οικογενειακά άλμπουμ οι περισσότερες ως μνήμη μίας τελευταίας ανάμνησης της οικογένειας ,πολλές χάθηκαν και με την πάροδο του χρόνου βέβαια όπως είναι φυσικό’ ‘Τη δεκαετία του ’30 σταμάτησε η πρακτική της μεταθανάτιας φωτογραφίας. Η θνησιμότητα των παιδιών μειώθηκε και οι οικογένειες βίωναν την απώλεια ενός αγαπημένου τους προσώπου με διαφορετικό τρόπο… https://www.vice.com/en_us/article/pgqj3z/the-daguerreotype-unsettling-world-of-victorianphotography https://www.mixanitouxronou.gr/giati-sti-viktoriani-epochi-eichan-to-makavrio-ethimo-nafwtografizoyn-nekroys Η μεταθανάτια φωτογραφία στην σημερινή εποχή.. Η μεταθανάτια φωτογραφία επιβιώνει ακόμα και στις μέρες μας με άλλη μορφή και συνεπώς για άλλους λόγους. Έχουμε τις φωτογραφίσεις που γίνονται στα νεκροτομεία και στις σκηνές εγκλημάτων ή ατυχημάτων, τις φωτογραφίες στους τόπους εκτέλεσης σε χώρες που εφαρμόζουν έως και σήμερα την θανατική ποινή κ.λπ. Όμως αυτού του είδους οι φωτογραφίες είναι για αστυνομικούς , ιατρικούς και νομικούς λόγους και καμία σχέση δεν έχουν με τα αίτια τις πρώιμης μεταθανάτιας φωτογραφίας. Όμως η μεταθανάτια φωτογραφία έχει αποτελέσει έμπνευση για πολλούς σύγχρονους καλλιτέχνες, ενδεικτικά αναφέρω τον Andres Serrano και την αμφιλεγόμενη σχετική σειρά του από τέτοιου είδους φωτογραφίες στην οποία φωτογραφίζει θύματα βίαιων θανάτων σαν να είναι πορτραίτα. Γνωστός για τις μεταθανάτιες φωτογραφίες του είναι και ο Enrique metinides φωτογράφος εφημερίδας ο οποίος αν και φωτογραφίζει θύματα στο αστυνομικό δελτίο του Μεξικού το κάνει με τέτοιο τρόπο ώστε εκτός από το αποτρόπαιο θέαμα να βγάζουν και μια αισθητική οι φωτογραφίες του. Έτσι πολλές γκαλερί έχουν φιλοξενήσει φωτογραφίες του κατά καιρούς. Ακόμα, πιο αμφιλεγόμενος από τους προηγούμενους είναι και ο Joel-Peter Witkin ο οποίος χρησιμοποιεί πτώματα ή μέλη πτωμάτων ως αντηρίδες στις μακάβριες φωτογραφικές συνθέσεις του. https://eglima.org/2010/09/18 Mεταθανάτιες φωτογραφίες «επωνύμων» Η ζωή τους, προσωπική και επαγγελματική, έγινε κοινό μυστικό. Οι επιτυχίες τους έστρεψαν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας και κάθε λεπτό της ζωής τους μυήθηκε στη φήμη και απασχόλησε την κοινή γνώμη άλλους σε μικρότερο επίπεδο και άλλοι έγιναν viral της εποχής. Άλλοι έγιναν ινδάλματα ,άλλοι αντικείμενο λατρείας από ανθρώπους που σε κάποιες περιπτώσεις έγιναν και οι δολοφόνοι τους. Κάποιοι έχασαν τη ζωή τους απρόσμενα από τις ίδιες τις αδυναμίες τους. Κάποιοι από τους εχθρούς τους. Ένα είναι σίγουρο. Ότι οι προσωπικότητες που ακολουθούν απασχόλησαν εν ζωή αλλά και μετά θάνατον. Και οι φωτογραφίες τους αφότου «έσβησαν» σίγουρα σόκαραν την οικουμένη. Μέριλιν Μονρόε: Το σύμβολο του σεξ της δεκαετίας του ’50, η γυναίκα που μέχρι και σήμερα εμπνέει με την ομορφιά και τον αισθησιασμό της, βρέθηκε νεκρή στις 5 Αυγούστου 1962 στο σπίτι της στο προάστιο Μπρέντγουντ του του Λος Άντζελες. Η πολυτάραχη παιδική ζωή της κατά την οποία μπαινόβγαινε σε ορφανοτροφεία, μιας και η μητέρα της έπασχε από ψυχολογικά προβλήματα, ο γάμος και το διαζύγιο στην ηλικία των 20, το θολό τοπίο γύρω από το ειδύλλιο με τον Τζον Κένεντι, την οδήγησαν στην υπερβολική κατανάλωση υπνωτικών χαπιών που απέβη μοιραία. Η Μονρόε βρέθηκε νεκρή στα 36 από την οικονόμο της, κρατώντας στο χέρι το ακουστικό του τηλεφώνου. Δίπλα της βρέθηκε το κενό κουτί με τα υπνωτικά και οι φωτογραφίες που είδαν το φως της δημοσιότητας απασχόλησαν τα Μέσα της εποχής για πολύ καιρό. Τσε Γκεβάρα: Ο πρωτεργάτης του κουβανικού αγώνα, το παγκόσμιο σύμβολο της επανάστασης, ο άνθρωπος που στιγμάτισε την ιστορία, δολοφονήθηκε στη ζούγκλα της Βολιβίας τον Οκτώβριο του 1967. Περικυκλωμένος από τον βολιβιανό στρατό χτυπιέται από σφαίρα στο αριστερό του πόδι. Τραυματισμένος προσπάθησε να διαφύγει όταν και τελικά αιχμαλωτίστηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις, οι οποίες τον μετέφεραν αιμόφυρτο σε σχολείο της πολίχνης La Higuera, όπου και ανακρίθηκε. Την επόμενη μέρα οι διαταγές του προέδρου της Βολιβίας ήταν σαφείς: ο Γκεβάρα έπρεπε να εκτελεστεί πάση θυσία. Κι έτσι το μεσημέρι της 9ης Οκτωβρίου 1967 ο λοχίας Mario Teran, αξιωματικός του βολιβιανού στρατού που προσφέρθηκε οικειοθελώς να εκτελέσει τον Τσε τον γάζωσε με ημιαυτόματο όπλο. Οι φωτογραφίες του νεκρού Τσε προκαλούν ανατριχίλα. Η σορός του εκτέθηκε από τους βολιβιανούς στρατιώτες στο χωριό Vallegrande, όπου συνέρρευσαν οι δημοσιογράφοι για να τον φωτογραφίσουν. Με ανοιχτά τα μάτια και κορμί τραυματισμένο ο Τσε περνά μια για πάντα στην ιστορία. Τζον Λένον: Ο Τζον Λένον, το περίφημο «Σκαθάρι» των Beatles, ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές της ροκ, έπεφτε νεκρός έξω από το διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη από το όπλο ενός διαταραγμένου ψυχικά οπαδού του στις 8 Δεκεμβρίου 1980 σε ηλικία 40 ετών. Ο Μαρκ Τσάπμαν τον πυροβόλησε πισώπλατα τέσσερις φορές και παρέμεινε στον τόπο του εγκλήματος μέχρι την άφιξη της αστυνομίας. Το άδικο τέλος του βύθισε τη μουσική βιομηχανία, αλλά και την παγκόσμια κοινότητα στη θλίψη. Χιλιάδες κόσμου τον αποχαιρέτισαν σιγοψιθυρίζοντας τα τραγούδια του, με αναμμένα κεριά και δάκρυα στα μάτια. Η σορός του αποτεφρώθηκε και ο δολοφόνος του, που διηγήθηκε στους ψυχιάτρους του δικαστηρίου πώς κακά πνεύματα τον παρότρυναν να δολοφονήσει τον Τζον Λένον, τιμωρήθηκε με ισόβια. Τζον Κένεντι: Στις 22 Νοεμβρίου 1963 ο 35ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών πέφτει νεκρός στην πλατεία Ντίλι στο Ντάλας του Τέξας. Κατά τη διάρκεια της αυτοκινητοπομπής ο Τζον Κένεντι που βρίσκεται μέσα στο αυτοκίνητό του και χαιρετά τον κόσμο πιάνει το λαιμό του και σκύβει προς τη γυναίκα του Τζάκι. Ο πυροβολισμός που έχει πέσει έχει γίνει αντιληπτός από πολύ λίγους. Δεύτερη σφαίρα σκοτώνει τον κυβερνήτη Κόναλι που κάθεται μπροστά από τον Κένεντι και η τρίτη χτυπάει τον πρόεδρο στο κεφάλι συνθλίβοντάς το. Το αυτοκίνητο χάθηκε κάτω από μία ανισόπεδη διάβαση αναπτύσσοντας ταχύτητα με προορισμό το νοσοκομείο Πάρκλαντ Μεμόριαλ. Μία ώρα αργότερα, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, ανακοινώθηκε επισήμως ότι ο πρόεδρος Κένεντι είναι νεκρός. Η Τζάκι, με το αίμα του συζύγου της ακόμα στα ρούχα της, στέκεται λίγη ώρα αργότερα στο πλευρό του Λίντον Τζόνσον που ορκίζεται 36ος πρόεδρος των ΗΠΑ μέσα στο προεδρικό αεροσκάφος. Το χάλκινο φέρετρο με τη σορό του Κένεντι τοποθετήθηκε την ημέρα της κηδείας στο ίδιο βάθρο στο οποίο είχε τοποθετηθεί 98 χρόνια νωρίτερα η σορός του Αβραάμ Λίνκολν. https://www.newsbeast.gr/weekend/arthro/ Επίλογος Η φωτογραφία είναι ένα μέσω με το οποίο μπορούμε να κρατάμε στιγμιότυπα τα οποία είναι σημαντικά για την ζωή μας και για τον εαυτό μας. Αν και σήμερα προτιμάμε τα φωτογραφικά κλικ να αντιπροσωπεύουν χαρούμενες στιγμές μας σε μια άλλη εποχή του παρελθόντος δεν συνέβαινε το ίδιο. Οι φωτογραφικοί φακοί τότε απαθανάτιζαν στιγμιότυπα λύπης που όμως κάτι είχα να δώσουν στους ανθρώπους που τα έβλεπαν. Η μεταθανάτια φωτογραφία στην τότε εποχή ήταν σίγουρα κάτι το καινούργιο και πρωτοποριακό ταυτόχρονα. Οι φωτογραφίες αυτές ή οι φωτογραφίες θρίλερ όπως τις αποκαλούσαν κάποιοι όχι μόνο θεωρούνταν θεραπευτικές για την οικογένεια και τους συγγενείς αλλά είχαν και τον σκοπό να αποδείξουν σε έναν μακρινό συγγενή τον θάνατο του προσώπου. Τον 19ο αιώνα όπως αναλύθηκε και στην παρούσα εργασία ήταν πολύ συχνό το φαινόμενο της μεταθανάτιας φωτογραφίας. Αν και εμείς σήμερα επιθυμούμε να θυμόμαστε τον νεκρό συνάνθρωπο μας σε ευχάριστες στιγμές, εκείνη την εποχή η μεταθανάτια φωτογραφία ενός αγαπημένου προσώπου αποτελούσε για τους συγγενείς του σημείο αναφοράς με το οποίο μπορούσαν να έρθουν κοντά με τον νεκρό-να τον ζωντανέψει στις μνήμες τους ή και ακόμα να κάνει κάποιους να συμφιλιωθούν με το θέμα του θανάτου και όλα τα γενικότερα στερεότυπα όπου υπάρχουν γύρω από αυτόν. Η ΄΄μακάβρια΄΄ για εμάς συνήθεια, χαρακτήριζε πολλές περιοχές, όπως την Ελλάδα , την Αμερική, την Ισλανδία ,την Βρετανία καθώς και άλλες περιοχές που η κάθε μία μπορεί να είχε και ξεχωριστές τεχνικές για την δημιουργία του νεκρικού πορτρέτου. Οι τεχνικές αυτές όπως αναφέρθηκε σχετίζονταν με το πλάνο της φωτογράφισης, την στάση-στήσιμο των νεκρών αλλά και των συγγενών που περιλαμβάνονταν στο πορτρέτο(οι μητέρες φωτογραφίζονταν έχοντας αγκαλιά τα παιδιά τους). Ενώ εμείς στην σημερινή εποχή προσπαθούμε να διατηρήσουμε μια ανάμνηση από τον πεθαμένο κατά κανόνα, και να αντιμετωπίσουμε την οριστική και συνάμα δύσκολη απώλεια , οι άνθρωποι του 19ου αιώνα επιδίωκαν να τον διατηρήσουν ζωντανό στην μνήμη με κάθε πιθανό τρόπο