Τι είναι οι έφηβοι λόγοι; Είναι οι σκέψεις και τα όνειρα των εφήβων του σήμερα, όσα τους πληγώνουν κι όσα τους γεμίζουν ελπίδα. Είναι οι στίχοι, τα πεζά κείμενα και τα σκίτσα τους. Σ’ αυτήν εδώ τη στήλη, λοιπόν, οι μαθητές του 1ου Γυμνασίου Πτολεμαΐδας τολμούν και τα παρουσιάζουν.
Το όνειρο
- Αμάν πια, δεν σας αντέχω άλλο.
Τραβάω την κιθάρα μου, πιάνω το μπουφάν, φεύγω βιαστικά από το σπίτι.
- Πού πας; Φωνάζει η μητέρα μου.
Η πόρτα είχε ήδη κλείσει πίσω μου και ήξερα ότι η μητέρα μου ήταν έξαλλη. Ήθελα να φύγω από το σπίτι να μην τους ακούω άλλο. Πιο κάτω ήταν ένα μικρό παρκάκι, όπου γνώριζα ότι εκεί σύχναζαν ναρκομανείς, αλλά δεν ήξερα πού αλλού να πάω να ξαποστάσω.
Για καλή μου τύχη δεν ήταν κανείς. Κάθισα στο παγκάκι και άρχισα να παίζω το αγαπημένο μου τραγούδι το “Λολίτα”. Τραγουδούσα σιγανά, αλλά οι σκέψεις με κατέκλυζαν. Δεν μπορούσα να παραβλέψω το γεγονός ότι οι γονείς μου θέλουν να γίνω μάγειρας με το στανιό. Δε με καταλαβαίνουν καθόλου. Επειδή όλοι μου οι πρόγονοι ήταν και είναι μάγειρες, το ίδιο κι οι γονείς μου, πρέπει να γίνω κι εγώ;
Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου μάγειρα, ενώ το όνειρό μου είναι η μουσική. Αν όχι να γίνω επαγγελματίας μουσικός που κάνει περιοδείες, θα ήθελα πάρα πολύ να ασχοληθώ με την επιστήμη της μουσικής. Να τραγουδάω, να διδάσκω ή και να παίζω σε μαγαζιά της περιοχής. Πρέπει να με καταλάβουν για μια φορά, πρέπει να καταλάβουν πως είναι δική μου η ζωή.
Ήρθε η ώρα να γυρίσω σπίτι. Ανοίγω την πόρτα. Αντικρίζω τον πατέρα μου καθισμένο στο σαλόνι να διαβάζει μια εφημερίδα και τη μητέρα μου στον χώρο της κουζίνας να καθαρίζει. Με τα βλέμματά τους καρφωμένα πάνω μου, τους ανακοινώνω ότι δε θέλω άλλο να μου κάνουν μαθήματα μαγειρικής και ούτε να πάω στο μαγαζί να τους βοηθάω.
– Δε γίνεται αυτό! λέει η μητέρα μου με μια βροντερή φωνή
– Συμφωνώ με τον γιο μας, Μελίνα. Το παιδί μάς το λέει τόσο καιρό κι εμείς συνεχίζουμε να το πιέζουμε με την μαγειρική. Πρέπει να το αφήσουμε ελεύθερο και να ακολουθήσει τον δρόμο που ποθεί. Δε χρειάζεται να συνεχίσει ο γιος μας την παράδοση. Μπορεί να φτιάξει μια δικιά του καινούργια, αρκεί να μην ξεχάσει τις ρίζες του. Άσε το παιδί να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει σ’ έναν ουρανό διαφορετικό απ’ αυτόν που του έχουμε μάθει και να παλέψει γι’ αυτό που πραγματικά αγαπά. Άντε τώρα γιε μου, πήγαινε να κοιμηθείς, γιατί είναι ήδη πολύ αργά.
Αυτά τα λόγια του πατέρα μου με καθησύχασαν, που κοιμήθηκα τόσο γαλήνια όσο καμία άλλη φορά.
Τάσος Γιαννούλης
μαθητής της Γ΄ τάξης
του 1ου Γυμνασίου Πτολεμαΐδας