Την προηγούμενη εβδομάδα έγραψα για την επικείμενη έναρξη της 2ης αξιολόγησης και τις μεγάλες δυσκολίες που ήδη εμφανίστηκαν πριν καν εκκινήσει η διαδικασία. Την περασμένη Κυριακή (!) εκκίνησε η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά και εκεί εμφανίστηκαν και τα πρώτα «βεγγαλικά» τουλάχιστον όσον αφορά τις απαιτήσεις του ενός εταίρου της διαπραγμάτευσης, του ΔΝΤ. Έτσι το ΔΝΤ εμφανίστηκε να επιμένει στις θέσεις του για απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων και υπερίσχυση των ατομικών συμβάσεων καθώς και περαιτέρω μείωση του κατώτατου μισθού. Η ελληνική κυβέρνηση διαμέσου του υπουργού Κατρούγκαλου ανταπάντησε πως δεν υπάρχει ζήτημα επιπλέον μείωσης του κατώτατου μισθού, ούτε λαμβάνοντας υπόψη ηλικιακά κριτήρια για τους νέους, ούτε υπολογίζοντας την επαγγελματική εμπειρία, ενώ σύμφωνα με τις πληροφορίες που διέρρευσαν ο υπουργός τόνισε χαρακτηριστικά πως «η πρώτη συνάντηση ήταν διερευνητική. Η κάθε πλευρά έθεσε τα όριά της. Ο ακραίος παίχτης κράτησε ακραία στάση».
Κατά τα δημοσιευθέντα, το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι είναι απορίας άξιο το πως η κυβέρνηση εκλαμβάνει (και χρησιμοποιεί…) τις αξιώσεις και την ίδια την στάση του ΔΝΤ. Έτσι, από την μια το ΔΝΤ δαιμονοποιείται δημοσίως κατά σύστημα από κυβερνητικά στελέχη ως ο «ανάλγητος δανειστής» για τις «σκληρές» αξιώσεις του, ενώ ταυτόχρονα η ίδια η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την πάγια θέση του ΔΝΤ για απομείωση του Δημοσίου Χρέους ως διαπραγματευτικό χαρτί με τους Ευρωπαίους. Πρέπει καταρχάς εκεί στην κυβέρνηση να αποφασίσουν επιτέλους τι ακριβώς είναι το ΔΝΤ: «Κακός δανειστής» που έχει άδικο, ή «σωστός δανειστής» που έχει δίκιο. Διότι ο «κακός» δεν μπορεί ταυτόχρονα να είναι και «σωστός» όπου μας… «βολεύει». Καθώς αυτή η καιροσκοπική και επιεικώς ασόβαρη διαπραγματευτική στάση της ελληνικής κυβέρνησης, δίνει λανθασμένα μηνύματα τόσο στους δανειστές όσο και στην ελληνική κοινωνία που υπομένει όλα τα παραπάνω.
Για τον γράφοντα, η προαναφερθείσα κυβερνητική στάση είναι περισσότερο ζήτημα πολιτικών εντυπώσεων παρά ουσίας. Για αυτό και δεν διαφαίνεται μια ξεκάθαρη στάση, αλλά αντιθέτως μια πλήρως αντικρουόμενη. Διότι εκεί στην κυβέρνηση φαίνεται να έχουν προαποφασίσει πως μια προσχηματική «ρήξη» με τους δανειστές (εντός πολλών εισαγωγικών) είναι μάλλον η μοναδική τους ευκαιρία μα διασωθούν πολιτικά από την απόλυτη εκλογική συντριβή που έρχεται γοργά. Δυστυχώς ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν αντιλήφθηκε ότι οι «διαπραγματεύσεις» που αφορούν το μέλλον της πατρίδας δεν μπορεί να γίνονται αντικείμενο πολιτικής σπέκουλας και καιροσκοπισμού, στο πλαίσιο των όποιων πολιτικών «εντυπώσεων». Καθώς κοστίζουν με το κόστος να αποτιμάται σε δις ευρώ (ενίοτε και σε δεκάδες δις…). Τα οποία η Ελλάδα και οι Έλληνες πολίτες δεν έχουν το παραμικρό περιθώριο να πληρώνουν πλέον.
Η καταστροφική πρώτη διαπραγμάτευση της περιόδου Βαρουφάκη που κόντεψε να διαλύσει την χώρα εντελώς, ενώ άφησε κληρονομιά χρέη 80 δις, τα capital controls και ένα χρηματοοικονομικό σύστημα στην εντατική, θα έπρεπε κάτι να τους έχει διδάξει. Φαίνεται όμως ότι συνεχίζουν τα «παιχνιδάκια», τα οποία φαίνεται πως εντάθηκαν τώρα που η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανήκεστο δημοσκοπική της κατάρρευση. Έτσι, χρησιμοποιώντας την «παλιά καλή συνταγή» της ψευδορίξης , κατά την οποία «κάνουμε τους δύσκολους» μέχρι η οικονομία να φτάσει στα απόλυτα όριά της και μετά «υποχωρούμε ατάκτως», η κυβέρνηση ίσως ευελπιστεί και πάλι να κερδίζει πολιτικά οφέλη.
Βεβαίως υπάρχει και το ακόμα χειρότερο ενδεχόμενο, το οποίο ο γράφων δεν θέλει ούτε να σκεφτεί. Αν κάποιοι στην κυβέρνηση έχουν αποφασίσει να «πάρουν μαζί τους» και την χώρα ενώ πέφτουν, δημιουργώντας ένα σκηνικό πλήρους ρήξης με τους δανειστές και εξόδου της χώρας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τότε οι εφιαλτικές στιγμές θα έρθουν δριμύτερες. Εξάλλου, οι «επαναστατικές κορώνες» του ψεύδους και της υποκρισίας κατά το προηγούμενο διάστημα, στο μόνο που οδήγησαν μέχρι σήμερα είναι στην απόλυτη εξαπάτηση του λαού και σε δεκάδες δις απώλειες. Κάποιοι μπορεί «πέφτοντας» να θελήσουν να διασώσουν την «υστεροφημία» τους, αποτελειώνοντας βεβαίως ολοκληρωτικά την χώρα. Το απεύχομαι ολόψυχα αλλά τους έχω ικανούς…
Παύλος Κιλίντζης
Μέλος της Ένωσης Κεντρώων