Πρέπει να γίνει σωστά η δίκη της Χρυσής Αυγής, καθώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται αυτή τη στιγμή μετατοπίζουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης από το περιεχόμενο της δίκης και χάνεται πολύτιμος χρόνος στο να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση στο περιβάλλον της δίκης.
Την άποψη αυτή διατύπωσε ο Αναπλ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονία Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Κωνσταντίνος Τσιτσιλίκης, μιλώντας το βράδυ του Σαββάτου 16 Μαΐου σε αντιφασιστική εκδήλωση που διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Ε. Κοζάνης στην Πτολεμαΐδα.
Είναι βασικό, είπε, το πώς θα επιδράσει η δίκη στην κομματική πελατεία της Χρυσής Αυγής, στους ανθρώπους που την ψηφίζουν. Ιδιαίτερα που η δίκη μπορεί να κρατήσει 1 ή και 1,5 χρόνο και το τι θα γίνει σε 1-1,5 χρόνο είναι πάρα πολύ δύσκολο να το προβλέψουμε και επειδή όλα είναι αλληλένδετα με το τι θα αποκομίσει η ΧΑ από αυτή μπορεί να φθάσουμε σε ακραίες περιπτώσεις. Δηλαδή, εάν υπάρξει καταδίκη μπορεί να υπάρξει ένα είδος ηρωοποίησης ή από την άλλη μεριά να καταπνίξει τη ΧΑ. «Πρέπει να δούμε πως θα διαχειριστούμε τα αίτια που γέννησαν τη ΧΑ αλλά και να πατάξουμε τα οικονομικά μεγέθη που γέννησαν τη φτώχεια, την ανέχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό», σημείωσε ο ομιλητής. Επισήμανε όμως ότι κυρίαρχο θέμα είναι να χτυπηθεί το ιδεολογικό θέμα του μεταναστευτικού, ένα πεδίο στο οποίο παίζει πολύ η πελατεία της ΧΑ. «Εκεί δεν είναι στο χέρι μας. Είναι όμως στο χέρι μας να χτυπήσουμε την ξενοφοβία. Χτυπώντας την ξενοφοβία είναι σαν να χτυπάμε εσωτερικά την ιδεολογία της ΧΑ και άλλων ακροδεξιών κομμάτων. Και να καταλήξουμε στο ότι η χρήση της βίας ως πολιτικό μέσο για πολιτικούς σκοπούς θα πρέπει να θεωρηθεί απαράδεκτη.»
Οι νέες μορφές βίας έχουν σχέση με τις νέες μορφές κυριαρχίας και εξουσίας, όπως ειδικά πλέον τις βιώνουμε και σαν Ελλάδα σε σχέση με ορισμένες εξελίξεις στην Ευρώπη, τόνισε ο Μιχάλης Μπαρτζίδης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, διδάσκων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Μέλος του Κοινωνικού Εργαστηρίου Θεσσαλονίκης και της Συντακτικής Επιτροπής στο περιοδικό «Θέσεις».
Έκανε λόγο για «αυταρχικό μίσος των ευρωπαϊκών θεσμών για την πολιτική», λέγοντας πως στο φαινόμενο των ελληνικών διαπραγματεύσεων για το ελληνικό χρέος διαπιστώνουμε μια σκληρή πλέον αντιμετώπιση εκ μέρους των ευρωπαϊκών θεσμών, πράγμα που μάς οδηγεί στο να κάνουμε δεύτερες σκέψεις. Και να εμβαθύνουμε για να δούμε γιατί εξελίσσεται η Ευρωπαϊκή Ένωση σε τέτοια κατεύθυνση και παίρνει αυτές τις μορφές κυριαρχίας.
Κατά τη γνώμη του, αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι «επικράτησε στην ΕΕ ένας ορθολογισμός εργαλειακός, μία λογική η οποία στην ουσία απορρίπτει την πολιτική, απορρίπτει την πολιτική διαπραγμάτευση, τα ζητήματα της Δημοκρατίας που τίθενται από το φαινόμενο το ελληνικό. Και είναι σαν να έχουμε βάλει έναν αυτόματο πιλότο στο καράβι της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και δεν πρόκειται να λάβουμε υπόψη μας οτιδήποτε προκύψει στις χώρες από την άποψη της Δημοκρατίας, των εκλογών, των αποφάσεων, να διορθωθεί η πορεία αυτή, να γίνει κάτι. Αυτό έχει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που νομίζω ότι έχει επιπτώσεις στις μορφές που θα λάβουν οι πολιτικές, η βία, η εξέλιξη και στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς αυτή η εργαλειακή λογική η οποία εξορίζει την πολιτική, εξορίζει τη Δημοκρατία, είναι πάρα πολύ κακός οιωνός για το μέλλον και ένα θεμελιακό ζήτημα στο θέμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.»