Για τον Άγιο Μάμα πολλά θα μπορούσαμε να πούμε. Αναμφίβολα απολαμβάνει ευσεβή τιμή, έχοντας μεγάλη σχετική βυζαντινή και μεσαιωνική διάδοση. Στον πολύ κόσμο είναι, συνήθως, γνωστός, από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και δη της Καππαδοκίας, Έλληνες της Κύπρου, αλλά και της Μακεδονίας, λόγω της παλαιάς πανηγύρεως του ομωνύμου κεφαλοχωρίου της Χαλκιδικής. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα γνωστό – άγνωστο Άγιο, αφού πολλές είναι οι ιστορικές λεπτομέρειες της ζωής και κυρίως της διάδοσης της τιμής του, διεθνώς, τις οποίες το κοινό δεν κατέχει.
Τιμάται στις 2 Σεπτεμβρίου, το αργότερα από τα χρόνια του Βασιλείου Καισαρείας, παρότι ήθλησε κατά το 2ο 15νθήμερο του Αυγούστου. Στον Ελληνικό λεγόμενο βίο του, είχε ως γονείς τους Θεόδοτο και Ρουφίνα, από την Γάγγρα της Παφλαγονίας. Υπήρξε ποιμένας, ενώ τρέφονταν με γάλα ελαφίνας, παραγωγός σε πολύ μικρή ηλικία ειδών τυριών. Κάτι το οποίο έχει αποτυπωθεί και στην εικονογραφία. Σε μια άλλη βέβαια παραλλαγή του Βίου του, ήδη καταγεγραμμένη από τον 4ο αιώνα, εμφανίζεται με άλλη, αριστοκρατική καταγωγή. Οδηγήθηκε στην Καππαδοκία, συνοδευόμενος από λέοντα. Δικάστηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, τελειώνοντας, είτε ξεψυχώντας κατά την ανάκριση, είτε μαρτυρώντας βασανιστικά επί Αυρηλιανού (270-275 μ.Χ.) και πραίτορος της Καππαδοκίας Αλεξάνδρου. Σε μια άλλη παραλλαγή, τίθεται το μαρτύριό του, σε μια λαμπρή μακεδονική αποικία, τις Αιγές της Κιλικίας.
Πολύ γρήγορα ο Άγιος απέκτησε μεγάλη τιμή, αφού μάλιστα, έως και τα αδέλφια Γάλλος και Ιουλιανός (ναι ο γνωστός ως παραβάτης), επεχείρησαν να ανεγείρουν μαρτυριακό ναό, προς τιμήν του, όταν εξορίσθηκαν στο χωριό Μάκελλον στους πρόποδες του Αργείου Όρους, κοντά στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Η μαρτυρία αυτή υπάρχει ανώνυμα στον Α΄ Στηλιτευτικό Λόγο κατά Ιουλιανού του Γρηγορίου του Θεολόγου και επώνυμα στο Ε΄ Βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Σωζομένου (PG 67, 1213A-1216A). Τελικά ολοκληρωμένη μαρτυριακή μορφή ναού του μάρτυρα, είχαμε υπό του Βασιλείου Καισαρείας. Πιστεύεται πως οικοδομικά κατάλοιπά κοντά στο αρχαίο Στάδιο της Καισαρείας, και ιδίως ένα τμήμα λίθου με οπή, όπου Έλληνες και Μουσουλμάνοι περνούσαν ασθενείς προς ίαση και κυρίως παιδιά, ανήκε σε εκείνο το μαρτυριακό ναό.
Ωστόσο το περιστατικό με την ανεπιτυχή οικοδόμηση του μαρτυρίου του Αγίου Μάμαντος υπό του Ιουλιανού, φαίνεται πως είχε επιδράσεις στην συμπεριφορά του Ιουλιανού. Επί του ιερού της θεάς Μα στα Κόμανα της Καππαδοκίας, μιας ξένης μορφής της μεγάλης μητέρας των θεών (αντίστοιχες ταυτίσεις π.χ. στο ελληνικό πάνθεο, είναι η Ρέα, η Δήμητρα και η Αρτέμιδα, αν και ο Στράβων διασώζει την ταύτιση τη Μα με την Ενώ -Γεωγραφικά, ΙΒ΄, 2, 3 και 3, 32-), ορκίσθηκε το 362, την αναβίωση του ετερόκλητου και όχι απαραίτητα ελληνικού, εθνικού του πανθέου. Ίσως διαδραμάτισε το ρόλο του, το ότι θεώρησε πως ο Καππαδόξ χριστιανός Μάμας, τον απέρριψε ως κτίτορα του μαρτυρίου του.
Εκείνο το οποίο στον πολύ κόσμο είναι παντελώς άγνωστο, είναι η μεγάλη διάδοση του Αγίου, ήδη, από την παλαιοχριστιανική εποχή. Το αργότερο από το 469 υπήρχε ναός του στην Κωνσταντινούπολη, αφού τότε ιδρύθηκε προάστιο με το όνομά του εκεί, όπως και ναός. Άλλοι μελετητές το τοποθετούν στο Έβδομον / Bakirkoy και άλλοι στο σημερινό Besiktas στον Γαλατά. Από τον ίδιο αιώνα, ο Άγιος τιμώνταν, επίσης, στις γαλλικές πόλεις Gap και Avignon. Κατά τον 6ο αιώνα, ιδρύθηκε περιώνυμη μονή, κοντά στην Ξυλόκερκο Πύλη της Κωνσταντινουπόλεως. Αυτήν την μονή, ανέλαβε και ανακαίνισε ως ηγούμενος το 980 ή 984, ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Τον 6ο, επίσης, αιώνα, αφιερώθηκε στον Άγιο, ναός στην Ρώμη, επί Γρηγορίου του Μεγάλου (540-604). Στην Ιταλία σχετίσθηκε και με τις πόλεις Emilia Romana στην Τοσκάνη, στην Brianza του Μιλάνο και στην περιοχή Belluno του Veneto. Μεγάλη ήταν η τιμή η οποία του αποδίδονταν στην γαλλική πόλη Langres, το αργότερο από τον 8ο αιώνα. Εκεί μεταφέρθηκε, υφαρπάχθηκε είναι η σωστή λέξη, η τίμια κάρα του Αγίου, δοθείσης ευκαιρίας της λατινικής κατάληψης της Πόλης το 1204. Μάλιστα η τίμια κάρα είχε πριν λίγες δεκαετίες ανακομισθεί στην Πόλη από την Καππαδοκία. Έτσι το 1209, ναός του 12ου αιώνα της πόλης Langres, θα αφιερωθεί στον Άγιο Μάμα, όπου και θα αποθησαυρισθεί η τίμια κάρα. Κατά τον 11ο αιώνα, εντοπίζεται τεμάχιο λειψάνου του Αγίου στην πόλη Sens της Γαλλίας. Το παλαιότερο δείγμα αγιογράφησης του Αγίου στην Δύση, αποτελεί το σε βιτρό εκτελεσμένο του St. Etienne της Auxerre, χρονολογημένο στον 13ο αιώνα. Κατά τον 14ο αιώνα, εντοπίσθηκε λείψανο του Αγίου, στον ναό της Αγίας Μαγδαληνής στη Σαραγόσα της Ισπανίας. Μάλιστα με προέλευση την Σαραγόσα, ανακομίσθηκε τεμάχιο λειψάνου το 1946, προς την πόλη Bilbao, όπου και μέχρι σήμερα ο λέων του Αγίου, αποτελεί το σύμβολο και το όνομα του γηπέδου της τοπικής ομάδας. Αποκαλείται με το, μάλλον, λιβανέζικο τύπο «St. Mames», παραπέμποντας σε εποχές σταυροφοριών. Ναοί του, επίσης, εντοπίζονται σε Ελβετία και Πορτογαλία.
Στην Ανατολή γνώρισε από τα βυζαντινά χρόνια μεγάλη διάδοση στο Λίβανο, το αργότερο από τον 7ο αιώνα, αλλά και στην Συρία. Η Κύπρος ευλογήθηκε να έχει σαρκοφάγο του Αγίου και έχουν εντοπισθεί περί τους 71 ναούς, παρεκκλήσια και οικιστικά κατάλοιπα. Είναι άγνωστος ο χρόνος, κατά τον οποίο διεδόθη η σχετική τιμή. Αναμφίβολα υπάρχει μια έξαρση μεταξύ του 10ου και του 16ου αιώνα, με διαπιστωμένη αγιογραφία, από τον 12ο αιώνα, στον Ναό της Θεοτόκου της Κοφίνου. Στην Ελλάδα η παλαιότερη τοιχογραφία προέρχεται από τον ναό του Αγίου Στεφάνου στην Καστοριά, ανήκουσα στον 10ο αιώνα. Η διασπορά της τιμής του, ανιχνεύεται κυρίως στην Κρήτη, την Πελοπόννησο και το Αιγαίο, ενώ σημαντικά στοιχεία εντοπίζονται στη Χαλκιδική και κυρίως το ομώνυμο χωρίο.
(Σ.Σ. Βασική πηγή του παρόντος άρθρου, υπήρξε ο εξαιρετικός κατάλογος της έκθεσης του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, «Η Τιμή του Αγίου Μάμαντος στη Μεσόγειο. Ένας ακρίτας Άγιος ταξιδεύει» (Θεσσαλονίκη, ΜΒΠ, 2013), σε επιμέλεια των αρχαιολόγων Ν. Μπονόβα, Α. Τσιλιπάκου και Χ. Α. Χατζηχριστοδούλου.