Του Μιχάλη Πιτένη
Το να κρίνει κάποιος σήμερα και να αποτιμήσει την 39χρονη ιστορία του ΠΑΣΟΚ, είναι αρκετά δύσκολο. Όχι τόσο επειδή παραμένει ένα ενεργό κόμμα στην ελληνική πολιτική σκηνή, όσο γιατί λόγω των αποφάσεων της τελευταίας Κυβέρνησης του (σ.σ. υπό τον Γ. Παπανδρέου) που επισημοποίησαν και προσέδωσαν δραματική, πλέον, μορφή στην πολυποίκιλη και πολυεπίπεδη κρίση της ελληνικής κοινωνίας, η οποία βεβαίως είχε ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα, υπάρχει ένα γενικότερο αρνητικό κλίμα που στρέφεται κυρίως εναντίον του, που αναπόφευκτα επηρεάζει την όποια αξιολόγηση του.
Εκείνο, όμως, που μπορούμε, με απόλυτη βεβαιότητα, να πούμε τώρα είναι πως το ΠΑΣΟΚ επηρέασε, όσο λίγοι πολιτικοί σχηματισμοί και κόμματα, την ελληνική κοινωνία και συνέβαλε τα μέγιστα στη διαμόρφωση της σημερινής της ταυτότητας. Αυτό και μόνο το γεγονός μπορεί να εξηγήσει σε μεγάλο βαθμό γιατί η κοινωνία αυτή εμφανίζεται όχι απλώς θυμωμένη, αλλά εξοργισμένη μαζί του. Γιατί είναι ουσιαστικά δημιούργημα του κόμματος αυτού, ως πολιτική φιλοσοφία, κουλτούρα, αντίληψη ζωής, αξιακό σύστημα κ.τ.λ., δηλαδή ένα δικό του παιδί. Και όπως συνήθως συμβαίνει, τα παιδιά πρώτα στους γονείς στρέφονται, είτε για να πάρουν βοήθεια, είτε για να τους κατηγορήσουν για πολλά και διάφορα.
Όπως παραδέχονται όλοι, το ΠΑΣΟΚ με το που ανέλαβε την εξουσία το 1981, με τον ηγέτη και ιδρυτή του Α. Παπανδρέου στο τιμόνι της Κυβέρνησης, επέλεξε και πέτυχε κάτι που ήταν απολύτως απαραίτητο για την κοινωνία. Έθεσε τέρμα στο διαχωρισμό και τις ανισότητες που είχαν επιβάλει οι νικητές του εμφυλίου πολέμου και έδωσε τη δυνατότητα και στους υπόλοιπους Έλληνες να αρχίσουν να αισθάνονται πως ζουν σ΄ ένα κράτος ίσων ευκαιριών και δικαιωμάτων.
Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν απλώς αναπόφευκτη για ένα κράτος που ήδη συμμετείχε στην τότε Ενωμένη Ευρώπη (ως Ε.Ο.Κ.), αλλά και ιστορικά αναγκαία για να προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός του, ο οποίος φυσικά δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτευχθεί με τους μισούς, περίπου, πολίτες στο περιθώριο. Εδώ, όμως, ήταν που έγινε και το μεγάλο ιστορικό λάθος. Η εξίσωση προχώρησε χωρίς κανόνες και προϋποθέσεις. Κανόνες και προϋποθέσεις όχι για να μείνουν κάποιοι απ΄ έξω, αλλά για να ελεγχθούν και να χαλιναγωγηθούν οι αντιδράσεις εκείνων που τόσα χρόνια στερούνταν κάποια πράγματα που για τους άλλους ήταν αυτονόητα και ήταν λογικό και επόμενο να τους δημιουργήσουν απωθημένα.
Αυτή τη διάσταση μπορεί να μην μέτρησαν τότε πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, με λόγο και εξουσία στην Κυβέρνηση και την κοινωνία, είτε γιατί δεν μπορούσαν, είτε γιατί δεν τους συνέφερε. Όφειλε, όμως, να τη μετρήσει και να τη λάβει σοβαρά υπ΄ όψιν της η ηγετική ομάδα της κορυφής υπό τον Α. Παπανδρέου, που και μορφωμένη ήταν αλλά και με πολλές εμπειρίες απ΄ τη ζωή της, επί σειρά ετών, σε ξένες χώρες.
Δυστυχώς δεν την έλαβαν υπ΄ όψιν και αντί μαζί με την εξίσωση στην κοινωνία και το κράτος να μπουν και οι κανόνες που θα τους οδηγούσαν στον πραγματικό εκσυγχρονισμό τους, άφησαν το λαϊκισμό να εξαπλωθεί και να γίνει η κυρίαρχη τάση στην ελληνική κοινωνία. Αποτέλεσμα; Οι έσχατοι έγιναν πρώτοι και όποιος διέθετε το μεγαλύτερο θράσος ο παράγοντας που έλυνε για λογαριασμό των δικών του και έδενε ό,τι αφορούσε τους όποιους αντιπάλους του.
Αυτή την τάση της κοινωνίας την υιοθέτησε πλήρως και η Δεξιά, με αποτέλεσμα ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία να λειτουργήσουν από τη μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα ως οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, γαλουχώντας και καθοδηγώντας μια ολόκληρη κοινωνία χωρίς πραγματικές και σημαντικές αξίες, χωρίς σχέδιο και ουσιαστική οργάνωση, χωρίς πρόγραμμα και προοπτική, σε όλα της τα επίπεδα και τους τομείς. Αυτό θα το δει κανείς καθαρά επιλέγοντας έναν οποιοδήποτε τομέα και αξιολογώντας την πορεία που ακολούθησε από το 1974 μέχρι και σήμερα. Τις εποχές που όχι λεφτά αλλά και πραγματικές ευκαιρίες υπήρχαν, η ελληνική κοινωνία αν δεν τα σκόρπιζε σε αμφιβόλου αξίας και αποτελεσματικότητας επενδύσεις, τα έκαιγε ανάβοντας το πούρο της στα ξενυχτάδικα.
Αυτό είτε αρέσει είτε όχι είναι ένα από μεγαλύτερα ιστορικά λάθη του ΠΑΣΟΚ.