Η φορολόγηση των πολιτών έχει φτάσει πλέον σε επίπεδα εκτός ορίων. Τα αποτελέσματα είναι εμφανή: Ανείσπρακτες απαιτήσεις, ληξιπρόθεσμες οφειλές, πλειστηριασμοί, κατασχέσεις κ.ά.
Με το νομοσχέδιο που κατατίθεται αυτές τις μέρες για ψήφιση στη Βουλή, θεσπίζεται πλέον (νομοθετείται) ο φόρος ακινήτων, ο λεγόμενος Ενιαίος Φόρος Ακινήτων (ΕΝΦΑ), συμπεριλαμβάνοντας και τη γεωργική γη. Το εργαλείο δηλαδή του αγρότη μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η αγροτική παραγωγή.
Εδώ και χρόνια, όλος ο αγροτικός κόσμος, η επιστημονική κοινότητα, ακόμη και ο πολιτικός κόσμος, μιλούσαν για «πολιτική γης» εννοώντας κατά βάση την ορθολογική διαχείριση της γεωργικής γης. Μιλούσαν όλοι για «Τράπεζα γης».
Αντί αυτών, προγραμματίζεται φορολογία επί δικαίων και αδίκων, από τους μικροκαλλιεργητές – μικροϊδιοκτήτες, μέχρι τους εισοδηματίες και τους τσιφλικάδες (γιατί έχουμε ακόμα και σήμερα τέτοιους, όσο κι αν ακούγεται παράξενο).
Η παραγωγικότητα της γεωργικής γης (της έγγειας προσόδου όπως λέγεται) δε σχετίζεται με το είδος της καλλιέργειας που εγκαθίσταται σ’ αυτήν. Η παραγωγικότητα αυτής σχετίζεται, σύμφωνα με τη θεωρία της αγροτικής οικονομίας, με τις φυσικές, χημικές, βιολογικές και κλιματικές συνθήκες που επικρατούν σε έναν τόπο.
Δυστυχώς, καμία τέτοια αξιολόγηση δεν εμπεριέχεται στη λογική του φορολογικού νομοσχεδίου που πρόκειται να κατατεθεί στη βουλή εντός των ημερών.
Το σχέδιο νόμου, που δόθηκε στη δημοσιότητα, έχει μόνο εισπρακτικό χαρακτήρα και απευθύνεται μάλιστα σε ένα κόσμο που η πλειοψηφία του έχει χαμηλό εισόδημα (συνήθως κάτω από 5-10 χιλ. ευρώ). Φορολογούνται ακόμα και τα δέντρα, που αποτελούν επενδυμένο κεφάλαιο!!
Ο ενιαίος φόρος ακινήτων δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνει τη γη που χρησιμοποιείται για γεωργικούς σκοπούς (παραγωγή αγαθών), όταν μάλιστα αυτή ανήκει ιδιοκτησιακά σε επαγγελματίες παραγωγούς πρωτογενών προϊόντων. Γιατί η γη, σ’ αυτή την περίπτωση, αποτελεί το βασικότερο συντελεστή της παραγωγής και απαραίτητο εργαλείο μιας γεωργικής εκμετάλλευσης.
Εξάλλου, στη διαδικασία παραγωγής αγαθών, αγροτικών προϊόντων, συμμετέχει όλο το φυσικό περιβάλλον (το έδαφος, το υπέδαφος, ο αέρας, το νερό, το κλίμα κ.ά.). Γιατί να φορολογηθεί ένας μόνο συντελεστής παραγωγής, που αποτελεί συγχρόνως και τον κυριότερο; Μήπως έρχεται η σειρά να φορολογηθούν και οι άλλοι συντελεστές, το νερό, ο αέρας, η βροχή!!! Υπερβολικό ακούγεται. Άλλο τόσο υπερβολικό είναι να φορολογείται ένα από τα εργαλεία του αγρότη, η γη.
Η γεωργική γη υπόκειται πρώτα – πρώτα στο νόμο της στενότητας, λόγω του ότι είναι περιορισμένος πόρος (δεν μπορεί να αυξηθεί ή να αναπαραχθεί) και πρέπει να έχει συγκεκριμένο στόχο, σκοπό και χρήση (μόνο την καλλιέργεια και σε μικρότερο βαθμό την άσκηση της κτηνοτροφίας). Υπόκειται επίσης στο νόμο της μη αναλόγου αποδόσεως, εξαιτίας του υψηλού βαθμού αβεβαιότητας και κινδύνου. Κι όταν δεν υπάρχει παραγωγή, εξαιτίας αστάθμητων παραγόντων; Τότε γιατί φορολογείται;
Στα πλαίσια του νόμου επίσης ορίζονται συντελεστές σύμφωνα με τη θέση του χωραφιού, την απόσταση από κατοικημένες περιοχές, την πρόσβαση σε δρόμο και άλλα τέτοια.
Κανένα από αυτά τα κριτήρια δεν έχουν σχέση με την παραγωγικότητα του εδάφους, παρά μόνο σχετίζονται με κτηματομεσιτικά (οικόπεδα) και κριτήρια, επιδιώκοντας να υπολογίζουν τη χρηματική αξία της γης με όρους μη παραγωγικούς.
Μήπως δεν θέλουμε την παραγωγή; Η απάντηση είναι ότι ίσως αυτό επιδιώκεται μέσω αυτού του μέτρου. Το επιβεβαιώνουν άλλωστε και άλλες αποφάσεις των Κυβερνώντων, όπως είναι οι πρόσφατες σκέψεις για το φρέσκο γάλα.
Για την μη εφαρμογή του μέτρου συμφωνούν όχι μόνο οι αγρότες, αλλά και η επιστημονική κοινότητα, το ΓΕΩΤΕΕ, πολλοί μεμονωμένοι βουλευτές και τα περισσότερα κοινοβουλευτικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένων του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ.
Γιατί, μ’ αυτό τον τρόπο θα επιβαρυνθεί ακόμα περισσότερο το ήδη αυξημένο κόστος παραγωγής και ίσως μάλιστα πολλοί αγρότες να μην μπορούν να πληρώσουν αυτό το φόρο. Τα οικονομικά αποτελέσματα από τη γεωργική παραγωγή είναι περιορισμένα και στις περισσότερες των περιπτώσεων αρνητικά!
Και το κυριότερο, δεν γίνεται καμία αναφορά στους κατόχους καλλιεργητές, που είναι «κατά κύριο επάγγελμα αγρότες», που επέλεξαν το δύσκολο δρόμο της πρωτογενούς παραγωγής.
Γιατί κάθε θέση εργασίας στο γεωργικό τομέα ενισχύει τη συνολική απασχόληση στη χώρα με επιπλέον 5 περίπου θέσεις εργασίας στους υπόλοιπους τομείς και γιατί για κάθε ευρώ που παράγεται στον πρωτογενή τομέα το Εθνικό ΑΕΠ ενισχύεται με επιπλέον 4 ευρώ.
Γιατί αυτοί είναι που θα δυναμώσουν την επάρκεια της χώρας μας σε τρόφιμα και θα ενισχύσουν αντίστροφα το ήδη αρνητικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων.