Οι μοναδικές ομορφιές του Βοΐου και τα περιπατητικά μονοπάτια που συνδέουν παραδοισιακούς οικισμούς και σπάνια δάση, αναδείχτηκαν σε ημερίδα που πραγματοποιήθηκε προχτές; Βράδυ στο Κοβεντάρειο.
Στην ημερίδα παρουσιάστηκε το έργο ‘‘Ανάπτυξη Εναλλακτικών Μορφών Τουρισμού με τη Δημιουργία Δικτύου Περιπατητικών Μονοπατιών στο Νομό Κοζάνης’’, με περιοχή δράσης το Βόϊο.
Το έργο πραγματοποιεί το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών με πρωτοβουλία του διευθυντή του εργαστηρίου τεχνολογίας περιβάλλοντος καθηγητή Ι. Γ. Μπάρτζη, στα πλαίσια του προγράμματος Πίνδος , υπό την αιγίδα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κοζάνης.
Συμμετέχουν επίσης η Οικολογική Κίνηση Κοζάνης με τη μοναδική της συνέπεια και την καταπληκτική δουλειά στο πεδίο, το Κέντρο Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κοζάνης και ο Αρκτούρος.
Μιλώντας στην ημερίδα ο νομάρχης Κοζάνης, Γιώργος Δακής, υπογράμμισε ότι «οι κύριοι στόχοι του προγράμματος είναι η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού στην περιοχή του Βοΐου με τη δημιουργία δικτύου περιπατητικών μονοπατιών και η ανάδειξη του φυσικού πλούτου και της σπάνιας πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μέσα από ολοκληρωμένες δράσεις προστασίας του».
Την περιοχή Βοΐου ως προορισμό εναλλακτικών μορφών τουρισμού, παρουσίασε ο καθηγητής Ι. Μπάρτζης, υπογραμμίζοντας: Το Βόιο είναι ένας τόπος ξεχωριστός. Βρίσκεται ανάμεσα στη Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο με αποτέλεσμα τόσο το τοπίο όσο και ο πολιτισμός να περιλαμβάνουν πλούσια στοιχεία και των δύο περιοχών. Είναι η πόρτα της Πίνδου και η είσοδος για την απαρχή των ψηλών βουνών και των μεγάλων ποταμών. Εδώ βρίσκονται τα θεμέλια των συνεχόμενων οροσειρών και οι πηγές του Αλιάκμονα, του μεγαλύτερου ποταμού της Ελλάδας.
Η περιοχή του Βοΐου αποτελεί το δυτικό τμήμα των νομών Κοζάνης και Καστοριάς. Είναι τόπος κυρίως ορεινός και οι περισσότεροι από τους κατοίκους ασχολούνται με την πρωτογενή παραγωγή όπως τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη δασοκομία.
Ιστορικά, το Βόιο αποτέλεσε τμήμα της αρχαίας Ορεστίδας. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο συσχετίστηκε με την εισβολή και εγκατάσταση νέων λαών στα Βαλκάνια, ενώ κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας αποτέλεσε καταφύγιο των χριστιανικών πληθυσμών από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ο πληθυσμός του αυξήθηκε και δημιουργήθηκαν πολλοί ορεινοί οικισμοί με κύρια ασχολία την κτηνοτροφία.
Κατά τους Νεότερους χρόνους το Βόιο σχετίστηκε με τα Ορλωφικά γεγονότα, το έπος του ‘40, την εθνική αντίσταση και τον εμφύλιο. Έγινε γνωστό για τους μαστόρους του, που αριστουργήματά τους σώζονται σε ολόκληρη την Ελλάδα, και για την χαρακτηριστική τοπική αρχιτεκτονική πέτρινων κτισμάτων, σπιτιών, γεφυριών και νερόμυλων.
Μετά τον εμφύλιο, η αστικοποίηση, οι έντονες μεταναστευτικές κινήσεις που σημειώθηκαν, η παρακμή της κτηνοτροφίας και η εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην οικοδομική, επέφεραν την παρακμή και την ερήμωση του τόπου.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα το Βόιο να παραμένει μνημείο φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς με τα δάση, τα ρέματα, τους γεωλογικούς σχηματισμούς, τη βιοποικιλότητά του, τα παλιά πέτρινα κτίσματά του, και το πλήθος των αρχαιολογικών χώρων που πρόσφατα ήρθαν στο φως.
Στον ορεινό όγκο του Βοΐου, υπάρχει πλήθος από αρχαίες και νεότερες διαδρομές ιστορικά καταγεγραμμένες. Από αυτές, άλλες διαμορφώθηκαν σε δρόμους, (αρβανιτόστρατα, βλαχόστρατα), άλλες σε πεζοπορικά και ορειβατικά μονοπάτια, (το ταξίδι του ποταμού Πραμόριτσα, Πεντάλοφος – Νέα Κοτύλη), ενώ άλλες χάθηκαν μαζί με τους οικισμούς που συνέδεαν, ή εγκαταλείφθηκαν λόγω κατασκευής νέων οδών.
Κατά μήκος ολόκληρης σχεδόν της ορεινής ζώνης υπάρχει ένα δίκτυο πάνω από 40 ημιορεινών και ορεινών οικισμών σε υψόμετρο από 750 έως 1.450 μέτρα. Τα παραδοσιακά αυτά πετρόχτιστα χωριά, τα λεγόμενα ‘‘μαστοροχώρια’’ ή ‘‘καστανοχώρια’’, αποτελούν οργανωμένους οικιστικούς και πολιτιστικούς ιστούς, αποτελώντας πλέον ιδιαίτερους προορισμούς εναλλακτικού τουρισμού.
Στη μεγάλη σημασία που έχει η καταγραφή, η χαρτογράφηση και βελτίωση της σήμανσης των μονοπατιών, αναφέρθηκε ο Λάζαρος Τσικριτζής, πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης, η οποία συμμετέχει στο πρόγραμμα. Επίσης στο έργο που υλοποιείται προβλέπονται:
-Καταγραφή, χαρτογράφηση, και κατασκευή δέκα νέων διαδρόμων, ώστε να ενωθούν με τα υπάρχοντα και να δημιουργηθούν δύο μεγάλα δίκτυα μονοπατιών 100 χιλιομέτρων το καθένα στα όρη Βόιο και Άσκιο.
-Κατασκευή γενικών χαρτών της περιοχής Βοΐου και κάθε διαδρομής ξεχωριστά.
-Ανάπτυξη και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων σε δύο περιοχές μονοπατιών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΗΤΤΑΣ