Είναι πλέον κοινή η αντίληψη ότι ζούμε και ίσως θα ζούμε και στο μέλλον, σε μία εποχή κρίσης και αλλαγών. Εποχή που την απορύθμιση σε πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο θα την διαδέχεται η ανάγκη ρυθμιστικών πρωτοβουλιών, η ανάγκη ρεαλιστικών προσδιορισμών και εφαρμόσιμων πολιτικών βασισμένων κυρίως στην αρχή της πραγματικότητας.
Στην αρχή της επίλυσης των διαφορών, της ανεύρεσης των πραγματικών αναγκών, και της ανασύνταξης του διαλόγου και της ιδεολογικής επιχειρηματολογίας πάνω σε μία περισσότερο ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνίας μακριά από ανενεργά παρελθοντικά αλλά και ΜΜΕ φαντάσματα αλλά και πιο κοντά στην διαρκή αλήθεια και το ρεαλισμό του σύγχρονου ανθρώπου.
Ρεαλισμός απαραίτητος ο οποίος στην περίπτωση μας δεν θα μας έκανε περισσότερο κυνικούς και «ρεαλιστές» αλλά αντιθέτως θα έφερνε την κοινωνία και τους πολίτες πιο κοντά σε μια νέα νοηματοδότηση πιο κοντά σε ένα νέο νόημα το οποίο διαφαίνεται καταρχήν ως μία πάγια κοινωνική ανάγκη.
Η ανάγκη φροντίδας και προστασίας του περιβάλλοντος, η ανάγκη ενός νέου τύπου ανάπτυξης της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης» είναι μερικά δείγματα αυτού του νέου ρεαλισμού.
Η διαρκώς αυξανόμενη συζήτηση για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος για μια νέα οικονομία-οικολογία και μια νέα ανάπτυξη διευρύνει τη συζήτηση πάνω σε ένα άλλο μεγαλύτερο και σοβαρότερο θέμα.
Είναι ο άνθρωπος μέρος αυτής της φύσης;
Είναι τα περιβάλλοντά του ( το ψυχολογικό, το οικογενειακό, το κοινωνικό, το εργασιακό, το πολιτισμικό κλπ) μέρος αυτού του φυσικού περιβάλλοντος ;
Αν απαντήσουμε θετικά τότε η συζήτηση για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος διευρύνεται. Αρχίζει να γίνετε σταδιακά μία κυρίως πολιτική συζήτηση.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα αίτια της πρόσφατης παγκόσμιας κρίσης στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι κυρίως πολιτικά.
Και η πιο επιπόλαια ανάγνωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η απορύθμιση, η απουσία δηλαδή κανόνων και ελέγχου από την επίσημη πολιτεία, το ανεξέλεγκτο κυνήγι του κέρδους των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, η μετατροπή μίας κοινωνίας πολιτών σε μία ανεξέλεγκτη κοινωνία χρεωστών- καταναλωτών οδήγησε και θα οδηγεί στην απουσία του μέτρου, στην απουσία του ελέγχου και σε μια διαρκώς πλαστή εικόνα για τα πραγματικά δεδομένα της παγκόσμιας κοινωνίας και οικονομίας.
Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίζουμε από τούδε και στο εξής ανάλογες κρίσεις θα είναι και ο τρόπος με τον οποίο θα αυτοθεσπίζουμε τον μέλλον των κοινωνιών μας. Γιατί η ανάγκη διεξόδου από την κρίση επιφέρει για μια ακόμη φορά την ανάγκη για ύπαρξη συντεταγμένης πολιτείας και πολιτικής.
Το ερώτημα που θα τεθεί αργά ή γρήγορα και στη χώρα μας θα είναι εάν τα εργαλεία διαχείρισης αυτής της κρίσης θα είναι τα ίδια με αυτά τα οποία την έχουν δημιουργήσει. Ήδη στην Αμερική γίνεται μία μεγάλη κουβέντα η οποία αποτυπώνεται και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα αίτια της κρίσης από δύο διάσημους οικονομολόγους τον Ντιν Μπέικερ και Πωλ Κρούγκμαν.
Ο Μπέικερ έχει υποστηρίξει ότι η βασική αιτία της οικονομικής ύφεσης είναι η κατάρρευση της αγοράς των στεγαστικών δανείων (με την δημιουργία στη συνέχεια πάνω σε αυτή την κατεστραμμένη αγορά- τοξικών χρηματοοικονομικών προϊόντων) στις ΗΠΑ μετά από ανεξέλεγκτες πολιτικές δανειοδότησης και ο αντίκτυπος που είχε αυτή η απώλεια πλούτου στην κατανάλωση. Κατά την άποψή του η πτώση στην κατανάλωση, από τη στιγμή που έσκασε η φούσκα των στεγαστικών, παραμένει ακόμα μικρότερη από ότι θα ανέμενε κανείς με βάση τις δεδομένες εκτιμήσεις του μεγέθους της επίδρασης του ύψους των στεγαστικών.
Αντίθετα ο Κρούγκμαν δίνοντας περισσότερο έμφαση στον αντίκτυπο της χρηματοοικονομικής κατάρρευσης βάζει ως αρχική προτεραιότητα την ανάγκη διόρθωσης του τραπεζικού συστήματος και του χρηματοοικονομικού τομέα.
Το τραπεζικό σύστημα και κατ΄ επέκταση ο χρηματοοικονομικός τομέας βρίσκονται στο κέντρο των αποφάσεων διότι απλούστατα είναι οι κύριοι διαμεσολαβητές μίας οικονομίας μεταξύ θετικών ( καταθέτες ) και αρνητικών (δανειολήπτες, επενδυτές ) αποταμιευτών μίας οικονομίας.
Κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στην Ελλάδα ο Κρούγκμαν τόνισε την ανάγκη θαρραλέων πολιτικών οι οποίες θα δημιουργήσουν τις συνθήκες αναθέρμανσης (αγγλοσαξονικά unfreeze, ξεπαγώματος) της οικονομίας.
Το στίγμα αυτών των πολιτικών αποτυπώθηκε στην συνάντηση των G20 στο Λονδίνο.
Η Ελλάδα ως μέλος του Ευρώ καλείται να υπερασπιστεί ένα ισχυρό νόμισμα με συντηρητικές πολιτικές που μειώνουν μεν το δημοσιονομικό έλλειμμα και συγκρατούν το δημόσιο χρέος αλλά που δυστυχώς δεν είναι ικανές να επικαλύψουν τις ζημίες από την πτώση του ρυθμού ανάπτυξης (πτώση στην τουριστική δραστηριότητα, την οικοδομή, την ναυτιλία, την κατανάλωση κλπ) λόγω της παγκόσμιας κρίσης.
Ρυθμός ανάπτυξης (οικονομίας και παραοικονομίας ) ο οποίος έκρυβε τις περισσότερες φορές μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τις μεγαλύτερες αγκυλώσεις του οικονομικού και πολιτικού μας προβλήματος (διάρθρωση της οικονομίας, φορολογικό σύστημα, κλειστά επαγγέλματα, ασφαλιστικό, έλλειψη παραγωγικού προτύπου και καινοτομίας, ανεργία, φτώχεια κα).
Τις προτεραιότητες για την κατεύθυνση της οικονομίας μας της δίνει πρωτίστως (δυστυχώς ή ευτυχώς) το ισχυρό μας νόμισμα και όχι ο δείκτης της ανεργίας, το ποσοστό φτώχειας κλπ.
Τα μέτρα για τη φτώχεια και την ανεργία είναι κυρίως μέτρα για την κοινωνική ισορροπία και συναίνεση των οικονομικά ασθενών.
Σε αυτό το σημείο και σε αντίθεση με τις διαμαρτυρίες των Αμερικανών (για τους οποίους άμεση προτεραιότητα είναι η διοχέτευση της αγοράς με ρευστότητα και η αύξηση των δημοσίων δαπανών ), η Ευρώπη δικαιολογεί τη συντηρητική της στάση θεωρώντας ότι όλο το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι βασισμένο σε μία πολιτική πρόνοιας και δημοσίων επενδύσεων ακριβώς για το κυριότερο λόγο να απορροφούνται οι συστημικές της κρίσεις..
Και ένας από τους λόγους που συναίνεσε στην συνάντηση των G20 ήταν η συμφωνία για την ανάγκη ρύθμισης του αγγλοσαξονικού τύπου αχαλίνωτου χρηματοοικονομικού καπιταλισμού-πάγιο αίτημα της Γερμανίας.
Επειδή όμως στην οικονομία όπως και στη ζωή κάθε επιλογή έχει και το αντίθετο αποτέλεσμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική τράπεζα μειώνοντας τα επιτόκια αρχίζει να ρίχνει ρευστό και αυτή με τη σειρά της στη αγορά.
Μέσα σε αυτό το διαμορφωμένο περιβάλλον κρίσης και κριτικής ποιος είναι ο ρόλος και οι επιλογές των τοπικών κοινωνιών ;
ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Η σωστή προετοιμασία και η αποτελεσματική χρήση των πόρων (εθνικών ή ευρωπαϊκών) είναι από τις πρώτες προτεραιότητες.
Μία βασική συνέπεια των παραπάνω είναι η τόνωση της τοπικής οικονομίας και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Η οικονομική στήριξη των ασθενέστερων και το πάγωμα των τελών και άλλων άμεσων φόρων σε συνδυασμό με την στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
(Η καθιέρωση και η επιβράβευση σε τοπικό επίπεδο του «επιχειρηματία της χρονιάς» βάσει γνωστών και προσυμφωνημένων κριτηρίων είναι ένα πρώτο βήμα).
Η εξωστρέφεια της τοπικής οικονομίας μέσω μίας σωστής καταγραφής και αποτύπωσης των δυνατοτήτων της θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για την απαγκίστρωση της τοπικής οικονομίας οδηγώντας την στην εξωστρέφεια της ελληνικής αλλά και της βαλκανικής αγοράς.
Η Εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας είναι ένα θέμα που δυστυχώς τις περισσότερες φορές και ειδικά στη βόρεια Ελλάδα θίγεται λιγότερο.
Είμαστε η μοναδική χώρα στα Βαλκάνια η οποία με τις σωστές διαρθρωτικές πολιτικές και με την αξιοποίηση της κοινωνίας της γνώσης θα μπορούσε να αποτελέσει την ατμομηχανή μιας καινούργιας ανάπτυξης και πρότυπο εξαγωγής τόσο καινοτομίας όσο και γνώσης και τεχνολογίας πάνω στην νέα μορφή ανάπτυξης τη λεγόμενη πράσινη.
Η σύνδεση του πλούτου με την αύξηση της περιβαντολλογικής ρύπανσης και κατά συνέπεια με ένα δικαιότερο φορολογικό σύστημα είναι κάτι το οποίο αργά η γρήγορα θα επιβληθεί από την κοινή λογική.
Για παράδειγμα οι επιχειρήσεις που ρυπαίνουν λιγότερο, οι επιχειρήσεις βιολογικής παραγωγής θα έπρεπε να έχουν μεγαλύτερες φορολογικές ελαφρύνσεις.
Η ανάγκη ενός νέου θεσμικού πλαισίου και η δημιουργία Υπουργείου περιβάλλοντος το οποίο αποκεντρωμένο και ενισχυμένο από τους θεσμούς της αυτοδιοίκησης είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Όποιος έχει θητεύσει για χρόνια στις αγορές διαπιστώνει αργά η γρήγορα ότι το κέρδος δεν είναι το μοναδικό κίνητρο της αγοράς.
Εκτός από αυτό υπάρχει και ένα πλέγμα σχέσεων το οποίο δυναμώνει δεσμούς επαγγελματικών ομάδων προς κατευθύνσεις που έχουν να κάνουν με την δημιουργικότητα, την καινοτομία, την εξυπηρέτηση, την αποτελεσματικότητα, την εμπιστοσύνη.
Το να έρθουν οι δευτερεύουσες αυτές σημασίες σε ένα πρώτο επίπεδο μέτρησης και προτεραιότητας είναι νομίζω ένας εφικτός πολιτικός στόχος.
Αυτό θα έπρεπε να είναι η καθημερινή φροντίδα για όσους σχεδιάζουν σε τοπικό επίπεδο.
Ισχυρή κοινωνία της γνώσης όχι μόνο για μία αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη αλλά κυρίως για μία περήφανη οικονομική εξωστρέφεια που θα δυνάμωνε και θα ενθάρρυνε τις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων.
Τέλος σχεδιασμός με βάσει αναπτυξιακό σχέδιο εικοσαετίας για κάθε δήμο.Ένα σύγχρονο Master plan το οποίο θα είναι ανοιχτό στις προτάσεις και τις αλλαγές αλλά θα δίνει τον κατευθυντήριο στόχο κάθε τοπικής κοινωνίας (αστικής, ημιαστικής, αγροτικής ).
Ως μορφή πρότασης θα μπορούσε να θεωρηθεί το εν λόγω αναπτυξιακό σχέδιο εικοσαετίας (Master plan) να μπορεί να διδάσκεται σε κάποιες τάξεις του Γυμνασίου ή του Λυκείου ή των Λυκείων της κάθε περιοχής.
Ο στόχος από μία τέτοια πρόταση είναι διπλός:
Α) Ο προβληματισμός γύρω από την τοπική ανάπτυξη για έναν νέο άνθρωπο και δη μαθητή να αποτελέσει απαρχή ενός γενικότερου πολιτικού προβληματισμού για τον νέο αλλά και επαναπροσδιορισμό της σχέσης εμπιστοσύνης με τον πολιτικό κόσμο.
Β) Η γνώση του αναπτυξιακού σχεδίου της περιοχής του για το νέο μαθητή θα αποτελέσει και αφορμή για έναν προσωπικό επαγγελματικό προσανατολισμό ο οποίος θα τον εντάξει γρηγορότερα στις κοινωνικές και οικονομικές δομές που επιθυμεί.
ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΓΕΩΠΟΝΟΣ – ΓΕΩΡΓΟΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ
Υπαλ. ΑΤΕΒank