του παπαδάσκαλου
Κωνσταντίνου Ι. Κώστα
Στο Αναλόγιο του Ιερού Ναού Αγίου Διονυσίου εν Ολύμπω στο Βελβεντό ανέβηκε για να ψάλει, επικεφαλής του ψαλτικού χορού του Ιερού Ναού, στον Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής (11-8-2013) στον ετήσιο εορταστικό κύκλο των 50 χρόνων λειτουργίας του Ιερού Ναού και με την παρουσία του ιερού λειψάνου του Αγίου, ο Άρχων Πρωτοψάλτης της Ιεράς Μητρόπολης Ατλάντας (της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής) Γεώργιος Επαμεινώντα Πάπας (Παπαβασιλείου) με καταγωγή από το Βελβεντό.
Ο Πρωτοψάλτης Γεώργιος Πάπας, 75 ετών, άριστος θεωρητικός και ψάλτης, πτυχιούχος του Ωδείου Θεσσαλονίκης με βαθμό άριστα και με πολυετή θητεία και εμπειρία στα Αναλόγια της Εκκλησίας ανά τον κόσμο, (58 ολόκληρα χρόνια ψάλτης, 35 χρόνια Πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο Cleveland-Ohio, 15 στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στο Ελληνικό χωριό του Tarpon Srings, Floridas και αλλού) ανεβάζει στο Αναλόγιο όχι μόνο τη φυσική του παρουσία, αλλά και – κυρίως – την τέχνη και το ψαλτικό ύφος των μεγάλων μορφών της μουσικής παράδοσης της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης (του Αθανασίου Καραμάνη Άρχοντος Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, του οποίου και υπήρξε μαθητής, του Κωνσταντίνου Πρίγγου και του Θρασύβουλου Στανίτσα) καθώς με το χάρισμα-τάλαντο της φωνής, που του χάρισε ο Θεός, την αξιοποίησή του και συνεχή καλλιέργειά του, το προσφέρει αφειδώς με πίστη και ζωντάνια στο Λαό, μέσα από τους ύμνους και τις μελωδίες των μεγάλων ποιητών, υμνογράφων και μελωδών της Εκκλησίας, διαμορφώνοντας το κλίμα της ιερής κατάνυξης και συλλογικής συμπροσευχής στο εκκλησιαστικό σώμα.
Η προσφορά του Πρωτοψάλτη Γεώργιου Πάπας (και των πολλών άλλων ψαλτών της διασποράς) ίσως ακόμα δεν έχει αποτιμηθεί στην ολοκληρία της, κυρίως στο μεγάλο ζήτημα της διά του πολιτισμού ανάταξης και αναθάρρησης του λαού μας, κυρίως με την ποιότητα του πολιτισμού του, στην απεμπλοκή του από την αιχμαλωσία του φόβου και της σιωπής των κλειστών και χειραγωγούμενων κοινωνιών, καταστάσεις για τις οποίες κάποιοι προφανώς έχουν τεράστια ευθύνη.
Είναι η γλώσσα η ελληνική, η ποίηση των υμνογράφων με τη θεολογία των ύμνων, η μουσική γραφή και φωνητική εκτέλεση των ύμνων με το ύφος το πατριαρχικό, που όλα αυτά συνθέτουν ένα ζωντανό φορέα μεταφοράς στην οικουμένη, μέσω της Εκκλησίας, μοναδικού πολιτισμού της οικουμενικής ορθοδοξίας και ελληνικότητας, που πρέπει να ληφθεί στα σοβαρά υπόψη στα δίσεχτα χρόνια της φθίνουσας πορείας του Γένους, τόσο από την Ελληνική Πολιτεία όσο και από την Εκκλησία, την εν Ελλάδι και από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης – Νέας Ρώμης προς το οποίο με ελπίδα προσβλέπουμε.
π. Κωνσταντίνος Ι. Κώστας
παπαδάσκαλος