Αν η Σκωτία ονομάσθηκε για το μακρό σκότος της από τους Αργοναύτες, που διήλθαν από την περιοχή της με την φτερωτή Αργώ και τους πρώτους εξερευνητές της Δύσης, σύμφωνα με τα αδιάψευστα Ορφικά Έπη, τότε και η Ουαλία πήρε το όνομά της από τους ίδιους Αργοναύτες και προς τιμή της αρχαίας Πιερικής και Ολύμπιας πόλεως Βάλλα, στο σημερινό Σαραντάπορο, που έχαιρε ιδιαίτερου σεβασμού στους Δελφούς και την Επίδαυρο, σύμφωνα με αντίστοιχες επιγραφές.
Ο καταγόμενος εκ Βλάστης Δυτικής Μακεδονίας, αείμνηστος, Ακαδημαϊκός και Ιστορικός Αντώνης Κεραμόπουλος ή Κεραμάρης, είναι ο μοναδικός μέχρι τώρα μεθοδικός εξερευνητής των προκλασικής εποχής οχυρωματικών κάστρων της αρχαίας Άνω Μακεδονίας, με τις δυνατότητες και τα δεδομένα της δεκαετίας του 1930 και κατά συνέπεια ο μοναδικός που εξ ιδίας του αντιλήψεως και σύμφωνα με την Ιστορική Αλήθεια και την Αρχαιολογία, που υπηρέτησε πιστά, θα μπορούσε να εκφέρει έγκυρη και επιστημονική άποψη για τα όσα προέκυψαν από τις επιτόπιες έρευνές του.
Στο πολυπνευματικό και ιστορικό πλέον «Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας» έτους 1932, σελ. 67-69, που εξέδιδαν στην Κοζάνη οι Δάσκαλοι και Γίγαντες του νεότερου ελληνομακεδονικού πνεύματος Σταύρος Θεοδοσιάδης και Δημήτριος Γκαβανάς, δημοσιεύθηκε, υπό τον επίτιτλο «Ιστορικαί Παρατηρήσεις» και τίτλο «Το αρχαίο όνομα του Σαρανταπόρου», μία συνταρακτική και κατασυντριπτικότατη της όλης ανθελληνικής προπαγάνδας για την Μακεδονία μελέτη του Μακεδόνα Καθηγητή και Ακαδημαϊκού Κεραμόπουλου και η οποία θάφτηκε έκτοτε από τους καλοπληρωμένους και διατεταγμένους «μεταδότες γνώσεων», που καλοπληρώνουμε δια των -τοκογλυφικών δανεικών- κοινών μας για να μας αφελληνίζουν και να μας εξαθλιώνουν.
Η «άγνωστη» αρχαιομακεδονική πόλη Βάλλα και οι Βαλλαίοι της
«Κατά επιγραφή στους Δελφούς και στην εποχή του βασιλέως της Μακεδονίας Αρχελάου, υπήρχε στην Βάλλα η οικογένεια του Ξενοτέλους με κληρονομικό δικαίωμα στο αξίωμα του θεαροδόκου, δηλαδή όμοιο με το αξίωμα του επιτοπίου Προξένου, που προσέφερε στον οίκο του υπηρεσίες φιλοξενίας των αποστελλομένων αντιπροσώπων των Δελφών, για την αναγγελία της προσεχούς τελέσεως των Πυθίων αγώνων στους Δελφούς και να προσκαλέσουν τους Έλληνες για συμμετοχή τους», γράφει και αποκαλύπτει ο Ακαδημαϊκός και Ιστορικός Κεραμόπουλος και συνεχίζει:
«Η ύπαρξις των στενών και από βάθους χρόνου, ως εκ της κληρονομικής διαδοχής των θεαροδόκων στην Βάλλα, σχέσεων αυτών μεταξύ Μακεδόνων και Δελφών κατά το δεύτερο ήμισυ του 5ου π.Χ. αιώνος δηλοί, αυτονόητη και φυσιολογική, αναγνώριση των Μακεδόνων, όπως και των άλλων λοιπών Ελλήνων και είναι τούτο η δευτέρα βαθμίς της πανελλήνιας παραδοχής αυτής μετά την παραδοχήν του βασιλέως της Μακεδονίας Αλεξάνδρου του Α΄ κατά το πρώτο ήμισυ του 5ου π.Χ. αιώνα εις τους Ολυμπιακούς Αγώνας της Ολυμπίας ως γνησίου Έλληνος».
Προχωρεί όμως και σε Τρίτη απόδειξη και επιβεβαίωση του αυθεντικού ελληνισμού των Μακεδόνων, δια της όλως δόλια και κατάπτυστα αποκρύψεως και ενταφιάσεως της αρχαιομακεδονικής πόλεως Βάλλα, των Βαλλαίων της και του Πυθίου της, δια της αποκαλύψεως της κατασυντριπτικότερης όλων των αποδείξεων για την συνταύτιση και μη διάκριση μεταξύ Ελλήνων του Νότου και Μακεδόνων του Βορρά, επικαλούμενος επιγραφήν του έτους 360 π.Χ. στο Ιερό του Ασκληπιού της Επιδαύρου, το περιεχόμενο της οποίος αποκάλυψε το έτος 1932 ο ίδιος, δια της δημοσιευθείσης μελέτης του στο «Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας». Έκτοτε όμως όλοι οι δοτοί, διατεταγμένοι και πράκτορες ξένων σχεδίων αφελληνισμού και εξαπατήσεως των ανύποπτων έθαψαν την ζωντανή μαρτυρία της επιγραφής αυτής, που έρχεται τώρα και δια της παρούσης στο φως μετά από 78 χρόνια προχωρημένης ανθελληνικής προπαγάνδας για την Μακεδονία και τους Μακεδόνες της.
Ο έντιμος λοιπόν Ακαδημαϊκός και Μακεδών Κεραμόπουλος αποκαλύπτει ότι: Θεαροδόκοι του Ιερού του Ασκληπιού Επιδαύρου είχαν ορισθεί -και αναφέρονται στην Επιγραφή Επιδαύρου- «δι΄ όλην μεν την Μακεδονίαν ο βασιλεύς Περδίκκας υιός του Αμύντου και αδελφός του Φιλίππου, θείος του Μεγάλου Αλεξάνδρου» (πού είσαι ισόβιε Διαμεσολαβητή Νίμιτς, με όλους τους δοτούς και διερχομένους σου Συνομιλητές, να δεις τι δώρο-βόμβα σου κάνω εκ μέρους του Συγχωριανού μου Κεραμόπουλου), «δια μόνην την Εορδαίαν (Ευορδίαν την αναγράφει η επιγραφή) ο Μενέλαος υιός του Νικάνορος, δια δε το Πύθιον, που ήταν ιερό της πόλεως Βάλλα, ο Έκφαντος υιός του Βούπλαγου»!
Τους δύο τελευταίους θεαροδόκους Μακεδόνες της Εορδαίας και του Πυθίου της Βάλλας, Μενέλαο και Έκφαντο, τους κάνω δώρο στους δύστυχους νεροκουβαλητές Σκοπιανούς και στους ακόμη δυστυχέστερους, αλλά και αθλιότερους αυτών, «δικούς» μας παπαγάλους και διεφθαρμένους. Εξαιρούνται οι αφελώς παραπλανημένοι, μόνον.
«Το Πύθιον (ή Πύθοιον κατά την επιγραφή) τοποθετείται εις την νοτίαν εκβολήν του στενού Σαρανταπόρου, ανατολικώς του Χανιού Χατζηγώγου, παρά το χωρίον Σέλος», λέγει και ιστορεί ο Κεραμόπουλος, αλλά οι δικοί μας δοτοί και ξένοι όμοιοί τους, ουδέν άκουσαν και ουδέν γνωρίζουν, πειθόμενοι και εξαρτώμενοι «τοις κείνων ρήμασι και χρήμασι»!
«Κατά άλλη μαρτυρία και εν αγνώστω χρόνω, Βαλλαίοι τινες μετηνέχθησαν εις το Πύθιον, κείμενον εις την νοτίαν εκβολήν του Σαρανταπόρου», συνεχίζει ο αυτός Συγγραφεύς και προσθέτει άλλη βόμβα-δώρο για τους δύστυχους και διαχρονικούς αποδέκτες της.
«Η κατά ζεύγος μνεία της Βάλλας μετά της Φυλάκης άγει να τοποθετήσωμεν την άγνωστον ταύτην πόλιν κατά το νότιον στόμιον του στενού αφ΄ ού η Φυλάκη εφύλασσε το βόρειον και το οποίον πιθανώς ήτο το κάστρο του Παλαιογράτσανου ή το στενό Πόρτες. Εξ αυτών προκύπτει ότι η Πιερία αποτέλεσε κάποτε διοικητικήν διαίρεσιν, περιλαμβάνουσα όχι μόνον τα Πιέρια Όρη, αλλά και του συνεχομένου Ολύμπου και μέρος των Καμβουνίων μαζί με τον Σαραντάπορον.
Κατά νεωτέρας μάλιστα μαρτυρίας, η Βάλλα ή Ουάλα ανήκεν εις τας μεσογείους πόλεις της Πιερίας, δεδομένου ότι από το στενόν της Πέτρας και το της Λεπτοκαρυάς (τώρα και δι΄ αυτών φθάνουμε στα Λείβηθρα και τον Ορφέα, τους Αργοναύτες και την εκστρατεία των πέραν του Πόντου και του Δυτικού κόσμου) έρχεται τις εις τα στενά του Σαρανταπόρου».
Εδώ πλέον γίνεται φανερό ότι ο αγνός και αδιάβρωτος αυτός Μακεδόνας Καθηγητής και Ακαδημαϊκός έβαλε κάτω τους πλαστογράφους και διατεταγμένους πλαστουργούς της Ιστορίας του Έθνους μας και λιώνει ως χαμερπή και σιχαμερά σκουλήκια τις γραφές γραφών τους. Τους ποδοπατεί αλύπητα και όπως τους πρέπει. Δείτε ποιες αλήθειες αποκαλύπτει στην συνέχεια:
«Αλλά παρά το νότιον στόμιον είναι σήμερον το χωρίον Βουβάλα, όνομα το οποίον είναι αυτό τούτο το Ουάλα, παραφθαρέν εν τω μακρώ χρόνω είτε εκ συμφυρμού προς τον εκ παραλλήλου τύπον Βάλλα (χρησιμοποιουμένου του ελληνικού γράμματος βήτα (β) και προφοράς αυτού αντί του βαρβαοειδούς ου), είτε ένεκα της συνεκδρομής προς το ομόηχον όνομα βουβάλα υπό βάρβαρον και ξενόφωνον διοίκησιν πέντε αιώνων. (Αφήνει έξω τους άλλους δέκα πέντε από πτώσεως των Μακεδόνων στην «μεσογειακή» της Πιερίας Πύδνα το έτος 168π.Χ. και συνεχίζει): Πλησίον του χωρίου Βουβάλα είναι παλαιόν κάστρον, επί του οποίου τοποθετούμεν την Βάλλαν. Το κάστρο τούτο απέχει από το του Πυθίου περί τα 25 χιλιόμετρα, ώστε οι εκ Βάλλας μετοικισθέντες εις το Πύθιον Βαλλαίοι θα ηδύναντο να διατηρώσι και τα περί την Βάλλαν κτήματά των. Από του νοτίου στομίου του στενού απέχει περί τα επτά χιλιόμετρα, ώστε ηδύνατο να είναι φύλαξ αυτού (όπως η αδιαιρέτως και κατά ζεύγος αναφερόμενη μετ΄ αυτής Φυλάκη για τον βορρά στα ίδια στενά του Σαραντάπορου) και να είχε δώσει το όνομά της εις τα στενά ως Βάλλας στενά ή Βαλλάστενα, δια μίας λέξεως, το οποίον παρεφθάρη υπό των αγνοούντων και τους τόπους και την ελληνικήν γλώσσαν ξένους, οπότε το υπό του Λιβίου (42,2) και δια συγγραφής Πολυβίου αναφερόμενο λατινοειδές όνομα Volustena είναι το ελληνοπρεπές και αληθές Βάλλας στενά».
Ιδού λοιπόν ιστορικως και γλωσσικώς τεκμηριωμένη και αποδεδειγμένη γραφή και διδαχή της πατριδογνωσίας των Ελλήνων, δι΄ επιτόπου και δια καμάτου πεζοπορίας σπουδής και μελέτης αυτής και όχι δια σαλονιών, μισθών και υπαγορεύσεων ξένων πλαστουργών.
Ουαλλικοί ή Βαλλικοί Συνειρμοί
Ώστε λοιπόν στην πανάρχαιη εδώ Μακεδονική Ελλάδα των Πιερίων και του Ολύμπου, μέχρι Καμβουνίων, υπήρξε λαμπρή και ευρύτατα γνωστή στους Νοτίους έλληνες της αρχαίας Ελλάδος πόλη Βάλλα ή Ουάλα, οι κάτοικοι της οποίας, Βαλλαίοι ή Ουαλαίοι, ήταν ιδιαίτερα γνωστοί και οικείοι, με τα αυτά και ίδια ήθη, γλώσσα, αντιλήψεις και ιερά.
Είχαν λοιπόν τα ίδια και αυτά κοινά, σχέσεις και επαφές, ώστε τα ονόματα και οι πόλεις των εδώ Μακεδόνων να αναγράφονται στα εκεί Ιερά των Δελφών και του Ασκληπίου Επιδαύρου, ίδια και αδιάκριτα μεταξύ Ελλήνων από τα πανάρχαια χρόνια. Ποιος, πότε και πώς μας τα δίδαξε μαθησιακώς και δημοσίως αυτά τα αληθή; Και ποιος, πότε και πώς εξωπετάχθηκε εκ του Δημοσίου Κορβανά, στιγματισθείς ως εθνοπροδότης, για την έσχατη προδοσία αυτή; Δείτε τώρα και τις «συμπτώσεις» και προβληματισθείτε, κατά κρίση και λογική:
Όλως τυχαίως -και ας δεχθούμε τις ίδιες χρονικές εποχές- κάπου πολύ μακριά, αλλά όχι και απροσέγγιστα θαλασσίως, με τα προς κάθε θαλάσσια οδό επικοινωνιακά της πανάρχαιης Ναυτιλίας των αρχαιοελλήνων, εμφανίζεται μία χώρα και ένας, ημιβάρβαρος έστω, λαός να φέρει στα Δυτικά της γνωστής στους αρχαιοέλληνες Νήσου Αλοσίων (Ιουερνίς και Ωγυγία ακόμη δυτικότερα) προς τον Κρόνιο ονομαζόμενο ωκεανό (Ατλαντικό), όνομα χώρας τους ως Ουαλία και μεγάλη φυσική λίμνη της ονομαζόμενη ως Bala Lake (Βάλλα ελληνιστί) και όχι… Ouala, με ονομασία των κατοίκων της ως Ουαλών και όχι όπως θα ήταν ορθό ως Βαλαίων ή Ουαλαίων. Από μία τόσο μακρινή χώρα και λαό της δεν μπορούμε να έχουμε απαιτήσεις ορθής χρήσεως της ελληνικής γλώσσας και γραμματικής της.
Αν ανατρέξουμε στην γραμμένη και διαδεδομένη Ιστορία τους, δεν θα βρούμε πριν την κατάκτησή τους από τους Ρωμαίους τον 1ο π.Χ. αιώνα κάποιο αποδεδειγμένο στοιχείο και μαρτυρία για το «κράτημα της σκούφιας» τους και πώς προήλθαν τα ονόματά τους. Θα βρούμε ότι «εποικίσθηκαν από διάφορα φύλλα της Ηπειρωτικής Ευρώπης, που επί αιώνες συγκρούονταν μεταξύ τους» και ιδιαίτερα με τους Αγγλοσάξονες, Βίκινγκς, Νορμανδούς και καθαρά με τους Άγγλους, που, από το 1.300 μ.Χ., τους υπέταξαν οριστικά και τους «φύτεψαν» τον γνωστό τίτλο του «Πρίγκιπα της Ουαλίας» (ή Βάλας βέβαια).
Και έτσι -και από τότε- το όνομα Ουαλία-Ουαλός έγινε… Αγγλικό και γέμισε ο κόσμος όλος από επίθετα Ουάλας ή Βάλας, μέχρι τον «γνωστό» μας Έντγκαρ των αστυνομικών μυθιστορημάτων.
Ένα από τα πολύ καλά μυθιστορήματα της γνωστής Πονηράς Αλβιώνας ή Εσπερίας είναι και οι «ερμηνείες», που δίδει σε μία σειρά αρχαιοελληνικών ονομάτων που φέρει και τα οποία βέβαια, κατά τον κάθε Ουάλας της, είναι «τυχαία και συμπτωματικά». Κατά το θεώρημα της αλάνθαστης αρχαιοελληνικής Σκέψης όμως, παύει να είναι τυχαίο και συμπτωματικό οτιδήποτε επαναλαμβάνεται.
Και τα αρχαιοελληνικά ονόματα, που πάντα αποδίδουν όσα λέγουν (π.χ. Σκοτία= σκότος) επαναλαμβάνονται πολυαρίθμως και ουδόλως τυχαίως.
Συνεπώς και με βάση το όλο «δώρο-βόμβα» του Κεραμόπουλου ζητούμε από τον «θείο» Νίμιτς και τους Συνομιλητές του να αφήσουν ήσυχη την Μακεδονική «Βουβάλα» -κινδυνεύουν ήδη σοβαρά από άγριο κλώτσημά της, προς κάθε ξένο για το όνομά της- και να ασχοληθούν με την ονομασία Βάλα ή Ουάλα, δια των Δελφών και της Επιδαύρου, μετά των αναφερόμενων αρχαίων θεαροδόκων.
Και αν τελικά το πράξουν, εκείνην την κατεχόμενη και πολύ μακρινή από την μητρική και αυθεντική, πώς θα την ονομάσουν; Βόρεια, Δυτική ή Νέα, Βάλλα-Ουάλα, για να μην κάνουμε συνειρμούς και μας προκύψουν κάποτε και άλλοι… διεκδικητές μας; Στο γνωστό πρόβλημα με την Γαλλική Βρετάνη, θα πήγαινε «γάντι» και με τον ίδιο «σμπάρο» η ελληνομακεδονική Ουάλα ή Βάλα!
Με αυτά τα Ελληνο-Μακεδονικά Ιστορικά Μαρτύρια όμως, ποιος έμμισθος και αρμόδιος θα ασχοληθεί και πότε θα μιλήσει;
Κανείς δεν ενοχλείται από το γεγονός ότι ασχολούνται ιδιώτες και άμισθοι με τις σοβαρότατες παραλείψεις αυτές; Κανέναν δεν προβλημάτισαν οι «συμπτώσεις» αυτές της Βάλας στην πατρίδα των Ουάλας, όπως και στην άλλη αντίθετη βόρεια άκρη και λιμένα του Εδιμβούργου της Σκοτίας ή «Αθήνας του Βορρά», όπως την ονομάζουν, με το αιώνιο άγαλμα του Μεγ. Αλεξάνδρου πάνω στον Βουκεφάλα, που αρνείται να τιμήσει η σύγχρονη Αθήνα του Νότου;