Της Σοφίας Καλμανίδου
Οι μεγαλύτερες αλήθειες κρύβονται μέσα στους μύθους γιατί μόνον έτσι μπορεί να τις αντέξει ο ανθρώπινος νους…
Η λόγχη του πεπρωμένου κρυμμένη στο άψυχο σώμα μιας κούκλας, κι η πριγκίπισσα των Ναζί μέσα στο Σάββατο των μαγισσών ξαναζωντανεύουν μύθους και θρύλους συνθέτοντας την μυθιστορηματική πλοκή του νέου βιβλίου του Μιχάλη Πιτένη.
Με την ευχέρεια της δημοσιογραφικής οπτικής του αφουγκράζεται τον σφυγμό της πολιτικής πραγματικότητας έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα από τον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας σήμερα και εκφράζει τους φόβους του για την αναβίωση ενός νέου ολοκληρωτισμού σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο Μ. Πιτένης διακρίνει τις σκιές του παρελθόντος και σωστά φωτίζει τα επαναλαμβανόμενα εκείνα σημεία της ιστορίας που καθηλώνουν τους ανθρώπους και τα κράτη σε παλιούς δοκιμασμένους ρόλους. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι από το δίπολο του Θύτη και του θύματος σε ένα ανίερο παιχνίδι εξουσίας και επιβολής.
Όμως τι είναι αυτό που αποκαλούμε ιστορία; Είναι η ιστορία ένα απολίθωμα όπου έχουν καταγραφεί κωδικοποιημένα όλα τα γεγονότα ή μήπως είναι κάτι παραπάνω; Μήπως είναι όλο αυτό το υλικό που μεταβιβάζεται συνειδητά και ασυνείδητα μέσα από τον άνθρωπο και το περιβάλλον του στους αιώνες;
Η ρήση του Βολταίρου πως «ολόκληρη η ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο από μια ευρέως αποδεκτή φαντασίωση» επαναλαμβάνεται στο βιβλίο ως γνώση που περικλείει μέσα της και μια δυναμική ελέγχου της ιστορίας και της εξέλιξης γενικότερα.
Το βασικό ερώτημα που προκύπτει από την ανάγνωση του βιβλίου του Πιτένη είναι πόσο μακριά και πόσο αποκομμένοι είναι οι ρόλοι του θύτη και του θύματος; Πόσο γρήγορα μπορεί το θύμα να γίνει θύτης και το αντίστροφο; Πώς το κοινό συναίσθημα τους, ο θυμός, μετατρέπεται σε μίσος και βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος μεταλλάσσεται σε ιδέα; Αυτήν την ιδέα ενός Δ΄ Ράιχ προσπαθεί να φωτίσει και γιατί όχι να εμποδίσει ο συγγραφέας στήνοντας ένα μαύρο σκηνικό πάνω στον ξεχασμένο Κανόνα του Χάμπερ. Έναν κανόνα που δουλεύει με μαθηματική ακρίβεια δηλητηριάζοντας αργά και μεθοδικά. Κι ενώ πάντα μιλάμε για μυθιστορία δεν παύουμε να την συσχετίζουμε με την βιωμένη αίσθηση της ρέουσας πραγματικότητας.
Κι αυτή την τέχνη να γεφυρώνει κανείς την φαντασία με την πραγματικότητα την κατέχουν κυρίως οι κάθε μορφής καλλιτέχνες κι αποτελεί χρέος τους να μεταφέρουν μέσα απ΄ τα έργα τους δάδες για να φωτίσουν τις σκιές.
Μια τέτοια δάδα μας χαρίζει η Απόγονος φωτίζοντας το φάντασμα του Ναζισμού πριν αυτό ενσαρκωθεί κλείνοντας το δρόμο της επιστροφής του αρνούμενη την Δύναμη, το Χρήμα, τον κάπηλο έρωτα που της υπόσχεται. Αυτή είναι η επιλογή, η θέση της κεντρικής ηρωίδας που πετά την άψυχη κούκλα μεταφορέα ενός συμβόλου επιβολής στο καλάθι της ιστορίας της.
Ο συγγραφέας εύστοχα τοποθετεί κοντά της μάρτυρες αρωγούς που είναι πραγματικά αναγκαίοι σε τέτοιες επικίνδυνες διαδρομές.
Αυτό που αντιλαμβάνομαι να ΄χει τη μεγαλύτερη δύναμη στο νέο βιβλίο του Μιχάλη Πιτένη είναι η τέχνη να εκφράζει τους δικούς του φόβους που αγγίζουν και τους συλλογικούς απλώς αποκαλύπτοντάς τους. Μέσα από τους εμπλεκόμενους ήρωες του βιβλίου παραθέτει στον αναγνώστη όλα τα απαραίτητα εφόδια για να κατανοήσει την αλυσίδα των γεγονότων και τον αφήνει πραγματικά ελεύθερο να πάει όπου αυτός επιλέξει.