Την υποχρέωση της ΔΕΗ να καταβάλλει τα αναλογούντα επιδόματα στο έκτακτο προσωπικό που προσλαμβάνει με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, 8 μήνες, ιδιαίτερα που το προσωπικό αυτό καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες της επιχείρησης, επισημαίνει το Εργατικό Κέντρο Κοζάνης, με επιστολή του προς τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΗ ΑΕ Αρθούρο Ζερβό και τον Διευθυντή Ανθρωπίνων Πόρων και Οργάνωσης της επιχείρησης:
«Κύριε Πρόεδρε,
Η Δ.Ε.Η προχώρησε σε προσλήψεις εργαζομένων ορισμένου χρόνου (8μηνα), για την κάλυψη των αναγκών της και προέκυψε ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα ως προς τη μισθοδοσία του συγκεκριμένου προσωπικού.
Με τον τρόπο, που το διαχειριστήκατε και αποφασίσατε στην συνέχεια, μετά τις αντιδράσεις, προκαλεί αλγεινή εντύπωση ως προς την αντιμετώπιση των εργαζομένων.
Επισημαίνεται, ότι οι προσλήψεις των εργαζομένων έγιναν με τις διαδικασίες ΑΣΕΠ, γεγονός, το οποίο συνεπάγεται τον καθορισμό των ειδικοτήτων βάσει των αναγκών της επιχείρησης.
Λόγω της αδυναμίας προσλήψεων τακτικού προσωπικού, είναι προφανές ότι πολλοί από τους εν λόγω προσληφθέντες καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, καθώς ικανοποιούν πάγιες οργανικές και λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης.
Εσείς όμως κάνατε πως δεν γνωρίζετε ποιους ακριβώς προσλάβατε και αυθαίρετα αποφασίσατε, ότι θα αμειφθούν όλοι με τα κατώτερα που προβλέπει ο Νόμος για ανειδίκευτο προσωπικό.
Στην συνέχεια μετά από πιέσεις αναθεωρήσατε και με νέα απόφαση (ΑΡ/ΗΜ.:17816/23-9-2013), εξ ελευθεριότητας λόγω της φύσης εργασίας κ.λ.π., καθορίσατε, ότι θα τους χορηγηθούν επιπλέον ποσά ανάλογα κατηγορίας, ειδικότητας, επιπέδου σπουδών κλπ.
Η εν λόγω απόφαση εξαίρεσε τους εργαζόμενους Συμβασιούχους που υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής ισχυουσών ΣΣΕ.
Επισημαίνουμε λοιπόν τα εξής όπως το κάναμε και στην σύσκεψη με τον Αντιπρόεδρο του Δ.Σ της ΔΕΗ Α.Ε την Πέμπτη 26/09/2013 στην Πτολεμαΐδα.
Α) Τι νόημα έχει η διάκριση πριν και μετά τα 25 έτη, ή η μη αναγνώριση του επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας για τους εν λόγω εργαζόμενους αλλά και για τους έκτακτους των 60 ημερομίσθιων, όταν οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι ανεξαρτήτως ηλικίας εργάζονται στον ίδιο ακριβώς χώρο εργασίας με το ίδιο αντικείμενο και τις ίδιες συνθήκες εργασίας.
Β) Με τις νέες αντεργατικές νομοθετικές ρυθμίσεις έχει καταργηθεί η κήρυξη ως υποχρεωτικής μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Ανεξάρτητα από την αντισυνταγματικότητα αυτής της κατάργησης, όταν εφαρμόζετε όρους αμοιβής και εργασίας σε μια Επιχείρηση σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, επιβάλλεται η εφαρμογή τους σε όλους τους εργαζόμενους που τελούν υπό τις ίδιες ή ανάλογες συνθήκες εργασίας. Σε κάθε περίπτωση η διάκριση λόγω ηλικίας δεν είναι νόμιμη ούτε συνιστά αντικειμενικό λόγο εξαίρεσης από την παραπάνω αρχή.
Εξάλλου αρχή της μη διάκρισης σε βάρος των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, αποτελεί εκτός όλων των άλλων και κοινοτική επιταγή με βάσει και την οδηγία 99/70/ΕΚ, που δεσμεύει όλα τα πολιτειακά όργανα, τα οποία δεν μπορούν ούτε ευθέως ούτε μέσω ερμηνειών να καταστρατηγούν τον παραπάνω σκοπό.
Τελευταία ενημερωθήκαμε από εργαζόμενους ότι από 1/10/2013 σταμάτησε η χορήγηση του επιδόματος γάμου σε όλους τους συμβασιούχους της Δ.Ε.Η. Α.Ε.
Όπως αναλυτικά αναφέρεται και στο έγγραφο της Γ.Σ.Ε.Ε που σας έχει αποσταλεί με ημερομηνία 13-11-2013/1263.
Το επίδομα γάμου έχει θεσμικό και καθολικό χαρακτήρα για τους εργαζόμενους όλης της χώρας, εναρμονίζοντας τις ισχύουσες στη χώρα μας διατάξεις δικαίου με τις διεθνώς εφαρμοστέες αρχές της προστασίας της οικογένειας, της διευκόλυνσης συμμετοχής στην αγορά εργασίας, της ισότητας των φύλλων, της συμφιλίωσης της εργασιακής και οικογενειακής ζωής και της αξιοπρεπούς εργασίας.
Συνεπώς το επίδομα γάμου έχει διπλή νομική φύση: Αφενός αποτελεί όρο ΕΓΣΣΕ αφετέρου έχει ισχύ τυπικού νόμου (του κυρωτικού ν.1766/1988). Έτσι, ακόμη και αν το επίδομα γάμου θεωρούνταν αμιγής μισθολογικός όρος της ΕΓΣΣΕ και ίσχυε ως προς αυτόν ο κανόνας της δέσμευσης μόνο των μελών των συμβαλλόμενων οργανώσεων Θα παρέμενε, ωστόσο, ανέπαφη η νομική του φύση ως κανόνα δικαίου, με βάση τον κυρωτικό νόμο 1766/1988.
Κατ’ αποτέλεσμα και στην περίπτωση αυτή το επίδομα γάμου δεσμεύει, ως περιεχόμενο κανόνα δικαίου, το σύνολο των εργοδοτών της χώρας, ανεξάρτητα από το αν είναι ή όχι μέλη των συμβαλλόμενων στην ΕΓΣΣΕ οργανώσεων.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η μεγαλύτερη επιχείρηση κοινής ωφέλειας της χώρας θα δει με σοβαρότητα τα προβλήματα που προκύπτουν καθημερινά και βάση της καλής πρακτικής και της ισότητας στην μεταχείριση, θα εφαρμόσει σωστά την νομοθεσία, και δεν θα γίνει προπομπός υιοθέτησης αντισυνταγματικών ανατροπών της εργατικής νομοθεσίας.»