Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι μια ιδιαίτερη φωνή στα ελληνικά λογοτεχνικά δεδομένα. Και είναι ιδιαίτερη φωνή, όχι μόνο γιατί εκπροσωπεί επάξια τη φόρμα του διηγήματος (τα μισά από τα 12 βιβλία που έχει γράψει είναι συλλογές διηγημάτων) αλλά και γιατί δεν διστάζει να μιλήσει σε γλώσσα «χωριάτικη και ποιητική», όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου Το Κουμπί και το Φόρεμα. Η αποτύπωση σε χαρτί μιας διαλέκτου είναι από μόνη της δύσκολη και απαιτητική. Όταν, εκτός από μια απλή καταγραφή ή γραπτή περιγραφή μιας ντοπιολαλιάς, μιλάμε ταυτόχρονα και για λογοτεχνική δημιουργία, τότε το εγχείρημα κρίνεται κάτι παραπάνω από άξιο θαυμασμού.
Το Κουμπί και το Φόρεμα είναι μια συλλογή τριάντα δυο ετερόκλητων διηγημάτων, κάποια από τα οποία είναι γραμμένα στην ηπειρώτικη διάλεκτο. Πρόκειται για μικρά, ολιγοσέλιδα διηγήματα, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελούν προσωπογραφίες των εκάστοτε κεντρικών ηρώων. Οι ήρωες αυτοί είναι άνθρωποι του χωριού, που εξηγούν, εξομολογούνται, σχολιάζουν και εκφράζονται με τον δικό τους επαρχιώτικο τρόπο. Αυτός ο επαρχιωτισμός δεν παρουσιάζεται υπό την μορφή ενός καθωσπρεπισμού που δεν θα μπορούσε να ανιχνευθεί σε ένα χωριό της υπαίθρου ούτε με σκοπό την υποβάθμιση ή την αξιολογική παρουσίαση αυτού. Τα διηγήματα του Δημητρίου δείχνουν τις καθημερινές ιστορίες ανθρώπων στο χωριό, όπου η οικογένεια, ο γάμος ή ακόμα και η αγαμία είναι μέτρα και σταθμά κοινωνικής καταξίωσης των ανθρώπων. Ένα γεροντοπαλίκαρο του χωριού ή μια ευλαβής πόρνη είναι οι ήρωες που θέλει να αναδείξει ο Δημητρίου. Για τον ίδιο η γιαγιά στο χωριό κρύβει μεγαλύτερη ποιητικότητα κι εγγραμματοσύνη απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς. Από την άλλη, η ενδοοικογενειακή βία αποκρύπτεται με κάθε τρόπο για «να μην το μάθει ο κόσμος», ενώ η ενδοοικογενειακή υπερηφάνεια διατυμπανίζεται και μάλιστα με μια αδικαιολόγητη έπαρση. Τα παρασκήνια, οι φήμες και τα «κακά» αισθήματα προκύπτουν μεταξύ των ανθρώπων αυτών ακριβώς λόγω της συνάφειας, της καθημερινής τριβής κι εξοικείωσης. Ο τρόπος ζωής των ηρώων μπορεί να γίνει αντιληπτός μόνο στα δικά τους συμφραζόμενα κι εκτός των ορίων μιας μεγαλούπολης.
Κατά την ανάγνωση δεν αργούμε να αντιληφθούμε ότι πολλές από τις ιστορίες θα μπορούσαν να είναι πραγματικά, προσωπικά βιώματα του ίδιου του συγγραφέα. Οι άνθρωποι που ο ίδιος συνάντησε και τα περιστατικά που ο ίδιος βίωσε και τώρα ανακαλεί ως πρώτη ύλη, διαφορετικά, ως το κουμπί που θα τον οδηγήσει να (γ)ράψει ένα ένα τα κομμάτια του φορέματος. Κι έτσι, μπορεί να μιλάμε για ετερόκλητα διηγήματα, αλλά στο τέλος είναι σαν να γνωρίζουμε τις προσωπικές ιστορίες ανθρώπων που τα σπίτια τους χωρίζονται από έναν φράχτη. Σαν να πρόκειται για τα πραγματικά πρόσωπα μιας γειτονιάς, που οι ιστορίες τους αλληλοεξαρτώνται, αλληλοεπηρεάζονται και τέλος αποτελούν όχι τριάντα δυο διηγήματα αλλά ένα «συρραμένο μυθιστόρημα».
Με καταγωγή από την Θεσπρωτία, ανατροφή στην ελληνική επαρχία κι έπειτα εγκατάσταση στην Αθήνα, ο Σωτήρης Δημητρίου φέρει όλα τα εχέγγυα για τη συγγραφή διηγημάτων γεμάτων με εικόνες τόσο από τη «δυτική μεθόριο», την επαρχία και τη ζωή των ανθρώπων μακριά από το αστικό περιβάλλον όσο και με σκηνές από μια μεγάλη πόλη. Στο μέσο της διαδρομής είναι οι περιγραφές από «ψυχικούς τόπους», όπως λέει ο ίδιος. Το Κουμπί και το Φόρεμα βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 2013, ενώ τα έργα του Σωτήρη Δημητρίου Η Φλέβα του Λαιμού και Η Βραδυπορία του Καλού κέρδισαν το βραβείο διηγήματος του περιοδικού Διαβάζω τις χρονιές 1999 και 2002 αντίστοιχα. Το μυθιστόρημά του Ν’ ακούω καλά τα’ όνομά σου ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και πολλά έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο.
«Το Κουμπί και το Φόρεμα»
Σωτήρης Δημητρίου
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ