Τον 14ο αιώνα η Δύση με τον Βαρλαάμ και το ιδεολογικό του οπλοστάσιο, ήρθε στην Ανατολή, για να μας αλλάξει κυριολεκτικά τα φώτα. Να μας πάρει από το χώρο του ‘’ακτίστου φωτός’’ και να μας μεταφέρει στο ‘’κτιστό φως’’, να αλλοιώσει την ψυχή και τον πολιτισμό μας. Στην πρόκληση της Δύσης απάντησε, αποδεχόμενος την πρόσκληση για διάλογο, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, με μια ουσιαστική λεπτομέρεια. Οι θέσεις του δεν ήταν φιλοσοφικά και διανοητικά κατασκευάσματα, αλλά προσωπική βιωματική εμπειρία.
Αν ο τρόπος με τον οποίο αποκτάται η θεολογία σημαίνει κάτι, τότε επισημαίνουμε το γεγονός ότι ο Παλαμάς την προσέλαβε όχι στο θρόνο της Θεσσαλονίκης, αλλά έγκλειστος εκούσια σε σπηλιά κοντά στη Βέροια δίπλα στον Αλιάκμονα, όπου για τέσσερα χρόνια ‘’έκραζε εκ βαθέων’’ στο Θεό, με την παραδοθείσα σ’ εμάς φράση του: ‘’Κύριε φώτισόν μου το σκότος’’. Η θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά είναι ο γενεσιουργός πυρήνας μιας άλλης αντίληψης για τον άνθρωπο και μέχρι πού μπορεί αυτός να φτάσει, και στη δόμηση ενός πολιτισμού στον αντίποδα αυτού που σήμερα αποκαλείται ‘’δυτικός’’. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που σήμερα πολεμιέται, μαζί με το έργο του και ο ίδιος ο Παλαμάς από θεωρητικούς της πολυδιαφημιζόμενης παντοδυναμίας του απολυταρχισμού και του ατομικισμού. Όλοι αυτοί με τα όπλα του κτιστού φωτός προσπαθούν να μειώσουν τον Άγιο του άκτιστου φωτός και να αχρηστεύσουν το έργο του.
Για τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και την εποχή του συνέγραψε πολύ καλή μελέτη με ορθόδοξη προσέγγιση ο Πρωτοπρεσβύτερος Καθηγητής Γεώργιος Μεταλληνός. ‘’Ο 14ος αιώνας, είναι αποδεδειγμένα μία από τις κρισιμότερες φάσεις της «Βυζαντινής» Ιστορίας. Η περίοδος αυτή σφραγίζεται από μία περίεργη αντινομία. Η κοινωνικο-πολιτική κρίση (δείγμα αποδιοργάνωσης και αποσύνθεσης) διαπλέκεται με πνευματικές συγκρούσεις (δείγμα ακμής και ρωμαλεότητας). Πολιτικοκοινωνικά πράγματα και θεολογία συμπορεύονται και συμπλέκονται σε μια παρατεταμένη κρίση, ως οι δύο όψεις της ίδιας πραγματικότητας, της «βυζαντινής» κοινωνίας.
Ορθοδοξία έξω από την ησυχαστική παράδοση είναι αδιανόητη και ανύπαρκτη. Η ησυχαστική δε πρακτική είναι η «λυδία λίθος» για την αναγνώριση της αυθεντικής χριστιανικότητας. Ο Ησυχασμός, ανταποκρινόμενος στον σκοπό της παρουσίας της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού στον κόσμο, μπορεί να χαρακτηρισθεί «ασκητική θεραπευτική αγωγή» (π. Ι. Ρωμανίδης) ‘’, υποστηρίζει ο πατέρας Γ. Μεταλληνός.
Στο σημείωμα αυτό παραθέτω επιλεκτικά τις αξιοπρόσεκτες αναλύσεις δύο λόγιων ανδρών του εκκλησιαστικού μας βίου.
Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός στα 1970 έγραφε: ‘’Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αγωνίστηκε για να κρατήσει την ορθόδοξη Θεολογία στερεωμένη στη βάση της πίστεως, ελεύθερη από τον καταναγκασμό και τη δουλεία της λογικής. Θεολογία είναι ο λόγος για το Θεό, και για το Θεό δεν μιλάμε με τη λογική και δεν μπορούμε να τον φτάσουμε με τη γνώση. Η ορθόδοξη Θεολογία, η πίστη της Εκκλησίας δεν είναι οι διανοητικές κατασκευές και τα λογικά σχήματα, καθώς μας δίδαξε στα νεώτερα χρόνια το πνεύμα της Δύσεως. Η ορθόδοξη Θεολογία είναι πείρα αγιωσύνης. Αυτή την πείρα κι αυτό το φρόνημα να έχουμε κι εμείς σαν ορθόδοξοι’’.
Ο παπα-Φιλόθεος Φάρος αποδεικνύει τις δυνατότητες του ανθρώπου σύμφωνα με τη θεολογία του Παλαμά: ‘’Η δεύτερη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Γρηγορίου του Παλαμά και τη νίκη του ησυχασμού εναντίον εκείνων που έπαιρναν το δρόμο του ορθολογισμού για να γνωρίσουν το Χριστό και που τους εκπροσώπησε κυρίως ο εξ Ιταλίας εκλατινισμένος Βαρλαάμ.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη αντίληψη ο Τριαδικός Θεός δεν είναι εντελώς απρόσιτος, όπως πιστεύει η πλανεμένη Δύση, αλλά γίνεται προσιτός με την άκτιστη χάρη Του και τις άκτιστες ενέργειές Του που είναι μέρος της θείας υπάρξεώς Του.
Ο άνθρωπος μπορεί πραγματικά να συναντήσει το Θεό και δεν είναι περιορισμένος να συμπεράνει απλώς την ύπαρξή Του. Η συνάντηση όμως αυτή θα γίνει με τρόπο ησυχαστικό, δηλαδή θα γίνει στο χώρο της καρδιάς. Η αναζήτηση του Θεού δεν γίνεται με την ανθρώπινη διάνοια μόνο, αποκομμένη από την υπόλοιπη ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά με τον όλο αδιαίρετο άνθρωπο, και κέντρο αυτής της αναζητητικής προσπάθειας είναι η ανθρώπινη καρδιά.
Οι ησυχαστικές έριδες είναι ένα γεγονός με τεράστια σημασία για την πολιτιστική σύγκρουση Ανατολής και Δύσης, για την αντίληψη και τη γνώση του ανθρώπου όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα γνωρίσει το Θεό και προπαντός για τη δυνατότητά του να το επιτύχει.
Όσοι σήμερα, και στο δικό μας ακόμη χώρο, προσπαθούν με λογικά επιχειρήματα να πείσουν εκείνους που αμφιβάλλουν ότι ο Χριστός αναστήθηκε, έχουν ακολουθήσει τον Βαρλαάμ και δεν έχουν πραγματικά συναντήσει τον αναστημένο Χριστό. Γι’ αυτό και δεν τολμούν να πουν σ’ αυτούς ‘’έρχου και ίδε’’. Να έλθουν πού, και να δουν τι; Γι’ αυτό, αντί να τους φέρουν με αγαλλίαση στον αναστάντα Κύριο, τους επιβάλλουν με πολεμικό μένος μια ιδεολογική τυραννία που υπηρετεί μόνο την προσωπική τους ματαιοδοξία’’.
Η ησυχαστική παράδοση, που ολοένα αναγεννάται, είναι ιδιαίτερα αναγκαία σήμερα, που όλα δείχνουν πως αγγίζουμε την τελική πτώση.
28-2-2010
Πρωτοπ.
Κωνσταντίνος Ι. Κώστας
Παπαδάσκαλος