Tου παπαδάσκαλου Κωνσταντίνου Ι. Κώστα
Το Συναξάρι της 15ης Φεβρουαρίου αναφέρεται στον Νεομάρτυρα δάσκαλο Ιωάννη, που καταγόταν από την Κουλακιά, (ή Πύργο) τη σημερινή Χαλάστρα της Θεσσαλονίκης.
‘’Για κάποιο χρονικό διάστημα ο δάσκαλος Ιωάννης εγκαταβίωσε στο Άγιον Όρος, χωρίς να διευκρινίζεται εάν έχει λάβει το μοναχικό σχήμα ή ήταν λαϊκός και είχε υποτακτικό κάποιον Αργύρη.
Ο Ιωάννης βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη, όταν κατά την διάρκεια ενός συμποσίου με Τούρκους, αυτοί ισχυρίσθηκαν πως δήθεν τους είχε πει ότι θέλει να γίνει και αυτός Μωαμεθανός.
Ο Ιωάννης αρνήθηκε κατηγορηματικά τον ισχυρισμό τους, γι’ αυτό και οδηγήθηκε στο παζάρι, πιθανόν στην κεντρική αγορά της πόλεως, όπου και εκτελέσθηκε άνευ δίκης με απαγχονισμό το έτος 1776 μ.Χ.
Μετά τον απαγχονισμό του, το λείψανο του Νεομάρτυρα ρίφθηκε στη θάλασσα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Φεβρουαρίου’’.
Ο Καθηγητής Πρωτοπ. Γεώργιος Μεταλληνός γράφει για τους Νεομάρτυρες: ‘’Στην αντίσταση του Γένους (μέσα στην Τουρκοκρατία) περιλαμβάνονται και οι Νεομάρτυρες. Αυτοί προέβαλλαν τη συνεπέστερη για την Ορθοδοξία και αποτελεσματικότερη αντίσταση στον κατακτητή, χωρίς μάλιστα θυσίες άλλων, παρά μόνο του εαυτού τους. Είναι συνεχιστές της παράδοσης των αρχαίων μαρτύρων… Η ομολογία τους αποσκοπούσε στην απόρριψη του κατακτητή και την άμεση επιβεβαίωση της υπεροχής της δικής τους πίστης…. Το μαρτύριο των Νεομαρτύρων δείχνει και τη συμμετοχή της Εκκλησίας στην αντίσταση και την ενότητα έτσι όλου του Γένους εναντίον του τυράννου…. Το μαρτύριό τους ήταν ενσυνείδητη ενέργεια, που προερχόταν από την επίγνωση της σημασίας του εξισλαμισμού. Αυτόν στην ουσία πολεμούσαν. Γιατί ήταν βέβαιοι για τη δυναμική, που θα ασκούσε το μαρτύριό τους στη λαϊκή ψυχή’’.
Ο λόγιος Μητροπολίτης Διονύσιος Ψαριανός με θεολογικό κύρος: ‘’Το αίμα των Νεομαρτύρων, καθώς πότιζε κάθε τόσο και σε κάθε τόπο το χώμα, κρατούσε ζωντανή την πίστη και την Εκκλησιαστική παράδοση και ζωογονούσε το εθνικό φρόνημα των ραγιάδων. Δεν μελετήθηκε ακόμα και δεν εκτιμήθηκε η αξία της θυσίας των Νεομαρτύρων και η σημασία της για την Εκκλησία και για το Έθνος, που κινδύνευαν από τον αθρόο εξισλαμισμό των υποδούλων. Όσοι χάνονταν ως χριστιανοί, χάνονταν και ως Έλληνες. Αυτό το τελευταίο πρέπει να το διατυπώσουμε σε χρόνο ενεστώτα χωρίς να θεωρηθεί υπερβολή: όσοι χάνονται ως ορθόδοξοι χριστιανοί, χάνονται και ως Έλληνες. Μέσα στη σύγχρονη επιμιξία και ανάκραση των λαών, η ειδοποιός διαφορά και η ταυτότητα των Ελλήνων είναι η ορθοδοξία τους’’. Χρειαζόμαστε σήμερα την απροκατάληπτη και νηφάλια θεολογική, πολιτική και παιδαγωγική προσέγγιση όλων αυτών.