Οι Νεοέλληνες αντιμετωπίζουμε σοβαρότατη κρίση ταυτότητας. Η κρίση ανάγεται στις πρώτες δεκαετίες μετά την παλιγγενεσία και μάλιστα στην μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια εποχή.
Πρώτο γνώρισμα της κρίσης είναι η μη συνειδητοποίηση ότι δεν μας απελευθέρωσαν οι ποταμοί αιμάτων των επαναστατών προγόνων μας, αλλά οι μεγάλοι της τότε εποχής. Το θλιβερό είναι ότι ακόμη και σήμερα δεν το έχομε συνειδητοποιήσει, γιατί τότε θα λέγαμε: Γιατί μας απελευθέρωσαν; Ήσαν τόσο μεγάλοι ανθρωπιστές οι τότε ισχυροί, ώστε να σκύψουν επάνω από το δράμα των επαναστατημένων Ελλήνων, των οποίων ο αγώνας βρισκόταν στο ψυχορράγημά του κάτω από τα άγρια πλήγματα του στρατού του Ιμπραήμ; Πλήθος ιστορικών μαρτυριών βεβαιώνει περί του αντιθέτου. Οι ισχυροί και ιδίως η Αγγλία, η μεγάλη κερδισμένη από την «απελευθέρωση» της Ελλάδας, ήσαν ανάλγητοι, όπως ανάλγητοι παραμένουν οι ισχυροί μπροστά στο δράμα των λαών και σήμερα. Ο λόγος, για τον οποίο καλλιεργήθηκαν πολλοί μύθοι, ενώ παράλληλα διαστρεβλώθηκε η ιστορική αλήθεια είναι απλός. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ο βίος του οποίου ήταν στενά συνδεδεμένος με την πίστη του λαού μας, όλοι οι ασκήσαντες την εξουσία στη χώρα μας ήταν υπηρέτες των νέων δυναστών και υπηρέτες παραμένουν προκλητικά πλέον ενεργούντες υπέρ των ξένων συμφερόντων. Και ενώ είναι δωσίλογοι έναντι του έθνους για τη στάση τους αυτή, συνέβαλλαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες στη στρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, ώστε τα Ελληνόπουλα να διδάσκονται πως η Εκκλησία, την οποία θέλουν να αγνοούν κατά την υπόσταση και την ταυτίζουν με πρόσωπα, είχε τεθεί στην υπηρεσία των Τούρκων κατακτητών και συνέβαλλε στην καταδυνάστευση του λαού. Βέβαια η άποψη αυτή δεν υποστηριζόταν ευθέως από «συντηρητικούς» πολιτικούς κύκλους για λόγους πολιτικού κόστους. Παραχώρησαν όμως αυτοί την αρμοδιότητα της αποδόμησης στους «προοδευτικούς», οι οποίοι στα πλαίσια του πανίσχυρου πλέον αστικού καθεστώτος θωρούσαν από μακριά την εξουσία, ώσπου να παράσχουν στο σύστημα τα πειστήρια ότι είναι εξ ίσου υποτελείς! Άλλωστε τόσο οι μεν όσο και οι δε, οπαδοί της νεωτερικότητας, άλλο όραμα δεν έχουν από το να δουν τη χώρα μας πλήρως «εξευρωπαϊσμένη», δηλαδή «διαφωτισμένη»!
Πλήθος ιστορικών μαρτυριών αποδείχνουν ότι η νεοελληνική ταυτότητα διαμορφώθηκε όχι αργότερα από το 1204, έτος κατάκτησης της Πόλης από τους Φράγκους, τους οποίους έχουν παράφορα ερωτευτεί οι αποδομητές του Γένους. Κατά τη μακρόχρονη δουλεία, την οποία δεν αποφύγαμε τελικά, λόγω των κριμάτων αρχόντων και λαού, οι υπόδουλοι πρόγονοί μας αυτοπρσδιορίζονταν ως Ρωμηοί. Οι υποταγμένοι στη Δύση δαιμονίζονται στο άκουσμα του όρου αυτού, επειδή γνωρίζουν ότι ήταν ταυτόσημος με τον ορθόδοξο Έλληνα. Και επιχειρούν να δημιουργήσουν σχολή γενιτσάρων, η οποία θα διδάσκει στα παιδιά μας, όσο ακόμη θα γεννούμε έστω και λίγα, ότι κατά την τουρκοκρατία οι πρόγονοί μας είχαν μόνο θρησκευτική συνείδηση. Εθνική απόκτησαν μετά την «απελευθέρωση» με τη βοήθεια των «φωτισμένων προστατών» μας και των πιο «φωτισμένων ομογενών» μας, που μαγεύτηκαν από την Εσπερία και ήρθαν να ξεστραβώσουν τους απογόνους των λαμπρών Ελλήνων της αρχαιότητας, να τους απαλλάξουν από τις «δεισιδαιμονίες» του παρελθόντος!
Έλληνες είμαστε και το γνωρίζουμε πολύ καλά έγραφε σε επιστολή του προς τον πάπα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης, ο άγιος της Εκκλησίας, λίγα έτη μετά την πρώτη άλωση της Πόλης, συμπληρώνοντας ότι ο όρος Ρωμαίος είναι πολιτικός και δηλώνει τον πολίτη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τον τίτλο της οποίας κληρονόμησαν από τον Μέγα Κωνσταντίνο οι Έλληνες. Αυτά δεν τα γνώριζαν βέβαια οι σκλαβωμένοι πρόγονοί μας, καθώς οι λόγιοι την «είχαν κοπανίσει» στη Δύση, για να διδάξουν με παχυλές αμοιβές τα τέκνα των «ευγενών»! Έμειναν εδώ απλοί άνθρωποι του λαού, που ανέλαβαν να περισώσουν το δούλον Γένος στηρίζοντάς το στην πίστη και διδάσκοντας λίγα κολλυβογράμματα, για να μη λησμονήσει τη γλώσσα του. Ιερείς υπήρξαν οι δάσκαλοι όχι μόνο κατά την πρώιμη τουρκοκρατία, αλλά και κατά την εποχή του λεγομένου ελληνικού διαφωτισμού.
Όσοι δεν άντεξαν και αλλαξοπίστησαν, για να θέσουν τέλος στις δοκιμασίες τους, αποκόπηκαν όχι μόνο από την Εκκλησία, αλλά και από το έθνος. Οι σκλάβοι χριστιανοί δεν έλεγαν για εκείνους ότι εξισλαμίστηκαν, καθώς αγνοούσαν τη λέξη, αλλά ότι τούρκεψαν. Αν είχαν τουρκέψει όλοι, για ποια επανάσταση του 1821 θα γινόταν λόγος σήμερα; Η Εκκλησία διαφύλαξε το Γένος ως κιβωτός. Πώς οι αποδομητές, που κατεργάζονται τον εθνικό όλεθρο, ερμηνεύουν το ότι σημαντικός αριθμός των σκλαβωμένων διατήρησε την πίστη του, όταν η ερμηνεία της ιστορίας, που απορρέει από την υλιστική τους φιλοσοφία, αστική ή μαρξιστική, θεμελιώνεται στο ότι τα κίνητρα των ανθρώπων είναι αποκλειστικά οικονομικής φύσεως; Υπάρχουν καταγραφές δυτικών περιηγητών, οι οποίοι, αν και γράφουν με ανθελληνικό πνεύμα, αναγκάζονται να ομολογήσουν ότι οι λαοί της Δύσης δεν θα υπέμεναν τέτοιου είδους δουλεία περισσότερο από δεκαετία!
Ποιος συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάσχεση του ρεύματος εξισλαμισμού, ιδίως στη Δυτική Ελλάδα; Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο πατροΚοσμάς απλά για τους αποδομητές (καλοσύνη τους). Αυτός μελέτησε τα ελληνικά γράμματα, όπως καταγράφεται στις διδαχές του, συνεπώς γνώριζε, όπως και κάθε άλλος μορφωμένος Έλληνας επί τουρκοκρατίας ότι ήταν απόγονος λαμπρών προγόνων, το πνεύμα των οποίων δεν κατενόησαν ούτε οι δυτικοί κατά την «αναγέννηση» ούτε οι διανοητικά υποτελείς στη Δύση ομογενείς μας κατά τον «διαφωτισμό». Έτσι σιγά-σιγά ακόμη και ο αγράμματος Μακρυγιάννης συνειδητοποίησε την μεγάλη αξία που είχαν οι πέτρες (αρχαιότητες). Ο άγιος Κοσμάς πρωτοστάτησε στο να ιδρυθούν πλήθος ελληνικά σχολεία, ώστε να μαθαίνουν τα Ελληνόπουλα ελληνικά γράμματα. Γι’ αυτόν όμως τα ελληνικά γράμματα ήταν τα θεοτικά γράμματα, τα οποία δαιμονίζουν τους άθεους αποδομητές που υπηρετούν τη «νέα τάξη πραγμάτων» του άγριου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, όποιο προσωπείο και αν φορούν. Ο άγιος Κοσμάς με το μαρτύριό του έδειξε ότι στο βίο του ο λόγος του ταυτιζόταν με το έργο του. Οι υποταγμένοι στη Δύση προβάλλουν ως πρότυπο τον Βολταίρο, που υπήρξε αιμομείκτης, σκληρός δανειστής, άπληστος μεγαλοεπιχειρηματίας και εκδήλωνε αποστροφή προς τον «χυδαίο όχλο»! Όμως ο λαός ακόμη αντιστέκεται, παρά την άθλια προπαγάνδα των εχθρών της παράδοσης μας. Είχε αναγνωρίσει τον ιερομόναχο Κοσμά ως άγιο εν ζωή. Μετά το μαρτύριό του δεν περίμενε την αγιοκατάταξή του από το Πατριαρχείο, αλλά άρχισε να τον τιμά με εικόνες στους ναούς. Και σήμερα συρρέει στα πανηγύρια του προς μεγάλη ενόχληση, όσων αντιλαμβάνονται ότι αποτυχαίνουν οι προσπάθειές τους να τον «διαφωτίσουν». Και η Εκκλησία, παρά τις μεγάλες αδυναμίες του σώματός της και σήμερα γεννά αγίους, που στηρίζουν τους τραυματισμένους από τα πλήγματα της άρνησης Νεοέλληνες. Είναι καιρός να θέσουμε το ερώτημα: Ανήκουμε άραγε στο ίδιο Γένος πιστοί στην παράδοση χιλιετιών και φανατικοί πολέμιοι αυτής; Μήπως για τους δεύτερους ο όρος Γένος έχει απολέσει κάθε νόημα;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»