Του Μιχάλη Πιτένη
Ο μεγάλος εθνικός στόχος της σύγχρονης Ελλάδας είναι το πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της. Το γιατί το ξέρουν πια οι περισσότεροι, αν όχι όλοι. Για να προσπαθήσουμε να ξαναβγούμε στις αγορές για δανεικά και να μην μας δανείζουν μέσω μνημονίων. Δεν το καταλαβαίνουν βέβαια όλοι το ίδιο καθώς υπάρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν πως και χωρίς το πλεόνασμα πάλι θα βρίσκαμε δανειστές, όπως εξάλλου συμβαίνει με τόσες άλλες χώρες, αρκεί να υπήρχε η πολιτική βούληση και να γίνονταν οι ανάλογοι χειρισμοί. Έτσι είναι όμως οι εθνικοί στόχοι. Διχαστικοί… Αλλά είναι και κάτι άλλο. Επώδυνοι. Όχι για όλους, αλλά για εκείνους που η μοίρα τους έταξε να ΄ναι στους τροχούς και να δίνουν το αίμα τους, για να θυμηθούμε λίγο και τον Οδυσσέα Ελύτη (σ. σ. «Άξιον Εστί- Ανάγνωσμα δεύτερο»: …Θέλει νεκροί χιλιάδες να ΄ναι στους Τροχούς, Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους…). Και το δίνουν…
Χωρίς ίχνος μελοδραματισμού και δίχως καμιά διάθεση δραματοποίησης καταστάσεων, πώς αλλιώς μπορείς να ονομάσεις αυτό που έγινε και γίνεται με τις κατασχέσεις ακόμα και των επιδομάτων ανεργίας από την εφορία, προκειμένου να εξοφληθούν οφειλές προς το δημόσιο, αν όχι ότι «κι οι ζωντανοί δίνουν το αίμα τους» γι΄ αυτό το πλεόνασμα;
Βεβαίως μιλάμε για οφειλέτες και όποιος οφείλει πρέπει κάποτε να ξεπληρώσει. Ισχύει όμως αυτό για όλους εξ ίσου και απαρέγκλιτα; Η απάντηση μάλλον είναι «όχι». Ένα όχι στο οποίο δεν μας οδηγεί η καχυποψία που μας διακατέχει για οτιδήποτε αφορά το κράτος, παρότι το κράτος αν το καλοσκεφτούμε είμαστε εμείς, αλλά η αντικειμενική διαπίστωση πως τα μέτρα και τα σταθμά είναι πολλά και στις περιπτώσεις οφειλών προς το δημόσιο διαμορφώνονται αντιστρόφως ανάλογα με το οφειλόμενο ποσό. Όποιος χρωστά λίγα κινδυνεύει να βρεθεί από σιδηροδέσμιος έως… επαίτης έξω από εκκλησία, ενώ όποιος χρωστά πολλά βρίσκεται πάντοτε τρόπος ρυθμίσεων.
Και τι θα γίνει; Έτσι θα συνεχίσουμε για πάντα; Όχι βέβαια. Αλλά πέρα από πλεονάσματα, στόχους και τα λοιπά, υπάρχει και ο άνθρωπος που πρέπει να ζήσει. Όχι αυτός που προσποιείται πως έχει μόνο ένα πενιχρό εισόδημα επιδόματος ανεργίας και κρυμμένη τεράστια περιουσία, γιατί υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις, αλλά εκείνος που πραγματικά περιμένει πώς και πώς να δει στο λογαριασμό του τα λίγα κατοστάρικα της επιβίωσης του. Αν το κράτος του πάρει κάτι λίγα, ελάχιστα, αποκλείεται να πέσει έξω ο εθνικός στόχος, αλλά αν του πάρει όλα τότε ο παθών δικαίως θα αισθάνεται ο ίδιος ως κινούμενος ανθρώπινος στόχος. Και το συναίσθημα που κυριεύει κάθε στόχο είναι η απελπισία. Ένα συναίσθημα που οδηγεί παντού, ακόμα και εκεί που δεν βάζει ο νους. Στα άκρα, στις ακρότητες, στη βία… Και τότε πάνε περίπατο και τα πλεονάσματα και οι εθνικοί στόχοι, καθώς ο απελπισμένος όχι μόνο λογικά δεν μπορεί να συμπεριφερθεί, αλλά ούτε καν ως πολίτης. Αυτό θέλουν;
Σίγουρα υπήρχαν και υπάρχουν τρόποι για να εισπράξει το κράτος ό,τι του οφείλουμε. Τρόποι που προϋπέθεταν κόπο, αλλά πάνω απ΄ όλα θέληση. Ζούμε στην εποχή των συστημάτων που παρακολουθούν και γνωρίζουν τα πάντα για τους πάντες και μόνο το ελληνικό δημόσιο δεν μπορεί να τα αξιοποιήσει και να δείξει επιτέλους πως δεν είναι μονίμως κοινωνικά ανάλγητο; Εκτός και αν δεν θέλει και απλώς υποκρίνεται ότι δήθεν νοιάζεται για την επιβίωση των πολιτών του…
Αν συμβαίνει αυτό, αναλγησία και υποκρισία είναι εκρηκτικό και λίαν επικίνδυνο μίγμα για την εποχή που ζούμε. Το καταλαβαίνουν, δεν είναι δυνατόν να μην το καταλαβαίνουν. Εκτός και αν αποφάσισαν την επίτευξη αυτού του αμφιβόλου αξίας εθνικού στόχου, του πρωτογενούς πλεονάσματος, να τον πετύχουν δημιουργώντας πρωτογενές πλεόνασμα αναλγησίας και υποκρισίας.
Μόνο που κάτι τέτοιο δεν αρμόζει σε μια δημοκρατική και πολιτισμένη πολιτεία. Εκτός και δεν είμαστε τελικά ούτε το ένα , ούτε το άλλο…