Επανάσταση δεν είναι να γκρεμίζεις αλλά να χτίζεις
του Θέμη Απατσίδη
Αν μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η τελευταία μέρα της χρονιάς που έκλεισε ήταν το σημείο μηδέν και από σήμερα ξεκινάμε απ’ την αρχή, τι θα κάναμε; Αν δηλαδή, κάποια αόρατη δύναμη διέγραφε κάθε ίχνος χρέους ή υποχρέωσής μας και ξεκινούσαμε καθαροί μια νέα ζωή, ποιες θα έπρεπε να είναι οι προτεραιότητες μας, μετά από όλα αυτά που έχουμε τραυματικά βιώσει ως κοινωνία;
Ο εμφύλιος, τα Δεκεμβριανά, το αστυνομικό κράτος, η χούντα, το πολυτεχνείο, η ολυμπιάδα, η κομματικός συνδικαλισμός, ο διπολισμός, ο αμοραλισμός, ο λαϊκισμός, η απουσία ελέγχου, η έλλειψη κανόνων, η μεροληπτική εφαρμογή των νόμων και όποιες άλλες διαπιστώσεις κι αν σταχυολογήσουμε, σχετικά με τις αιτίες της σημερινής κρίσης, όλες συγκλίνουν στο ίδιο σημείο. Όλες συνιστούν δυσλειτουργίες, στρεβλώσεις και παθογένειες του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης της ελληνικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια της ίδιας της ιδιότυπης δημοκρατίας που έχουμε δομήσει στον τόπο μας. Επομένως, αν θέλουμε να βάλουμε μια βάση λογικής ανάλυσης των πραγμάτων και να μην πελαγοδρομούμε στη δίνη των διαπιστώσεων, καλό θα ήταν να ξεκινήσουμε από την αναδιοργάνωση της πολιτικής μας ζωής.
Αν το εξετάσουμε ιστορικά βλέπουμε πως οι διαιρετικές τομές που δημιούργησαν τα κόμματα στην Ευρώπη ήταν ο εθνικισμός, η σύγκρουση κέντρου – περιφέρειας και ο ανταγωνισμός εργασίας – κεφαλαίου. Αντίθετα, στην Ελλάδα οι πολιτικές ταυτότητες διαμορφώθηκαν μετά τον εμφύλιο στον άξονα «αριστερά- δεξιά», που ήταν τελείως στρεβλός γιατί δεν είχε ταξικά χαρακτηριστικά, όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη. Το σύστημα αυτό χώριζε τον πληθυσμό σε δύο κομμάτια: αυτούς που απολάμβαναν προνόμια και είχαν την εύνοια των κρατικών μηχανισμών και τους υπόλοιπους που ήταν αποκλεισμένοι και διώκονταν ως εχθροί του κράτους. Έτσι, τα πολιτικά κόμματα απέκτησαν λαϊκή βάση ανάλογα με το βαθμό που χρησιμοποιούσαν την κρατική εξουσία υπέρ των ψηφοφόρων-πελατών τους και δημιουργήθηκε ουσιαστικά ένα πελατειακό σύστημα, που ακολούθησε τελείως αντίθετη κατεύθυνση από την ευρωπαϊκή.
Μια βαθύτερη προσέγγιση της ελληνικής κοινωνίας, σύμφωνα με την έγκριτη επιστημονική πολιτική έρευνα, εντοπίζει τις πολιτικές συγκρούσεις στον άξονα «συντήρηση-πρόοδος» ή καλύτερα «λαϊκισμός-εκσυγχρονισμός». Η ελληνική κοινωνία χωρίζεται δηλαδή σε δύο μεγάλα κομμάτια. Στο ένα κομμάτι το παθητικό, ανήκουν οι συντηρητικοί, οι εσωστρεφείς, οι ξενόφοβοι, οι εθνοκεντρικοί και γενικά τα στρώματα που χαρακτηρίζονται από χαμηλή παραγωγικότητα, χαμηλή ανταγωνιστικότητα και αντιμετωπίζουν φοβικά τη νέα διεθνή πραγματικότητα, κάθε καινοτομία και κάθε μορφή αξιολόγησης. Ενώ στην άλλη πλευρά τη δυναμική κατατάσσονται οι ορθολογιστές, οι εξωστρεφείς, οι κοσμοπολίτες, οι μεταρρυθμιστές και γενικότερα τα στρώματα που συνδέονται με τις διεθνείς εξελίξεις, τη σύγχρονη τεχνολογία, την αειφορία και γενικότερα οι θεράποντες της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής.
Οι βαρύγδουπες, αλλά κενές περιεχομένου στην ελληνική πραγματικότητα, ταμπέλες (αριστερός, σοσιαλιστής, πατριώτης, φιλελεύθερος, ανεξάρτητος κτλ), υψώνονται κατά κανόνα ως πέπλο συγκάλυψης της αδράνειας, του παρασιτισμού και της άρνησης αλλαγών. Τα ελληνικά κόμματα στο σύνολο τους είναι συστημικά. Επιφανειακά λειτουργούν ως συλλέκτες δυσαρέσκειας, αλλά κατά βάθος δεν αμφισβητούν το υπάρχον σύστημα, αντίθετα το υπηρετούν απόλυτα. Το ίδιο ισχύει και για τα κυβερνητικά και για τα κόμματα διαμαρτυρίας. Μάλιστα τα δεύτερα κάνουν τη βρόμικη δουλειά, αφού συγκρατούν στο σύστημα όποιον ξεφύγει από τις γαλιφιές των κυβερνητικών κομμάτων, καλλιεργώντας επαναστατικές ψευδαισθήσεις, σύγχυση και φανατισμό, ενώ ουσιαστικά λειτουργούν ως συμπλήρωμα των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών. Αντί να κατευθύνουν τους πολίτες στο πως θα “γκρεμίσουν” το παλιό, αν πραγματικά το ήθελαν θα έχτιζαν το νέο. Η βασιλεία δεν πέφτει αν σκοτώσεις το βασιλιά. Γιατί ακολουθεί, μια περίοδος πολιτικής αστάθειας μέχρι την αναγόρευση του νέου βασιλιά και το σύστημα παραμένει ισχυρό. Η ιστορία απέδειξε πως μόνο το νέο μπορεί να εμβολίσει το παλιό.
Όποιος, λοιπόν, θέλει πραγματική αλλαγή την ενσαρκώνει στις πρακτικές του. Της δίνει υλική υπόσταση. Την αναδεικνύει ως εναλλακτική πρακτική. Διαφορετικά, αν ο αγώνας του εξαντλείται στα λόγια, στη στοχοποίηση προσώπων, στις προτροπές ή απόπειρες για λυντσάρισμα, στον εξορκισμό των φαντασμάτων του παρελθόντος και τους αποκλεισμούς υπηρεσιών και δρόμων, τότε λειτουργεί ως ο πιστότερος υπηρέτης του υπάρχοντος συστήματος, αφού αναλαμβάνει το έργο του αποπροσανατολισμού, του εκφασισμού της κοινωνίας και της νομιμοποίησης της αυτοδικίας, του τσαμπουκά και του παρακράτους.
Δυστυχώς, αυτό το σύστημα είναι πανίσχυρο και κανένα στοιχείο δεν μαρτυρά την αποδυνάμωσή του. Η χαλάρωση των παραδοσιακών κομματικών ταυτίσεων και η ρευστότητα στις εκλογικές προτιμήσεις των ψηφοφόρων, δεν σημαίνει ότι αμβλύνθηκαν οι ιδεολογικές διαφορές, γιατί απλούστατα ποτέ δεν υπήρξαν. Κατά συνέπεια αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ριζική πολιτική μεταρρύθμιση. Να εφεύρουμε τη «σύγχρονη ελληνική δημοκρατία». Να ξαναχτίσουμε νέα κόμματα, νέα συνδικάτα, νέους Δήμους, μια νέα Ελλάδα, εφόσον δεν μας εκφράζει η παλιά. Γιατί χωρίς αυτά τα στοιχεία δεν υπάρχει δημοκρατία. Για να είναι όμως νέα, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα αντίθετα υλικά και εργαλεία, από αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στην παλιά.
Πού στηρίχθηκε το σημερινό πολιτικό σύστημα; Στον αυταρχισμό, στη χρήση βίας, στην οργανωτική συγκέντρωση, στον περιορισμό της δημοκρατικής συμμετοχής, στη έλλειψη λογοδοσίας και κοινωνικού ελέγχου, στην απουσία προγραμματικών συμφωνιών, στις κομματικές ταυτίσεις και στην επαγγελματοποίηση της πολιτικής.
Αφού πραγματικά το θέλουμε, ήρθε η ώρα να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, κάνοντας ακριβώς τα αντίθετα. Δηλαδή:
• με τη συναίνεση στη λήψη αποφάσεων,
• με τον αποκλεισμό κάθε μορφής βίας,
• με την υπέρβαση κάθε κομματικής πόλωσης,
• με την καθιέρωση διαδικασιών λογοδοσίας και κοινωνικού ελέγχου που θα οδηγούν σε αντικατάσταση αιρετών,
• με τη σύναψη προγραμματικών συμφωνιών με ποινικές ρήτρες,
• με την καθιέρωση πλαφόν δύο εκλογών για κάθε αξίωμα.
Επανάσταση δεν είναι να γκρεμίζεις. Η πραγματική επανάσταση είναι να χτίζεις. Μια γνήσια εξέγερση αρχίζει από το σημείο που ο καθένας μας χτίσει κάτι χειροπιαστό: μια επιχείρηση με κοινωνικό πρόσωπο, ένα σχολείο της καινοτομίας, ένα δημοκρατικό κόμμα, μια ανοικτή πόλη. Γιατί, αν θέλουμε να λειτουργούμε και ως Έλληνες και θέλουμε να υπερασπιζόμαστε την ελληνική μας ταυτότητα, αρκεί να θυμηθούμε πως αυτό που πρόσθεσε ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός στη μοιρολατρία της εποχής του ήταν το στοιχείο της ατομικής ευθύνης.