Τώρα που ξέρουμε ότι θα θεσπίσουμε την ελληνική ΑΟΖ, πρέπει να σκεφτούμε τις υποδομές που πρέπει να ενισχύσουμε. Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε την τρίτη δεξαμενή της Ρεβυθούσας, όπου βρίσκεται ο σταθμός αεριοποίησης της Ελλάδας, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με το δίκτυο φυσικού αερίου. Ήδη αυτή η προσθήκη προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες αποθήκευσης, πράγμα το οποίο είναι σημαντικό για την μελλοντική εκμετάλλευση του δικού μας φυσικού αερίου αλλά και για την υποδοχή του LNG της Κύπρου. Το ανάλογο της Ρεβυθούσας θα υπάρξει και στη Βόρεια Ελλάδα, στην περιοχή του Πρίνου στην Καβάλα. Και αυτό θα γίνει σε κρατικό πεδίο με συμμετοχικό πλαίσιο. Δεν θα έχουμε λοιπόν μόνο μια ιδιωτική επένδυση τέτοιου τύπου στο λιμάνι στης Αλεξανδρούπολης. Έτσι η Ελλάδα θα μπορεί να παίξει και στα δύο επίπεδα τα γεωγραφικά. Και σίγουρα θα πρέπει να σκεφτούμε κι ανάλογες υποδομές για την Κρήτη. Στη συνέχεια, όσον αφορά στο ίδιο το δίκτυο του φυσικού αερίου θα γίνει σύντομα μια επέκταση έως τη Μεγαλόπολη στην Πελοπόννησο. Με αυτόν τον τρόπο το φυσικό αέριο θα έρθει να αντικαταστήσει τον λιγνίτη, για να τροφοδοτήσει δύο νέες μονάδες της ΔΕΗ των 400ΜW. Μάλιστα αυτός ο αγωγός θα είναι υψηλής πίεσης. Αυτή η αλλαγή οφείλεται εν μέρει και στην εξάντληση του κοιτάσματος του λιγνίτη. Αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι ότι το φυσικό αέριο είναι μια πράσινη ενέργεια, αφού δεν παράγει στάχτες στην καύση και αυτό βέβαια είναι προς όφελος της περιοχής. Σε βάθος χρόνου, αυτές οι υποδομές θα είναι ικανές να υποστηρίξουν τη χρήση του δικού μας φυσικού αερίου. Αν προσθέσουμε επιπλέον ότι το συμβόλαιο με τη Sonatrach της Αλγερίας θα λήξει το 2021, καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα πολύ καλό timing και στην μετατροπή της δραστηριότητας, αλλά και στη διαδικασία της αξιοποίησης της ελληνικής ΑΟΖ. Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν επί του πρακτέου τι μπορεί να κάνει η πατρίδα μας αλλά και οι περιφέρειες για να αξιοποιήσουν αποτελεσματικά την ανερχόμενη ελληνική ΑΟΖ, έτσι ώστε να είναι σε φάση ετοιμότητας και όχι αναμονής.