Πρωταθλήτρια αναδεικνύεται η Ελλάδα στην τιμή των γενοσήμων φαρμάκων σύμφωνα με την έρευνα της παγκόσμιας εταιρείας μετρήσεων της αγοράς φαρμάκου IMS. Για την ακρίβεια η μελέτη αποκαλύπτει δύο ελληνικά «παράδοξα»: αφενός οι τιμές των γενοσήμων στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες στην Ευρώπη, γεγονός που αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τη διείσδυσή τους στην αγορά και την αύξηση του όγκου των πωλήσεων τους. Από την άλλη όμως οι τιμές των πρωτότυπων, των νέων δηλαδή σκευασμάτων, είναι οι χαμηλότερες.
Όπως δείχνει η έρευνα της IMS (με ημερομηνία 25 Νοεμβρίου 2013), η διείσδυση των γενοσήμων συγκριτικά με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η χαμηλότερη, με ποσοστό στο 26% περίπου, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος φτάνει το 55,7%. Οι μειωμένοι όγκοι πωλήσεων οφείλονται στην αυξημένη τους τιμή, κοντά στα 0,21 ευρώ για κάθε χάπι, την ώρα που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι μόλις 0,13 ευρώ.
Στον αντίποδα, κάθε χάπι πρωτότυπου φαρμάκου τιμολογείται στην Ελλάδα πολύ κάτω τους ενός ευρώ, ενώ στην Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 1,52 ευρώ. Ως εκ τούτου η διείσδυσή τους στην αγορά είναι υψηλή: περίπου 13%, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται στο 8%.
Πως εξηγείται αυτό; Η τιμολόγηση των καινούργιων φαρμάκων γίνεται με βάση το μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα τα πρωτότυπα φάρμακα είναι τα φτηνότερα στην Ευρώπη, αφού μόνο στην Ελλάδα εφαρμόζεται αυτό το μέτρο. Δεδομένου πως η τιμή του γενοσήμου οριζόταν στο 80% της τιμής του φαρμάκου μετά τη λήξη της πατέντας του (off patent), ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα, η τιμή των γενοσήμων ανέβαινε κατά πολύ.
Προκειμένου να επιτευχθεί η μείωση στην τιμή των γενοσήμων και άρα να αυξηθούν οι πωλήσεις τους, με τη νέα τροπολογία που έρχεται προς ψήφιση στη Βουλή η μέγιστη τιμή των γενοσήμων φαρμάκων ορίζεται στο 65% της τιμής του αντίστοιχου φαρμάκου αναφοράς, του οποίου έχει λήξει η περίοδος προστασίας. Όταν περισσότερα από ένα γενόσημα προϊόντα λαμβάνουν άδεια κυκλοφορίας, εφαρμόζεται δυναμική τιμολόγηση βάσει του όγκου των πωλήσεων.
Ειδικότερα, η συγκεκριμένη διάταξη που αφορά τα γενόσημα φάρμακα προβλέπει ότι για τα μετά το 2012 γενόσημα, η τιμή τους θα καθορίζεται στο 65% ως ποσοστό της τιμής των off patent. Τα φάρμακα πριν το 2012 θα υποστούν οριζόντιες μειώσεις τιμών. Για τα φάρμακα αυτά η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη το 2013 εκτιμάται στα 500 εκατ. για τα ασφαλιστικά ταμεία και τον ΕΟΠΥΥ και 210 εκατ. στα νοσοκομεία. Με την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης εκτιμάται ότι θα υπάρξει μεσοσταθμικά μείωση τιμών κατά 18,75% και θα υπάρξει εξοικονόμηση που θα φτάσει στα 123 εκατ. από την δαπάνη των νοσοκομείων και του ΕΟΠΠΥ.
Σχετικά με την περιστολή της φαρμακευτικής δαπάνης, η έρευνα της IMS εμπεριέχει και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία για την αγορά της Ελλάδας. Όπως αποδεικνύεται, τα πρωτότυπα προϊόντα που έχει λήξει η περίοδος προστασίας (off patent) έχουν τα υψηλότερα ποσοστά μείωσης τιμής σε σχέση με όλα τα άλλα φάρμακα. Την ίδια ώρα τα πρωτότυπα προϊόντα συνέβαλαν στη μείωση της δαπάνης κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ ( με μειώσεις τιμών και μείωση όγκου) και εμφάνισαν μόνο 10% υποκατάστασης σε πιο ακριβές θεραπείες, ενώ τα γενόσημα συνέβαλαν κατά 120 εκατ. ευρώ στη μείωση της δαπάνης, η οποία αντισταθμίστηκε κατά το ήμισυ με την αύξηση όγκου και την υποκατάσταση σε γενόσημα προϊόντα με υψηλότερες τιμές.
Στα ύψη η πολιτική κόντρα
Και ενώ η τροπολογία τίθεται σήμερα σε ονομαστική ψηφοφορία, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στην απόσυρσή της και σε μειώσεις σε όλα ανεξαιρέτως τα φάρμακα. Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για οριζόντιες μειώσεις τιμών ενέχει ένα σοβαρό κίνδυνο απόσυρσης φαρμάκων για δύο λόγους; Πρώτον, οι τιμές στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν οι τιμές σε 16 χώρες παγκοσμίως. Σε κάθε μείωση κατά 10% των τιμών στην Ελλάδα η φαρμακευτική βιομηχανία έχει απώλεια παγκοσμίως 2 δισ. δολάρια. Συνεπώς, υπάρχει ο κίνδυνος πολλές φαρμακευτικές να αποσύρουν φάρμακα από την Ελλάδα για να προστατεύσουν γενικότερα τις πωλήσεις τους, όταν οι τιμές μειωθούν απότομα. Δεύτερον, όταν τα φάρμακα γίνονται πολύ φθηνά με οριζόντιες περικοπές οι χονδρέμποροι τα εξάγουν σε άλλες χώρες και έτσι δημιουργούνται ελλείψεις.