Όλο το εμπόριο και οι συναλλαγές κινούνται χάρη στην “εφεύρεση” της επιταγής ήδη από την έναρξη ισχύος του νόμου 5960/1933 «περί επιταγής». Η επιταγή αποτέλεσε μέσο πληρωμής εξίσου αξιόπιστο με τα μετρητά και τελούσε πάντα υπό μια μοναδική προϋπόθεση: τη φερεγγυότητα του εκδότη της. Αυτός που την εκδίδει, δηλαδή, να έχει το απαραίτητο ποσό στο λογαριασμό του. Οι συνθήκες από το 1933 άλλαξαν πολλές φορές. Την τελευταία δεκαετία, δε, ραγδαία. Παλιότερα, ήταν δακτυλοδεικτούμενος ο παραβάτης του νόμου περί επιταγών και ο “ακάλυπτος” έγινε πρωταγωνιστής καθημερινής τηλεοπτικής σειράς. Σήμερα, όμως, λίγο η οικονομική κρίση, λίγο η εκμετάλλευση της, τα πινάκια της Ευελπίδων έχουν γεμίσει με κατηγορούμενους της παράβασης του νόμου περί επιταγών.
Η καλή πίστη του κομιστή της επιταγής για την αξιοπιστία του εκδότη της σπανίως επιβεβαιώνεται. Η ποινικοποίηση της πράξης αυτής, αποτέλεσε επί δεκαετίες ένα ισχυρό μέσο πίεσης -ίσως το μοναδικό- έναντι του εκδότη προκειμένου αυτός να υποχρεωθεί στην καταβολή του ποσού της, για την αποφυγή της ποινικής καταδίκης. Δυστυχώς, πλέον, σπανίως ακούμε στις αίθουσες των δικαστηρίων ότι “η επιταγή πληρώθηκε” και ότι ο κατηγορούμενος κρίθηκε αθώος. Δεν υπάρχει η δυνατότητα για οποιαδήποτε καταβολή είναι το σύνηθες… Ο κατηγορούμενος είναι φυλακή, έχει πτωχεύσει, είναι άστεγος, δεν ξέρουμε που είναι, είναι στη Βολιβία κ.ο.κ ακούμε συνήθως.
Ο νόμος απέβλεπε στην προστασία της ασφάλειας των συναλλαγών και την πάταξη της συναλλακτικής κακοπιστίας. Αυτό ισχύει μόνο για τις επιταγές και όχι για τα “γραμμάτια” ή για τα απλήρωτα τιμολόγια. Η ποινική δίκη έχει σκοπό την τιμωρία του κατηγορουμένου και φυσικά η απόφαση δεν έχει αντικείμενο επί της περιουσίας του εκδότη. Έχει καμία αξία πλέον; Οι τράπεζες, ούτως ή άλλως δεν χορηγούν μπλοκ επιταγών αν δεν είσαι φερέγγυος, οι περισσότεροι είναι στον Τειρεσία, οι κατηγορούμενοι δεν εμφανίζονται, ενώ πολλές φορές ούτε οι ίδιοι μηνυτές δεν έρχονται στα δικαστήρια. Οι έμποροι δεν δέχονται επιταγές από αναξιόπιστους, οι δικαστές εξαντλούν την επιείκεια τους και οι δικηγόροι σπανίως συμβουλεύουν τους κακότυχους απλήρωτους πελάτες τους να στραφούν κατά του “ακάλυπτου”. Θέτω προς συζήτηση το θέμα της αποποινικοποίησης του αδικήματος της ακάλυπτης επιταγής, αφού πλέον δεν έχει κανένα νόημα για κανέναν από τους διαδίκους, αλλά το μόνο που καταφέρουμε είναι να γεμίζουμε με δικογραφίες τα δικαστήρια. Όποιος θέλει να αξιώσει την επιστροφή των χρημάτων του, μπορεί να στραφεί αστικώς στα αρμόδια δικαστήρια. Η ποινική “απαξία” δεν έχει πλέον τις δυνατότητες που είχε παλιότερα, αφού ο παραβάτης του νόμου περί επιταγών είναι το σύνηθες και όχι η εξαίρεση.
Ηλίας Γ. Σιδέρης
Δικηγόρος
Μέλος ΔΣ Ένωσης Νέων Δικηγόρων Αθηνών
Δημοσιεύθηκε στα“ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ” της 8/9 Φεβρουαρίου 2014