Του Μιχάλη Πιτένη
Η έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα είναι αποκαλυπτική. Eκτός αγοράς εργασίας, εκπαίδευσης ή κατάρτισης, βρίσκεται το 16,9% των νέων έως 24 ετών στην Ελλάδα! Στοιχείο που μας φέρνει στις πρώτες θέσεις μεταξύ των ¨28¨ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά με τους NEETs (young people not in education, employment or training), τον όρο με τον οποίο περιγράφεται ο νεανικός πληθυσμός μίας χώρας, ηλικίας 15 έως 24 ετών, που απέχει από κάθε διαδικασία εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης, δηλαδή είναι «απών» από κάθε μείζονα θεσμική μέριμνα του κοινωνικού κράτους.
Τα συμπεράσματα της έρευνας είναι καταλυτικά, αλλά αξίζει να σταθούμε στα εξής δύο:
1.Παρατηρείται αύξηση κατά 50% του ποσοστού των NEETs στη χώρα μας, κατά την περίοδο της κρίσης, και
2.Οι NEETs, αν και δεν αποτελούν νέο φαινόμενο, εντούτοις, τόσο η διακύμανσή τους (διόγκωση), όσο και η περιφερειακή συγκέντρωσή τους, που εντοπίζεται κυρίως στα κράτη μέλη του ευρωπαϊκού Νότου, καταδεικνύουν, σαφώς, την άμεση διασύνδεση του φαινομένου με τις δυσμενείς συνέπειες της πολυεπίπεδης κρίσης και με τις ακολουθούμενες μεθόδους δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Φυσικά, τα δύο αυτά συμπεράσματα δεν θα πρέπει να προκαλούν έκπληξη σε κανέναν καθώς περιγράφουν κάτι που ήταν αναμενόμενο λόγω της ακολουθούμενης πολιτικής, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά στο σύνολο του ευρωπαϊκού Νότου. Μιας πολιτικής που δεν διευρύνει απλώς σε απόλυτα νούμερα και ποσοστά τους Ευρωπαίους πολίτες που βρίσκονται κάτω απ΄ τα όρια της φτώχειας, αλλά στοχεύει και στο πιο ευαίσθητο και ευάλωτο κομμάτι αυτής της κοινωνικής τάξης, τους νέους. Αποτέλεσμα; Ακόμα και αυτοί που έχουν τα προσόντα και τη θέληση να διαμορφώσουν το μέλλον τους μέσω της εκπαίδευσης, έχουν πλέον την αντικειμενική αδυναμία να το πράξουν και υποχρεωτικά συναθροίζονται στη διαρκώς διογκούμενη κατηγορία των ανειδίκευτων εργατών. Αν σκεφτεί μάλιστα κάποιος τις οικονομικές και ασφαλιστικές συνθήκες κάτω απ΄ τις οποίες καλούνται πλέον να εργαστούν ακόμα και νέοι που διαθέτουν μάστερ και διδακτορικά, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί ποια τύχη και ποιο μέλλον περιμένει όλους εκείνους που διαθέτουν ελάχιστη μόρφωση.
Όσοι ασχολήθηκαν τις μέρες αυτές με τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας, συμφώνησαν πως στο γενικό συμπέρασμα που οδηγούμαστε είναι ότι θα πρέπει να μιλάμε ήδη για μια χαμένη γενιά στη χώρα μας. Ναι, αλλά μήπως θα πρέπει στη διαπίστωση αυτή να προσθέσουμε και το ερώτημα «Χάσαμε ήδη μια γενιά. Πόσες γενιές κινδυνεύουμε να χάσουμε ακόμα;».
Η απάντηση δεν είναι εύκολη, αλλά και μόνο το γεγονός πως στα τέσσερα, περίπου, χρόνια της κρίσης αυξήθηκαν κατά 50% οι νέοι 15-24 ετών που απέχουν από κάθε διαδικασία εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης, σχηματίζει μια ζοφερή εικόνα. Μια εικόνα που γίνεται ζοφερότερη αν λάβουμε υπ΄ όψιν μας πως οι περισσότεροι πολίτες βρίσκονται ήδη σε δυσμενέστερη οικονομική θέση και ακόμα και αν αρχίσει η ανάκαμψη της χώρας σε ένα ή δύο χρόνια το πολύ, αυτό δεν θα το καρπωθούν αμέσως οι πολίτες της αλλά με μια λογική καθυστέρηση. Το πόσο πιο ζοφερή θα γίνει η εικόνα αν δεχτούμε τις άλλες προβλέψεις που λένε πως θα αργήσουμε πολύ ακόμα για να βγούμε απ΄ την κρίση, δεν μπορούμε καν να το φανταστούμε.
Μπορούμε όμως με κάθε βεβαιότητα να πούμε πως η ανθρωπιστική καταστροφή που έχουμε πλέον μπροστά μας αρχίζει να παίρνει διαστάσεις. Τέτοιες που θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε τεράστιες και δραματικές αλλαγές όχι μόνο της ελληνικής κοινωνίας, μα και πολλών κοινωνιών της Ευρώπης, εξ αιτίας των οποίων μπορεί να διαλυθούν οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Και αν συμβεί αυτό τότε υπάρχει ο κίνδυνος να ξυπνήσουν και εκείνα τα φαντάσματα του παρελθόντος, τα οποία προσπάθησαν να εξαφανίσουν με τη δημιουργία αυτών των θεσμών όσοι εμπνεύστηκαν την ιδέα και την έννοια της Ενωμένης Ευρώπης. Αυτά τα φαντάσματα που οδήγησαν κατά το παρελθόν σε πολλές άλλες χαμένες γενιές.
Υ.Γ. Η έρευνα είναι του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ και του Πανεπιστημίου Κρήτης, σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Greek Public Opinion (GPO) και το Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ (ΙΗΔΛ) του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ).