Στα Ανατολικά της Αργυρούπολης , 4 ώρες μακριά ,είναι το Λερίο ( Κουάσιο), το οποίο ήταν άλλοτε επισκοπή και εκκλησιαστικά υπάγονταν στον επίσκοπο Θεοδοσιούπολης.
Στην περιοχή αυτή εγκαταστάθηκαν οι ιστορικές οικογένειες από την αυλή των Κομνηνών, Μουρούζηδες, χρηματοδότες της ελληνικής επανάστασης και οι Σούτοι στρατιωτικοί ακόλουθοι των Κομνηνών στο χωριό Σούτωνος.
Από την περιοχή αυτή και στη διάρκεια των Ρωσοτουρκικών πολέμων από το 1829 έγιναν πολλές μεταναστεύσεις προς την Ρωσία.
Από τις 2000 οικογένειες έμειναν μόνο 400, αλλά και αυτές που έμειναν σκέφτονταν να μεταναστεύσουν γιατί καταπιέζονταν από τους Τούρκους και η περιοχή τους ήταν άγονη και φτωχή.
Οι κάτοικοι των Λερίων άντεξαν στις πολλές ταλαιπωρίες για τέσσερεις αιώνες παραμένοντας στα σπίτια των πατέρων τους, αλλά τελευταία αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν.
Για τη μαζική αυτή φυγή ο ιστορικός Σάββας Ιωαννίδης έγραψε σχετικά το 1870:
΄΄ Ιερείς και επίσκοποι και όσοι εκεί συναισθάνονται το αληθινό συμφέρον του έθνους, να κάνουν το παν για να τους εμποδίσουν να πραγματοποιήσουν την αντεθνική αυτή μετανάστευση.΄΄
Οι Λερέτ στην Ρωσία
Αμέσως μετά τους ρωσοτουρκικούς πολέμους το 1878 οι πρώτοι κάτοικοι από τα Λερία άρχισαν να μεταναστεύουν προς τον Καύκασο (Κάρς) και να δημιουργούν νέες κοινότητες και χωριά.
Πολλοί από τους Λερίτες και ιδιαίτερα ο μαχαλάς των Κυριακάντων ,που κατοικούνταν από τη μεγάλη οικογένεια των Παυλιδαίων, άρχισαν να μεταναστεύουν προς το Κρασνοντάρ της νότιας Ρωσίας .
Ο τσάρος είχε εξαγγείλει ένα μεταρρυθμιστικό γεωργικό πρόγραμμα, που ευνοούσε της μεγάλες καλλιέργειες του καπνού .
Η καλλιέργεια του καπνού άρχισε να γίνεται περιζήτητη από τις αγορές της Ευρώπης και της Αμερικής . Γι αυτό ο τσάρος έδωσε κίνητρα για την καλλιέργεια καπνού με την εκχέρσωση μεγάλων δασικών εκτάσεων .
Ο Παυλίδης Ευθύμιος, ένας πανέξυπνος και ευφυής επιχειρηματίας, συνεργαζόμενος στενά με τον έτερο τραπεζίτη από την Ίμερα, τον Φωστηρόπουλο, πήγε στον νομάρχη του Κρασνοντάρ και εξασφάλισε άδεια εκχέρσωσης 5000 στρεμμάτων σε πρώτη φάση.
Το ξεκίνημα έγινε και σε λίγα χρόνια περισσότερα από χίλια στρέμματα καπνού καλλιεργούνταν από μωζίκους στα τσιφλίκια του Παυλίδη.
Η επιτυχία του δαιμόνιου έλληνα έγινε γνωστή στο μικρό και φτωχό χωριό του και σιγά σιγά όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι του άρχισαν να έρχονται στην΄΄ Πλαντάτσια ΄΄(τσιφλίκι του Μπάρμπα Θύμου Παυλίδη, από το Λερί Αργυρούπολης του Πόντου.
Ο έλληνας τσιφλικάς βοηθούσε όλους τους συγγενείς και χωριανούς του και έτσι όλοι σε λίγο καιρό έγιναν και αυτοί μικροτσιφλικάδες, μαγαζάτορες με φούρνους και εμπορικά μαγαζιά.
Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως αυτοί οι φτωχοί και εξαθλιωμένοι ραγιάδες, που οι Τούρκοι τους έκλεβαν το βιός και τους τυραννούσαν, θα γίνονταν ένα με την τσαρική αστική τάξη της Ρωσίας, θα είχαν δασκάλους και καθηγητές, που θα μάθαιναν τα παιδιά τους ξένες γλώσσες και κλασική μουσική.
Η μετανάστευση προς την τσαρική Ρωσία θα ήταν για τους περισσότερους Έλληνες του Πόντου μια φυγή και διέξοδος προς τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την ελευθερία.
Το εμπορικό δαιμόνιο του Έλληνα και το δημιουργικό του πνεύμα έβρισκαν τις ιδανικές συνθήκες για να αναπτυχθούν στη χριστιανική αυτή χώρα.
Με την επανάσταση των μπολσεβίκων όμως οι πλούσιοι τσιφλικάδες και επιχειρηματίες Λερίτες περιέπεσαν σε παρακμή χάνοντας όλες τις περιουσίες τους.
Οι μπολσεβίκοι περικύκλωσαν το τσιφλίκι του Μπαρπα Θύμιου, τον φόρτωσαν στο στρατιωτικό παϊτόνι και τον πήγαν για ανάκριση. Στη φυλακή σ’ έναν μεγάλο στρατώνας έξω από την πόλη, οι μπολσεβίκοι εκτελούν καθημερινά τους άπληστους τσιφλικάδες που έπιναν το αίμα του λαού. Για τον μπάρμπα Θύμιο όμως τα πράγματα πήγαν καλά κάθε μέρα εργάτες κολίγοι πήγαιναν στην αστυνομία και παρακαλούσαν να τον αφήσουν ελεύθερο για τα καλά που τους έκανε.
Ο Πόντιος μετανάστης ,όσα χρήματα και αν έβγαλε, δεν έχασε την ψυχή και τον ανθρωπισμό του.
Αφού υπέγραψε ένα χαρτί, ότι τίποτα δεν είναι δικό του και όλα τα παραχωρεί στο λαό, του χάρισαν τη ζωή .
Τον αδελφό του όμως τον σκότωσαν μέσα στο χωράφι άτακτοι μπολσεβίκοι και τον ανεψιό του, Κώστα Παυλίδη, τον σκότωσε ένας μπολσεβίκος για να τον ληστέψει.
Ο μπάρμπα Θύμιος, φτωχός και καταφρονημένος, πήγαινε κάθε μέρα στο τσιφλίκι του και δάκρυζε βλέποντας τους κόπους μιας ζωής να χάνονται και κατέληγε στο γιαλό του Κρασνοντάρ ψάχνοντας τρόπο διαφυγής.
Η ζωή του και η ζωή της οικογένειάς του κινδύνευε από μέρα σε μέρα.
Το 1925 η κυβέρνηση του Λένιν απελευθέρωσε και επέτρεψε τον επαναπατρισμό των Ελλήνων.
Οι Λερέτ από την Ρωσία ήρθαν στην Ελλάδα και συναντήθηκαν με τους Λερέτες πρόσφυγες του Πόντου. Το Ανατολικό Πτολεμαίδας, η Αργυρούπολη της Δράμας το Κιλκίς και η Φλώρινα θα φιλοξενήσουν τους πρόσφυγες του Λερί.
Στη νέα τους πατρίδα πολύ γρήγορα θα ξεκινήσουν με αισιοδοξία και θέληση τη νέα δημιουργική τους πορεία, θα γίνουν και πάλι πετυχημένοι αγρότες, τεχνίτες, επιχειρηματίες και θα διαπρέψουν στα γράμματα και τις τέχνες.
Οι Λερίτες από τις εννέα γειτονιές της ιστορικής τους πατρίδας θα φέρουν μέσα τους εκτός από τις παραδόσεις και τον ποντιακό πολιτισμό και το πνεύμα της μετανάστευσης, που πάντα τους έτρεφε και τους εξωθούσε σε μεγάλες προσδοκίες και κατακτήσεις.