Σε μια από τις επισκέψεις σου στο σπίτι που μεγάλωσες, βλέπεις με νοσταλγία τα κλασσικά εικονoγραφημένα, τα κόμιξ σου με τον Αστερίξ και τα παραμύθια που το χαρτί τους κιτρίνισε πια. Πέρασε καιρός από τότε που σου τα διάβαζαν, πέρασες πολλά, ψήλωσες, έπαιξες μπάλα, ερωτεύτηκες, σπούδασες, πήγες στρατό, μέθυσες, βρήκες δουλειά, έχασες δουλειά, ξαναμέθυσες, βρήκες άλλους έρωτες που τους έχασες για να βρείς άλλους έρωτες, ξαναβρήκες δουλειά, ίσως ακόμα να έγινες γονιός.
Τα ξέρεις βέβαια όλα αυτά και σαν κάποιος που δεν έχει πια τίποτα να πει με έναν παλιό καλό του φίλο, αποφεύγεις τον Κοντορεβυθούλη και τους εφτά νάνους, γιατί λες πως μεγάλωσες πια. Λες σε όλους, μα πιο πολύ τον εαυτό σου προσπαθείς να πείσεις, πως στα παραμύθια πλέον δεν πιστεύεις, αυτά είναι για τους ρομαντικούς και τους ονειροπόλους και πως δεν αρμόζουν σε ένα άνθρωπο που ζει με ρεαλισμό και σύνεση, μα το ταίρι σου το πας στο σινεμά, του αγοράζεις βιβλία, βλέπετε μαζί το Game of Thrones -το στρώμα σου φοράει ένα σεντόνι του Spider-man- και πολλές πρωτοχρονιές θυμώνεις που ο Αη- Βασίλης δεν σου έφερε το δώρο σου.
Επιμένεις ακόμα να λες, πως δεν πιστεύεις στα παραμύθια; Παραδέξου το, δεν είναι δείγμα ανωριμότητας η ηθελημένη απώλεια πραγματισμού και σίγουρα το να μπορείς να αφαιρείσαι κατά το δοκούν είναι ίσως ευλογία.
Πολλές φορές σαν αποσυνάγωγος της πραγματικότητας ο άνθρωπος καταφεύγει στις ρευστές εικόνες των παραμυθιών και με τη γραφίδα της αντίληψής του αποτυπώνει την αρχή, τη μέση και το τέλος της κάθε ιστορίας σαν μιαν άλλη Σεχραζάτ που αν δεν γοητευτεί και δεν γοητεύσει με την ιστορία της θα χάσει το κεφάλι της. Πρόσεξε την παραστατικότητα του μύθου, μας λέει απερίφραστα πως θα χάσει το κεφάλι της δίνοντάς μας εικόνα, δεν το καλουπώνει, δεν το στρογγυλεύει, λέγοντας μας απλά πως θα χάσει τη ζωή της.
Μια εικόνα που χίλιες λέξεις δε φτάνουν να την περιγράψουν, μέσα στο νου που η διάνοιά του δέχεται το φαντασμαγορικό σήμα της ιστόρησης του κοπανιστού αέρα.
Μια απάντηση στις φωνές που θέλουν το ρομαντισμό ξεπερασμένο, σαν ένα γραφικό και εξεζητημένο μεσαιωνικό αποκύημα φαντασίας μιας εξωπραγματικής διάνοιας.
Μια διάψευση του θανάτου του Κνούλπ, με το παραμύθι πιστό στην αιθέρια γραφομηχανή που το συνέταξε θα συγκινήσει τον άνθρωπο στο σημείο να θέλει να γίνει και ο ίδιος παράγραφος στις σημειώσεις της αιωνιότητας.
Σε πολλά παραμύθια αυτό που δημιουργεί τη συνέχεια τους είναι η επιμονή του ήρωα να ρισκάρει, να πάει κόντρα σε ότι του είπαν και όταν τον πνίγει το σκοτάδι να βρίσκει μέσα σε αυτό το λυχνάρι που θα του πραγματώσει τις πιο τρελές του επιθυμίες, να τον κάνει πλούσιο, να του χτίσει παλάτια, να τον ζευγαρώσει με την πριγκίπισσα.
Σε κάποια άλλα που τα αθώα πλάσματα σαν τη Χιονάτη τυρρανιούνται από τα ξένα χέρια μια σπλαχνική παρουσία μεταμορφώνει τις κολοκύθες, γίνεται δασκάλα χορού και διδάσκει την αποθέωση της μοναδικότητας καθώς το κάθε γοβάκι φτιάχνεται για να συνοδεύσει μόνο μια κοπέλα στο ονειρικό της πεπρωμένο.
Φανταστικά υπέροχες ιστορίες που γράφτηκαν από ανθρώπους που δεν βολεύτηκαν στην ηρεμία της κάμαρής τους να υπακούνε στα κελεύσματα της φωνής που τους έλεγε: “Τολμάς να έχεις και παράπονο, βρε ανόητε;”
Όλοι μας τις συμπαθούμε αυτές τις αντέννες των καιρών που ξέρουν να διαβάζουν σήματα καπνού, που ορίστηκαν γραφιάδες του άφατου και του απροσδιόριστου, μα τις καταλαβαίνουμε μόνο όταν μιλάνε με εικόνες που ξέρουμε πώς να τις εκτιμήσουμε, όπως για παράδειγμα την γαμήλια τελετή που παρευρέθησαν οι εναπομείναντες Στάρκ.
Αυτά τα παραμύθια συνόδευσαν γενιές και γενιές στην πορεία των αιώνων λειτουργώντας σαν εικόνα ψυχαναλυτή, που πάνω του η μεταβίβαση είναι κάτι παραπάνω απο αναγκαία και αυτός αντιλαμβανόμενος την όποια έλλειψη έδινε πάθος, χαρά, περιπέτεια, έξαρση και πλησμονή.
Ναι, είναι ωραία να παραμυθιάζομαι, σκέφτομαι την ώρα που πίνω το ρεαλιστικότατο καφεδάκι μου, στη χάρτινη συσκευασία την ώρα που κατευθύνομαι στο άντρο των παραμυθάδων.
Ο Μπόρχες μας έλεγε πως ίσως ο παράδεισος να είναι μια τεράστια βιβλιοθήκη.
Το περιεχομένο της βιβλιοθήκης; Βιβλία.
Το περιεχόμενο των βιβλίων; Ιστορίες.
Ένα άλλο όνομα για αυτές; Παραμύθια.
Δεν χρειάζεται να πω στην είσοδο το σουσάμι να ανοίξει μα θα σε χαιρετήσω λέγοντας σου οτι ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
πηγή: http://www.o-klooun.com