Σε πολλά ορεινά χωριά του Πόντου, όπου τα τρόφιμα ήταν άφθονα, δεν υπήρχε τίποτα το παράξενο, εκτός από τα σμήνη των μελισσών που ήταν πολλά. Και όσοι από τους στρατιώτες, γράφει ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβασις, έτρωγαν από τις κερήθρες τους, έχαναν τα λογικά τους, έκαναν εμετό, τους έπιανε διάρροια και κανείς δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος στα πόδια του. Όσοι όμως είχαν φάει λίγη ποσότητα, έμοιαζαν με μεθυσμένους ανθρώπους, ενώ από όσους είχαν φάει πολύ, άλλοι έμοιαζαν με τρελούς και άλλοι με πεθαμένους. Ήταν πεσμένοι καταγής τόσο πολλοί, που νόμιζες πως είχε γίνει μεγάλη καταστροφή στο στράτευμα. Συγχρόνως, επικρατούσε μεγάλη ακεφιά.
Την επόμενη μέρα όμως, αποδείχτηκε πως δεν είχε πεθάνει κανείς. Ταυτόχρονα έρχονταν στα συγκαλά τους. Την τρίτη μέρα και την τέταρτη σηκώνονταν σαν να είχαν πάρει προηγούμενα κανένα δυνατό φάρμακο.
Οι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα χωριά τούτα είναι αυτά που βρίσκονται στην κοιλάδα του ποταμιού της Ματσούκας, τα λεγόμενα με ένα όνομα Χαψίν ή Χαψίκιοι. Εκεί φυτρώνει η ποντιακή Αζαλέα (θάμνος), της οποίας το λουλούδι αντλώντας οι μέλισσες παράγουν το μεθυστικό μέλι, που ο Πόντιος ιστορικός Στράβων της αρχαιότητας το ονόμαζε «μαινόμενον». Ακόμη και τα ζώα δεν τρώνε από τα άνθη της γιατί είναι δηλητηριώδη.
«Τα μελεσσίδα ντ’ εβόσκουσαν το τσιφίν, εποίν’ναν παλαλόν μέλ’ και όντες έτρωγαν ατο ανθρώπ’, εζαλίουνταν».
Οι Έλληνες Πόντιοι του τόπου, ως τον ξεριζωμό τους το 1922-1924, το έλεγαν «παλαλόν μελ’, «ζαντόν μελ» (παλαβό μέλι) και οι Τούρκοι «ντελί μπαλ» (τρελό μέλι) και όλοι βεβαίωναν ότι όταν το έτρωγαν ωμό, τους μεθούσε. «Παλαλός, ζαντός» θα πει «τρελός», «ανισόρροπος διανοητικώς», ενώ υπάρχουν και εκφράσεις, όπως «Ο παλαλόν κωδών’ ‘κι έχ’», «Τάξον τον παλαλόν να χαίρεται» ή «Ο παλαλόν πασκείμ’ ντο έχ’ κέρατα;».
Οι κάτοικοι του Πόντου, που γνώριζαν το αντίδοτο για να εξουδετερώνουν τη δράση από το «παλαλόν μέλ’», έτρωγαν ταυτόχρονα κρεμμύδι ή το άφηναν για έναν χρόνο ώστε να ζαχαρώσει και να χάσει τις δηλητηριώδεις ιδιότητές του. Ως αντίδοτο στα ζώα χρησιμοποιούσαν το «χαψοζώμ’», το ζωμό από παστά ψάρια, το οποίο προκαλούσε δίψα στο ζώο, που έτσι έπινε μεγάλες ποσότητες νερού και βοηθούσε στην αραίωση και απομάκρυνση της τοξικής ουσίας.
Το μέλι είναι από τις πιο εύκολα αφομοιώμενες τροφές, γι’ αυτό χρησιμοποιείται ευρεία στη ζαχαροπλαστική, την αρτοποιία και τη φαρμακευτική.
«Ασ’ σο στόμαν ατ’ μέλ’ τρέχ’ (Είναι γλυκομίλητος)»
«Να μέλ’, να κερίν (για παντελή άχρηστο άνθρωπο)»
«Όλ(ι)α καλά και το μέλ’ γλυκύν»,
έλεγαν στον Πόντο κατά περίπτωση.
(Χρ. Σαμουηλίδη-Η ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού)
Αναστασία Κορκοτίδου
Φιλόλογος