O Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Μητσοτάκης, ερωτηθείς από δημοσιογράφους για τις αντιδράσεις ορισμένων συνδικαλιστών αναφορικά με το νέο πλαίσιο αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, έκανε την εξής δήλωση:
«Στην ελληνική δημόσια διοίκηση υπηρετούν σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες υπάλληλοι που εργάζονται καθημερινά με υψηλό αίσθημα ευθύνης και μεγάλη αποδοτικότητα, υπό δύσκολες πολλές φορές συνθήκες. Υπάλληλοι οι οποίοι με τις γνώσεις και τις ικανότητές τους, αλλά και με το μεράκι και το πείσμα τους, δημιουργούν πολλές εστίες αριστείας στον δημόσιο τομέα.
Υπάρχουν, βέβαια, και υπάλληλοι, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται στην άσκηση των καθηκόντων τους, οι οποίοι αποδίδουν πολύ κάτω από τα αναμενόμενα.
Κάθε σύγχρονη και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, που σέβεται τα χρήματα του φορολογούμενου πολίτη που τη συντηρεί, πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίζει και τους άριστους – για να τους επιβραβεύει – και όσους έχουν χαμηλή απόδοση – για να τους βοηθά να βελτιωθούν και να εξελιχθούν.
Αυτό ακριβώς επιδιώκει το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με την εισαγωγή για πρώτη φορά της συγκριτικής αξιολόγησης στον προσδιορισμό των ανώτατων ποσοστών των δημοσίων υπαλλήλων ανά κλίμακα βαθμολογίας. Η βαθμολόγηση, εξάλλου, της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπαλλήλων με βαθμούς 9 και 10, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, αναιρεί τη σημασία και τη λογική της αξιολόγησης και την καθιστά ανούσια, ενώ αντίθετα θα έπρεπε να αποτελεί εργαλείο παρακίνησης για τον αξιολογούμενο και μεγιστοποίησης της απόδοσης του φορέα.
Είναι προφανές ότι η ρύθμιση αυτή «ξεβολεύει» μια μειοψηφία δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι βαθμολογούντο με υψηλούς βαθμούς, ενώ στην πραγματικότητα κωλυσιεργούσαν συστηματικά στην εργασία τους.
Είναι επίσης προφανές ότι η συνδικαλιστική ηγεσία της ΠΟΕ – ΟΤΑ προσπαθεί για λόγους ψηφοθηρίας και εντυπωσιασμού να «αγκαλιάσει» αυτή τη μειοψηφία και να την προστατεύσει από μια αντικειμενική και δίκαιη αξιολόγηση.
Είναι, όμως, και κάτι άλλο εξίσου προφανές: Οι Έλληνες πολίτες υπεβλήθησαν την τελευταία τετραετία σε σκληρές θυσίες και μεγάλες δοκιμασίες και το ελάχιστο που απαιτούν είναι ένας λειτουργικός και αποτελεσματικός δημόσιος τομέας. Είναι, όμως, και κάτι άλλο εξίσου προφανές: Η εποχή όπου μια αναχρονιστική συνδικαλιστική ηγεσία μπορούσε να εμποδίσει τις αλλαγές που απαιτεί και δικαιούται η σιωπηλή πλειοψηφία της κοινωνίας έχει περάσει ανεπιστρεπτί».