Της Χριστιάννας Λούπα*
loupachr@otenet.gr
Την ώρα που η χώρα μας καθεύδει ακόμα τον ύπνο του δικαίου, η Ευρώπη φαίνεται πως ξύπνησε, έστω και όψιμα, άρτι ευαισθητοποιημένη στο θέμα των δύο μικρών – «πουλημένων»; – νησιών, που παραχωρήθηκαν με ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης στην Τουρκία σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, με την οποία, ως γνωστόν, η τελευταία επέβαλε τους όρους της.
Μια «μικρή Κύπρος» ή το εξιλαστήριο θύμα ενός εκ προοιμίου καταδικασμένου πολέμου; Όπως και να ’χει πάντως το πράγμα, όλα έγιναν με τη «βούλα», με υπογραφές και επισημότητες, με χειραψίες και φωτογράφους. Έτσι απλά! Έτσι απλά, τα δύο μικρά νησάκια του Ανατολικού Αιγαίου δεν θα ανήκαν εφεξής στην Ελλάδα, αλλά στη νεοσύστατη Τουρκική Δημοκρατία, για στρατηγικούς λόγους, ως απαραίτητα για την ασφάλεια των Στενών του Ελλησπόντου.
Από το σημείο αυτό και μετά αρχίζει ο Γολγοθάς του έκπτωτου Ελληνισμού, αφού οι κυβερνήσεις της γειτονικής χώρας μεθοδικά και συστηματικά με νομοθετικές ρυθμίσεις προσπαθούν να εξαλείψουν το ελληνικό στοιχείο των νησιών, αλλά και της Κωνσταντινούπολης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1927, η Τουρκική Εθνοσυνέλευση ψηφίζει το νόμο 1151, με τον οποίο καταργείται το καθεστώς αυτονομίας, ενώ το 1964 – χρονολογία ορόσημο – εξαναγκάζεται σε απέλαση η πλειοψηφία των Ομογενών. Παράλληλα, επιδιώκεται εποικισμός των νησιών από Τούρκους και ιδρύονται ανοιχτές αγροτικές φυλακές στην Ίμβρο με βαρυποινίτες και ισοβίτες από όλη την Τουρκία, που περιφέρονται και εκφοβίζουν τους κατοίκους. Η ελληνική εκπαίδευση καταργείται – τα παιδιά διδάσκονται ελληνικά στο σπίτι, δίκην κρυφού σχολειού – ενώ το 90% της καλλιεργήσιμης γης, που ανήκει στους Έλληνες, απαλλοτριώνεται. Πολλά ακίνητα, ακόμη και ναοί, περιέρχονται στο τουρκικό δημόσιο και, εν συνεχεία, εκποιούνται σε εποίκους από την ενδοχώρα. Η Κοινότητα Τενέδου έχει ήδη καταφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την κατοχύρωση της περιουσίας της.
Πράγματι, μολονότι τα σχετικά άρθρα της Συνθήκης κατοχυρώνουν τα δικαιώματα των εννέα χιλιάδων (τότε) Ελλήνων των νησιών, ως προς τη γλώσσα, τη θρησκεία και την περιουσία, στην πράξη δεν έγιναν ποτέ σεβαστά, με αποτελέσματα ο ελληνικός πληθυσμός να συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο με την πάροδο των χρόνων.
«Οι αριθμοί», παρατηρεί ο Ελβετός βουλευτής, κύριος Γκρος, που μετέβη για επιτόπια έρευνα στα νησιά, «μιλούν από μόνοι τους: το 1960, 5.487 ελληνικής καταγωγής και 289 τουρκικής καταγωγής ζούσαν στην Ίμβρο. Το 1970 οι αντίστοιχοι αριθμοί είναι 2.571 και 4.020. Το 1985, 472 και 7.138. Και το 1990, 300 και 7.200». (Χρίστος Τελίδης, Έθνος 30/4/2008).
Ο κύριος Αντρέας Γκρος, γνωστός για την αντικειμενικότητά του, είναι εισηγητής στην Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE) και θεωρείται από τα πιο πεπειραμένα στελέχη του. Είναι η δεύτερη φορά που ο κύριος Γκρος επισκέπτεται την Ίμβρο και την Τένεδο, προκειμένου να συντάξει την τελική του Έκθεση, που θα υποβληθεί στην Ολομέλεια προς ψήφιση. Η διαδικασία ξεκίνησε το 2005 (!), όταν οι φορείς των Ιμβρίων και η ελληνική πλευρά αποφάσισαν να φέρουν το θέμα ενώπιον των διεθνών οργανισμών.
Μετά απ’ όλα αυτά ωστόσο, αναρωτιέται κανείς πώς η καλή μας η γειτόνισσα, έχει το θράσος να διαμαρτύρεται για (ανύπαρκτη) καταπάτηση δικαιωμάτων στη Θράκη! Έκστηθι φρίττων ουρανέ!
Σήμερα πάντως οι λιγοστοί εναπομείναντες κάτοικοι των δύο μικρών νησιών είναι ηλικιωμένοι στην πλειοψηφία τους, βαθιά ριζωμένοι στα πατρογονικά τους εδάφη κι αυτό που διαβάζει κανείς στα κουρασμένα μάτια τους είναι η ελπίδα και η προσμονή της δικαίωσης. Έστω και τώρα! Γιατί όταν φύγουν κι αυτοί από τη ζωή, το έγκλημα θα έχει περατωθεί οριστικά, αφού μαζί τους θα φύγει και καθετί που θυμίζει Ελλάδα.
* Η Χριστιάννα Λούπα είναι δικηγόρος και συγγραφέας των βιβλίων «Μετά την Καταστροφή, Σμύρνη – Κατοχή» και «Στους Δρόμους του Πεπρωμένου»