Με αφορμή τις χθεσινές δηλώσεις του προέδρου της Τουρκίας κ. Ταγίπ Ερντογάν, «Η Κερασούντα, αυτά τα πάτρια για μας εδάφη, τα είχε κάνει κόλαση για τους Ποντίους», σχετικά με τα όσα υπέστησαν οι Έλληνες προγονοί μας της περιοχής της Κερασούντας από τους Τούρκους, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε στον ίδιο, τους πολιτικούς σχηματισμούς στην σημερινή Τουρκία, τον Τουρκικό λαό και σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο ότι,
Η Ολομέλεια του Ελληνικού Κοινοβουλίου, στις 24 Φεβρουαρίου 1994, ομοφώνως αναγνώρισε ω πράξεις Γενοκτονίας, τα όσα την περίοδο 1914-1922 συνέβησαν αρχικά από τους Νεότουρκους και στην συνέχεια από τους Κεμαλιστές, σε βάρος του Ελληνισμού του Πόντου και καθιέρωσε την 19 Μάϊου ως ημέρα μνήμης των 353.000 θυμάτων.
Η ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 13-09-2006 στην ετήσια έκθεσή του για την πρόοδο της Τουρκίας για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ρητά επισημαίνει ότι η Τουρκία θα πρέπει να συμβιβαστεί με το ιστορικό της παρελθόν και να αναγνωρίσει ότι όσα συνέβησαν την περίοδο 1914-1922, σε βάρος Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων του Πόντου, αποτελούν πράξεις Γενοκτονίας.
Με βάση τις προφορικές μαρτυρίες συγγενών και συμπολιτών που διασώθηκαν από την πολιτική των γενοκτονιών, χιλιάδων αθώων θυμάτων που έπεσαν θύματα Γενοκτονίας, των διπλωματικών εγγράφων και ντοκουμέντων ελληνικών και ξένων χωρών, που επιστήμονες, ερευνητές, δημοσιογράφοι και συγγραφείς, έφεραν στο φως της δημοσιότητας, των συμπερασμάτων δεκάδων επιστημονικών συνεδρίων, σχετικά με την ιστορία της περιόδου 1914-1923 στον Πόντο και την Μικρά Ασία και μελέτησε «η I.A.G.S., Η Διεθνής Ένωσης Μελετητών των Γενοκτονιών» και αποφάνθηκε το 2007 ότι, τα όσα συνέβησαν εκείνη την περίοδο, σε βάρος Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, αρχικά από τους Νεότουρκους και στην συνέχεια από του Κεμαλιστές, σύμφωνα με το άρθρο 2 της σύμβασης του 1948 του Ο.Η.Ε. αποτελούν πράξεις Γενοκτονίας.
Ενώ είναι γνωστό επίσης, ότι εκτός από δεκάδες πνευματικά ιδρύματα, Πολιτειακά, Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια χωρών της Ευρώπης, των Η.Π.Α. της Αυστραλίας και του Καναδά, αλλά και οι ολομέλειες εθνικών κοινοβουλίων χωρών όπως η Ελλάδα, η Αρμενία, η Ολλανδία, η Σουηδία, η Κύπρος και οι Η.Π.Α. αναγνώρισαν ότι οι πράξεις που συντελέστηκαν την περίοδο 1914-1923, σε βάρος Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, αποτελούν πράξεις Γενοκτονίας.
Με δεδομένα όλα τα παραπάνω καλούμε τον Τούρκο Πρόεδρο και τα στελέχη της κυβέρνησής του, να σταματήσουν με ανιστόρητες όσο και προκλητικές δηλώσεις σαν τις χθεσινές, να προκαλούν τους απογόνους, 2.000.000 εκ. θυμάτων της πολιτικής της Γενοκτονίας των Νεοτούρκων και των Κεμαλιστών, να συμβιβαστούν επιτέλους με το ιστορικό τους παρελθόν και να ζητήσουν συγνώμη για τα όσα τραγικά οι πρόγονοί τους έπραξαν σε βάρος των προγόνων μας, για να απαλλαγούν από το βάρος των εγκλημάτων των προγόνων τούς..
Ενημερώνουμε επίσης τον Τούρκο Πρόεδρο και τα στελέχη της κυβέρνησής του, ότι με την αναθεωρητική πολιτική και τις συνεχιζόμενες επιθετικές σε βάρος της χώρας μας δηλώσεις τους, αλλά και τους άλλους πολιτικούς σχηματισμούς της Τουρκίας που υπερακοντίζουν σε προκλήσεις σε βάρος μας, ότι προκαλούν το εθνικό μας συναίσθημα.
Τους καλούμε, για να συνεχίζουμε να ζούμε ειρηνικά και δημιουργικά, να σέβονται τα Εθνικά σύνορα των γειτόνων τους, να προσαρμοστούν στους κανόνες καλής γειτονίας σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, να σέβονται τις Διεθνείς Συμβάσεις, την κοινή συμμαχική παρουσία μας στο ΝΑΤΟ και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο.
(Σημ. Ευρωπαϊκό Κεκτημένο).Το κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η συλλογή κοινών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που συνιστούν το σύνολο της νομοθεσίας της Ε.Ε., και ενσωματώνεται στα νομικά συστήματα των κρατών μελών της Ε.Ε. Οι υποψήφιες χώρες υποχρεούνται να αποδεχτούν αυτό το κεκτημένο και οφείλουν να το ενσωματώσουν στην εθνική τους έννομη τάξη).
Θεσσαλονίκη 5 Μαΐου 2023
Για το Γραφείο Τύπου του ΠΑ.Σ.Π.Ε.
Στέφανος Π. Τανιμανίδης
Ιστορικός -συγγραφέας
Επίτιμος Πρόεδρος της
Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑ ΤΟΠΑΛ ΟΣΜΑΝ
Η Κερασούς ιδρύθηκε στα τέλη του 6ου π.χ. αιώνα από Έλληνες αποίκους, σύμφωνα και με τον Ξενοφώντα, από την Σινώπη. Κατά την αρχαιότητα ήταν μια καθαρά ελληνική πόλη, στην οποία, όπως μαρτυρούν τα αρχαία νομίσματά της, λατρεύονταν ο Δίας, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ασκληπιός, ο Ηρακλής και ο Αρκαδικός Πάνας.
Στα χρόνια της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών η Κερασούντα αποτέλεσε την τρίτη σημαντική πόλη της Αυτοκρατορίας, μετά την Τραπεζούντα και τη Σινώπη.
Η Κερασούντα ήταν η μοναδική πόλη του Πόντου που είχε συνεχώς επί αιώνες και μέχρι τον Ξεριζωμό ελληνικό αστικό πληθυσμό, ο οποίος υπερτερούσε αριθμητικά του μουσουλμανικού. Οι Έλληνες κατοικούσαν στις συνοικίες, Κόκκαρη, Σάϊτα, Λιμένι,Τσιναρλάρ,Μπουγιούκ-μπαχτσέ,Τσιρώνη,Γενίγκιολ,Υψηλόν,Φανάρι.
Οι Έλληνες της Κερασούντας που ήρθαν στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή προτίμησαν να εγκατασταθούν κυρίως σε πόλεις, λόγω της επί δεκαετίες αστικής παράδοσης τους. Έτσι οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην Καλλιθέα Αττικής, τη Θεσσαλονίκη, τη Δράμα κ.α.
Οι Κερασούντιοι της Αθήνας και κυρίως της Καλλιθέας πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του ιστορικού συλλόγου «Αργοναύται-Κομνηνοί».
Τον Μάιο του 1915 οι τουρκικές αρχές έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο του αποδεκατισμού του Αρμενικού και του Ασσυριακού πληθυσμού, ενώ αμέσως μετά ακολούθησαν και τα δεινοπαθήματα του Ελληνικού, με αποκορύφωμα το 1919, με τη σύλληψη 80 προκρίτων και εξεχόντων μελών της ελληνικής κοινότητας.
Οι διώξεις, γίνονταν υπό την καθοδήγηση του Τοπάλ Οσμάν, ο οποίος στη συνείδηση των Ελλήνων προσφύγων, και κυρίως όσων κατάγονται από τη συγκεκριμένη περιοχή, έχει καταγραφεί ως αιμοσταγής διώκτης των χριστιανών, με εγκληματική παρακρατική δράση στην περίοδο μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο Τοπάλ Οσμάν υπήρξε πρωταγωνιστής (στην περιοχή Κερασούντας -Σαμψούντας) της δεύτερης (19 Μαΐου 1919) και σκληρότερης φάσης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, που οδήγησε στην δολοφονία χιλιάδων αθώων θυμάτων, την καταστροφή και τον ξεριζωμό που ακολούθησε.
Όταν στις 19 Μαΐου 1919 ο Κεμάλ Μουσταφά πασάς αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, όρισε εκπρόσωπό του στην περιοχή τον Τοπάλ Οσμάν, με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στον ελληνικό πληθυσμό του Πόντου.
Σε μεταξύ τους συζήτηση ο Τοπάλ Οσμάν είχε υποσχεθεί στον Μουσταφά Κεμάλ πως θα πνίξει τους Έλληνες «μέσα στις σπηλιές όπως τις γαϊδουρινές μέλισσες».
Έχοντας το «πράσινο φως» από τον Μουσταφά Κεμάλ, ο Τοπάλ Οσμάν συγκρότησε εκτεταμένα παραστρατιωτικά δίκτυα στην Κερασούντα και την Σαμψούντα με πολλούς άντρες, που τρομοκρατούσαν οργανωμένα τα ελληνικά χωριά της περιοχής. Όσοι δεν υπάκουαν στις εντολές του, είχαν τραγικό τέλος
Τα εγκλήματα τα οποία διαπράχθηκαν από μέρους του, σε βάρος του Αρμενικού, του Ελληνικού, του Ασσυριακού και του Κουρδικού λαού, αποτελούν τις πιο σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με εκατοντάδες προφορικές μαρτυρίες των συγγενών των θυμάτων του, τεκμήρια διπλωματικών ξένων χωρών, αλλά και αδιάψευστα στοιχεία και ντοκουμέντα που είδαν την δημοσιότητα αποκαλύφθηκε ότι άντρες του έπαιρναν μωρά και τα εκσφενδόνιζαν σε βράχους για να σπάσουν τα κεφάλια τους, βίαζαν και στην συνέχεια ξεκοίλιαζαν έγκυες γυναίκες, έκλειναν γέροντες και γυναικόπαιδα σε εκκλησίες, τις οποίες στην συνέχεια πυρπολούσαν.
Όταν δεν τους έκαιγαν ζωντανούς, τους πυροβολούσαν μαζικά.
Ταυτόχρονα έκαιγαν τα ελληνικά χωριά για να μην υπάρχει δυνατότητα να ξαναγυρίσουν οι Έλληνες κάτοικοί τους, που εφόσον δεν εξόντωνε εκτόπιζε στην ενδοχώρα.
Για τα απίστευτης ωμότητας εγκλήματα του εναντίον άμαχων ο Τοπάλ Οσμάν έμεινε γνωστός ως «Ύαινα ή σφαγέας του Πόντου».
Ο Τούρκος συγγραφέας Μουράτ Γιουκσέλ περιγράφει σε βιβλίο του (Ali Şükrü Bey ve Topal Osman Ağa) τον Τοπάλ Οσμάν:
«Ο Τοπάλ Οσμάν δεν άκουσε καθόλου τις εκκλήσεις και τα παρακάλια του άτυχου λαού της Κερασούντας. Το αρχείο στο κτίριο του δικαστηρίου της Κερασούντας, είναι γεμάτο με καταγγελίες κατά του Τοπάλ Οσμάν.
Ο Τοπάλ Οσμάν ήταν ο πλέον υψηλόβαθμος αξιωματικός στην Κερασούντα. Αυτός ήταν τα πάντα. Αυτός ήλεγχε τα πάντα. Δίνει εντολές, απαγορεύει, απαγχονίζει και σφάζει.».
Όταν στις 8 Μαΐου 1919 η επιτροπή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού αποβιβάζεται στην Κερασούντα, τυγχάνει θερμής υποδοχής από τους Έλληνες κατοίκους της πόλης, με τον δικηγόρο Παναγιώτη Ερμείδη να εκφωνεί λόγο και τη σημαία του Πόντου να υψώνεται στο κάστρο.
Αντιδρώντας, ο έως τότε καταζητούμενος, Τοπάλ Οσμάν εισέρχεται στην πόλη, συλλαμβάνει με τους άνδρες του τον δικηγόρο Ερμείδη, (η κόρη του οποίου για να αποφύγει τον εξευτελισμό από τους Τούρκους αυτοκτονεί) του κόβει τη γλώσσα, ενώ κόβει και τα χέρια του Έλληνα που ανάρτησε τη σημαία. Στη συνέχεια τους σκοτώνει και περιφέρει τα πτώματά τους στην Κερασούντα για παραδειγματισμό.
Ήταν τόσο κυνικός που είχε διατάξει την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Κερασούντας, που αποτελούνταν από 13 Έλληνες και τρεις Τούρκους, να παίζουν τουρκικά εμβατήρια την ώρα που οι τσέτες του έσφαζαν, βίαζαν και λήστευαν τους άτυχους Έλληνες. Ακόμη και τα μέλη της ορχήστρας δεν γλίτωσαν της μανίας του. Μόνο ένας επέζησε της σφαγής που ο αιμοσταγής Τοπάλ Οσμάν είχε διατάξει.
Στοιχεία για τη ζωή της γιαγιάς, του παππού αλλά και της μητέρας της, πρόσφυγες από την Κερασούντα που μετά τον εκτοπισμό τους κατέληξαν στην Αυστραλία, μοιράζεται η ομογενής Κέιτι Αναγνώστου από τη Μελβούρνη, μέσω του διαδικτυακού ερωτηματολογίου του Greek Genocide Resource Center.
Η μητέρα της Έλλη Αναγνώστου γεννήθηκε το 1917 στην Κερασούντα και πέθανε το 2002 στη Μελβούρνη. Ήταν το τρίτο παιδί της Σοφίας που γεννήθηκε στην Κερασούντα και πέθανε το 1970 στη Μελβούρνη, σε ηλικία 85 ετών.
Η μητέρα μου ήταν από την Κερασούντα (σήμερα Giresun) στην περιοχή του Πόντου, στη Μικρά Ασία.
Η μητέρα μου ήταν 4 αδέρφια. Ήταν πολύ μικρή, περίπου 5 ετών. Η οικογένειά της ήταν εύπορη, είχαν γη και εταιρείες διαχείρισης-αγοραπωλησίας πετρελαιοειδών. Ο παππούς μου στάλθηκε σε πορεία θανάτου με άλλους άνδρες, στο εσωτερικό της χώρας.
Η γιαγιά μου Σοφία, η προγιαγιά και τα πέντε αδέρφια, μαζί με τις υπόλοιπες γυναίκες και τα παιδιά τους μετέφεραν στο γήπεδο ποδοσφαίρου. Τους μάζευαν όλους εκεί και επρόκειτο να τους εκτελέσουν. Ζούσαν στον Εύξεινο Πόντο.
Αλλά ευτυχώς, ο καπετάνιος ενός πλοίου που ήταν στο λιμάνι προσφέρθηκε να τους πάρει στην Ελλάδα. Κατέληξαν στα Ιωάννινα.
Περιέργως πώς ο παππούς μου ο Δανίλι (Danili) επέζησε γιατί ήταν εξαιρετικός ράφτης και έραβε-επιδιόρθωνε τις στολές των αξιωματικών. Είχε τη δική του εταιρεία και απασχολούσε πολύ προσωπικό. Τελικά επανενώθηκε με την οικογένειά του στα Ιωάννινα, αρκετά χρόνια αργότερα. Είχαν ακόμα μία κόρη που την έλεγαν Ελευθερία.
Ο παππούς μου απελάθηκε γύρω στο 1921-1922. Ο παππούς μου από την πλευρά της μητέρας μου, ο οποίος στάλθηκε σε πορεία θανάτου επέζησε αλλά η υγεία του ποτέ δεν ανέκαμψε πλήρως.
Και οι δύο πλευρές της οικογένειας κουβαλούσαν αυτήν τη βίαιη αναταραχή για το υπόλοιπο της ζωής τους. Οι γονείς της γιαγιάς μου από την πλευρά της μητέρας μου, ήταν εύποροι καλλιεργητές ελαιόδεντρων, φιστικιών ή φουντουκιών που είχαν το δικό τους εργοστάσιο. Άφησαν πίσω τα πάντα. Η μητέρα μου ήταν πολύ μικρή για να θυμάται αλλά ο αδερφός της, ο θείος Γιάννης τους μισούσε. Πήρε τον σταυρό από την ελληνική εκκλησία και τον πέταξε στον Εύξεινο Πόντο, ώστε να μην τον πάρουν οι Τούρκοι.
Οι ιστορίες και οι πληγές των παππούδων μου κατά ένα μέρος πέρασαν και σε μένα. Αυτή η Γενοκτονία και τα επακόλουθά της, επηρέασαν και τις δυο πλευρές της οικογένειάς μου.
Ο σπουδαίος δημοσιογράφος, χρονογράφος και θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Ψαθάς, ο οποίος γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1907, γράφει για όσα ο ίδιος και η οικογένεια του είδαν, άκουσαν, αλλά και έζησαν για τον Τοπα΄λ Οσμάν, την περίοδο 1919-1922 στον ιστορικό Πόντο, στην εφημερίδα τα Νέα της 11ης Σεπτεμβρίου 1972:
«Έλεγα να δώσω σ’ ένα σημείωμά μου μια κάποια σκιαγραφία και μια σύντομη, έστω, ιστόρηση των “κατορθωμάτων” του αιμοβόρου εκείνου θηρίου, που λεγόταν Τοπάλ Οσμάν. (…)
Είναι αδύνατο να χωρέσουν σ’ ένα τόσο περιορισμένο χώρο τ’ ανεξάντλητα εγκλήματά του, η αγριότητα και η ποικιλία των οποίων σε κάνει ν’ απορείς για το πόση θηριωδία μπορεί να αναπτύξει μια φύση εγκληματική, όταν τυφλώνεται, επί πλέον, από τον φανατισμό.
Δεν υπάρχει Πόντιος που να ασχολήθηκε με τα δραματικά περιστατικά της εποχής, χωρίς ν’ αναφέρει με φρίκη την “δράση” του διαβόητου κουτσού δημάρχου της Κερασούντας.
«Ρήμαξε τον Ελληνισμό της Κερασούντας, καλώντας μέρα – μεσημέρι επίλεκτους Ρωμιούς μέσα στο ίδιο το κτίριο της Δημαρχίας κι ενώ οι τσέτες τους σφάζανε ή τους έπνιγαν – και ακουγόντουσαν οι γοερές κραυγές των θυμάτων – εκείνος κάπνιζε χαμογελαστός στην πόρτα…
Όπου περνούσε ο Τοπάλ Οσμάν με την ορδή του, ήταν σαν να περνούσε ο ίδιος ο θάνατος. Ομαδικές σφαγές, εμπρησμοί, βιασμοί, διαρπαγές, απίστευτα βασανιστήρια, δίψα για αίμα, ρήμαγμα κάθε χριστιανικού χωριού ήταν τα έργα του, με τα οποία κατάκτησε την εκτίμηση του Κεμάλ».
Ωστόσο και ο Τοπάλ Οσμάν είχε τραγικό τέλος. Ο Κεμάλ Μουσταφάς διατάζει ,τη σύλληψη και την εξόντωσή του πρώην στενού του συνεργάτη, όταν αυτός δολοφόνησε τον βουλευτή Τραπεζούντας, αντικεμαλικό, Αλή Σιουκρού.