– Όμως 1 στους 3 απορρίπτεται λόγω μειωμένων κονδυλίων, ενώ καθυστερεί το πρόγραμμα με ευθύνη του αρμόδιου υπουργείου
Στην Ελλάδα της κρίσης με την ανεργία στις νέες ηλικίες να έχει εκτοξευθεί στα ύψη, αυξάνεται κατακόρυφα το ενδιαφέρον της νεολαίας για τον πρωτογενή τομέα. Ωστόσο, το πρόγραμμα για τους νέους αγρότες, αν και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, εν τούτοις καθυστερεί σημαντικά, με ευθύνη του αρμόδιου υπουργείου. Επίσης, τα διαθέσιμα κονδύλια αποδεικνύονται πολύ λίγα για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες και το σύνολο των ενδιαφερομένων.
Στη Δυτική Μακεδονία έχουν κατατεθεί 998 αιτήσεις για ένταξη στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014 – 2020 και στο υπομέτρο 6:1 «Εγκατάσταση Νέων Αγροτών». Σε σχέση με την πρόσκληση του 2014, οπότε είχαν κατατεθεί 665 αιτήσεις, παρατηρείται μία αύξηση της τάξης του 50%, νέων ανθρώπων που επιλέγουν να στραφούν στον πρωτογενή τομέα και στον γεωργοκτηνοτροφικό κλάδο. Ειδικότερα, στην Περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης υποβλήθηκαν 428 αιτήσεις, στην Π.Ε. Γρεβενών 206, στην Π.Ε. Καστοριάς 184 και στην Π.Ε. Φλώρινας 180. Αν και η κατάθεση των αιτήσεων ολοκληρώθηκε στις 31/1/2017 και η αξιολόγηση των αιτούντων θα έπρεπε να ξεκινήσει στη 1 Φεβρουαρίου, εν τούτοις δεν έχει αρχίσει η αξιολόγηση, καθώς δεν είναι ακόμη έτοιμο το Πληροφοριακό Σύστημα Κρατικών Ενισχύσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, μέσω του οποίου θα γίνει η αξιολόγηση. Επομένως, οι αξιολογητές δεν έχουν πρόσβαση στο σύστημα, ώστε να διενεργήσουν την αξιολόγηση των ενδιαφερομένων. Σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο, όπως δήλωσε στον «Π» η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας, Ιωάννα Κοντογούνη, «η αξιολόγηση αναμένεται να ξεκινήσει τον Μάρτιο, εφόσον είναι διαθέσιμη η ηλεκτρονική πλατφόρμα». Με δεδομένο ότι η αξιολόγηση θα χρειαστεί περίπου ένα δίμηνο, αλλά θα χρειαστεί και κάποιος χρόνος για την κατάταξη των ενδιαφερομένων, η ανακοίνωση των δικαιούχων δεν πρόκειται να γίνει πριν από τα μέσα Μαΐου. Αυτό με βάση το αισιόδοξο σενάριο. Αν υπάρξουν κι’ άλλες καθυστερήσεις, τότε η ολοκλήρωση της διαδικασίας παραπέμπεται στο καλοκαίρι.
Βεβαίως, οι καθυστερήσεις έχουν δυσμενείς συνέπειες για τους νέους αγρότες που επιλέγουν το πρόγραμμα, καθώς δεν έχουν τα απαραίτητα χρήματα για να αναπτύξουν και να βελτιώσουν τις καλλιέργειές τους. Επομένως, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μαζί με το υπουργείο Ανάπτυξης που είναι συναρμόδιο, πρέπει να «τρέξουν» το πρόγραμμα, ώστε οι νέοι αγρότες να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν τις γεωργοκτηνοτροφικές τους εκμεταλλεύσεις.
Ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα είναι επίσης το ύψος της χρηματοδότησης του προγράμματος. Τα χρήματα που διατέθηκαν για την Δυτική Μακεδονία ανέρχονται στα 12 εκατομμύρια ευρώ. Ποσό που αποδεικνύεται πολύ λίγο για να καλύψει τις ανάγκες των 998 αιτήσεων για το πρόγραμμα των «νέων αγροτών». Σύμφωνα με την γεωπόνο της Ενδιάμεσης Διαχειριστικής Αρχής, Παρασκευή Λιόλιου, «τα 12 εκ. ευρώ καλύπτουν μόλις 600 αιτήσεις ήτοι το 65% των ενδιαφερομένων. Χρειαζόμαστε τουλάχιστον άλλα 8 εκ. ευρώ για την ικανοποίηση όλων των αιτήσεων». Εάν δεν εξασφαλιστεί πρόσθετη χρηματοδότηση, είναι φανερό ότι ένα 35% των αιτούντων θα απορριφθεί, αν και συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις που έθεσε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την ένταξη στο πρόγραμμα.
Μπροστά σ’ αυτή την διαφαινόμενη αρνητική εξέλιξη, οι αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες ενημέρωσαν την πολιτική ηγεσία της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, η οποία έθεσε το αίτημα αύξησης της χρηματοδότησης στο αρμόδιο υπουργείο. Συγχρόνως, υπάρχει ένας συντονισμός με την Ένωση Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝ.Π.Ε.), καθώς ανάγκη αύξησης του κονδυλίου υπάρχει σε ολόκληρη τη χώρα. Να σημειωθεί ότι σε πανελλαδικό επίπεδο οι αιτήσεις ένταξης στο πρόγραμμα «νέων αγροτών» ανήλθαν σε 14.760, ενώ στην προηγούμενη πρόσκληση του 2014 ήταν 12.000. Υπηρεσιακοί παράγοντες τονίζουν πως η ανάγκη αύξησης της χρηματοδότησης του συγκεκριμένου προγράμματος είναι επιτακτική, καθώς πολύ απλά συνδέεται και με επόμενα προγράμματα και μέτρα, ώστε να υπάρχει χρηματοδότηση των νέων αγροτών, που θα θελήσουν να υλοποιήσουν σχέδια βελτίωσης της εκμετάλλευσής τους.
Το ποσό της επιδότησης που δικαιούται κάποιος ή κάποια που θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ξεκινάει από 17.000 ευρώ για τη φυτική παραγωγή και φτάνει σε 22.000 ευρώ για τη ζωική παραγωγή. Το ακριβές ποσό παρουσιάζει μία μικρή διακύμανση, αναλόγως, με το αν μία εκμετάλλευση μειονεκτεί σε σχέση με κάποια άλλη, δηλαδή όσοι δραστηριοποιούνται σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές, δικαιούνται μεγαλύτερη επιδότηση.