Ήταν όντως κεραυνός εν αιθρία η ανακοίνωση της απόφασης για την έμμεση αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ. Όχι για όλους, αλλά τουλάχιστον για το μεγαλύτερο κομμάτι των πολιτών. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που ήξεραν που πάει το πράγμα, αλλά δεν μιλούσαν. Υπάρχουν και αυτοί που ήξεραν, μιλούσαν, αλλά δεν τα έλεγαν όλα.
Η ΔΕΗ δεν ανήκε στο Δημόσιο. Η ΔΕΗ ανήκει εδώ και χρόνια κατά 51% στο ΤΑΙΠΕΔ (17%) και το Υπερταμείο (34%). Και κατά 49% σε ιδιώτες μικρομετόχους. Το τι εστί Υπερταμείο, και το ποια η σχέση του ΤΑΙΠΕΔ με το Ελληνικό Δημόσιο είναι μεγάλη συζήτηση στην οποία εμπλέκεται η Τρόικα, οι “Θεσμοί”, οι Δανειστές, και διάφοροι άλλοι τραπεζίτες και γραφειοκράτες… Πάντως η ΔΕΗ δεν ανήκει στο Δημόσιο με τρόπο καθοριστικό και αυτό δυστυχώς δεν αλλάζει. Τώρα από εκεί και πέρα, δεν φρόντισε κανείς να μας εξηγήσει πως οι φορείς αυτοί, ιδρύθηκαν ώστε να διαχειρίζονται ελληνικά περιουσιακά στοιχεία σημαντικής αξίας, και να ρευστοποιούν την αξία τους με ιδιωτικοποιήσεις.
Η με οποιοδήποτε τρόπο πώληση του 17% της ΔΕΗ δεν είναι καινούργιο φρούτο. Θα πρέπει να γνωρίζουμε πως περιείχετο και στο 2ο και στο 3ο Μνημόνιο, έχει νομοθετηθεί και έχει γίνει επισήμως αποδεκτή από τις κυβερνήσεις του Αντώνη Σαμαρά και του Αλέξη Τσίπρα. Τόσο στους ίδιους τους Νόμους όσο και στις αναθεωρήσεις των Μνημονίων. Η αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ είναι η 17η μέσα σε ένα σύνολο 23 αποκρατικοποιήσεων που περιείχε το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του ΤΑΙΠΕΔ. Μάλιστα, το συγκεκριμένο πρόγραμμα προέκρινε την πώληση του 17% της ΔΕΗ «πιθανώς μέσα στο 2016», όπως αναφερόταν χαρακτηριστικά από επίσημα χείλη. Για καθυστέρηση στην υλοποίηση της υποχρέωσης μιλούσαν στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ κατά την περίοδο 2015-2019.
Έχει ενδιαφέρον η απάντηση της πρώην Προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ Λίλας Τσιτσογιαννοπούλου το 2017 επί ΣΥΡΙΖΑ σε ερώτηση της Εφημερίδας Πρώτο Θέμα για το ζήτημα: “Η πώληση του 17% της ΔΕΗ θα προχωρήσει από εφέτος;” – “Είναι μάλλον ανέφικτο πια να μιλάμε για την διάθεση του 17% της ΔΕΗ εφέτος, καθώς τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η ΔΕΗ καλείται να εφαρμόσει ένα διαφορετικό πλάνο που προβλέπει την πώληση λιγνιτικών μονάδων, τα ΝΟΜΕ κλπ. Αν δεν προχωρήσει η ΔΕΗ στις δικές της ενέργειες και στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί, αν δεν τοποθετηθεί η αγορά και δεν δούμε τα αποτελέσματα από την ολοκλήρωση όλων αυτών των διαδικασιών που τονίζω ότι δεν αφορούν μόνο την ίδια την εταιρεία, αλλά και τρίτους, όπως οι πιθανοί επενδυτές για τις λιγνιτικές μονάδες, δεν διαφαίνεται δυνατότητα αξιοποίησης για το ΤΑΙΠΕΔ, αυτό νομίζω είναι αντιληπτό από τον καθένα. Θα έχουμε μία διαφορετική ΔΕΗ από αυτή που είναι σήμερα”.
Η ΔΕΗ απομειώθηκε την τελευταία 10ετία, αυτό είναι γεγονός. Και μάλιστα πολύ δυσάρεστο για εμάς γεγονός. Πολύ μεγάλη διαρροή πελατών στην Εμπορία, προς ιδιώτες παρόχους που ήταν ανταγωνιστικοί, εν αντιθέσει με τη ΔΕΗ που δεν ήταν. Από την άλλη μεριά, παροπλισμένες παραγωγικές μονάδες που περιμένουν ακόμα και σήμερα το βαρύ χειμώνα και τον καύσωνα για να δουλέψουν. Και το χειρότερο, ποτέ και κανείς δεν φταίει για το ότι η ΔΕΗ εκτός από απώλειες στο πελατολόγιο της, εμφάνιζε και τεράστιες ζημιές κάθε χρόνο.
Τα τελευταία δέκα χρόνια, έσπασε και το “ταμπού” της ιδιωτικοποίησης-πώλησης. Γι’ αυτό άλλωστε και οι αντιδράσεις και οι ανακοινώσεις της Αντιπολίτευσης και των συνδικάτων, δεν έχουν αντίκτυπο στην κοινωνία, και πλέον δεν “χτυπάνε” στο συναίσθημα του κόσμου. Ξεκινώντας από το σχέδιο της “Μικρής ΔΕΗ” το οποίο πολεμήθηκε λυσσαλέα κατά τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, όμως όταν οι κατάσταση ωρίμασε δεν ήταν λίγοι αυτοί που κατάλαβαν ότι ήταν η βέλτιστη επιλογή. Αξέχαστη θα μείνει και η αναφορά το 2017 από το βήμα του Περιφερειακού Συμβουλίου Δ. Μακεδονίας, του πρ. Υπουργού Πάρι Κουκουλόπουλου «Μικρή ΔΕΗ θα λέτε και θα κλαίτε»,ο οποίος ήθελε να δείξει ότι οι εξελίξεις θα οδηγούσαν σε πιο οδυνηρές συνθήκες την ΔΕΗ. Χαρακτηριστική και η φράση του προς τον Λάζαρο Μαλούτα στην ίδια συνεδρίαση: «Η Κοζάνη κύριε Δήμαρχε θα ψάχνει για Τηλεθέρμανση. Κανείς δε λέει ότι τα χρήματα από τη μικρή ΔΕΗ θα πήγαιναν στον Άγιο Δημήτριο 6″. Συνεχίζοντας, δεν μπορούμε να μη θυμηθούμε, τη διαδικασία πώλησης του ΑΗΣ Μελίτης και του ΑΗΣ Μεγαλόπολης από την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η διαδικασία της “αποεπένδυσης” μπορεί να μην βρήκε ανταπόκριση από την αγορά, νομιμοποίησε όμως πολιτικά τη διαδικασία πώλησης Μονάδων από μια κυβέρνηση που “σάρωσε” εκλογικά στη Δυτική Μακεδονία υπερασπιζόμενη το δημόσιο χαρακτήρα των μονάδων. Η λεγόμενη Αποεπένδυση, αποτέλεσε επίσης την αφορμή για να χάσει το ηθικό πλεονέκτημα ο ΣΥΡΙΖΑ αφού βρέθηκε σε θέση “πωλητή”.
Στο σήμερα τώρα: Παρατηρούμε ότι σε καμία περίπτωση η σημερινή Κυβέρνηση και η Διοίκηση της ΔΕΗ δεν προβάλλουν ως “δικαιολογία”, οποιαδήποτε μνημονιακή υποχρέωση για την ιδιωτικοποίηση. Είναι μια πολιτική επιλογή, η οποία λήφθηκε με οικονομικούς και επενδυτικούς όρους (ίσως ενδεχομένως και ιδεολογικούς). Μας λένε δηλαδή ότι είναι μια επιλογή, και μας λένε με πάθος, πόσο ωφέλιμη είναι η επιλογή αυτή για την εταιρεία. Παρατηρούμε επίσης, πως όλες οι κυβερνητικές αναφορές, κινούνται γύρω από τη βιωσιμότητα της εταιρείας, και όχι γύρω από το συμφέρον του Κράτους και του λαού. Με τη λογική ότι δεν είναι αποδεκτό να “μπαίνει μέσα” η ΔΕΗ, και να τη σώζουν πάντα το Κράτος και οι καταναλωτές για να έχουμε ένα κρατικό “όχημα”.
Για να κάνεις επενδύσεις όταν χρωστάς, δύο λύσεις υπάρχουν. Και επειδή η ΔΕΗ χρωστάει, για να κάνει επενδύσεις έπρεπε ή να δανειστεί, ή να κάνει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Δεν ξέρω πόσο εύκολο ήταν να δανειστεί, οπότε επέλεξε να αντλήσει κεφάλαια από την αγορά. Καλά μέχρι εδώ. Το μεγάλο ζήτημα όμως δεν είναι η αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, αλλά η επιλογή του Κράτους να μη συμμετέχει σε αυτήν. Το κατά πόσο ήταν επιλογή ή όχι, το σχολιάσαμε παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι μια εξέλιξη που ταιριάζει στο φιλελεύθερο ιδεολογικό προφίλ της κυβερνητικής παράταξης.
Η ΔΕΗ θα ακολουθήσει ένα μοντέλο που εφαρμόζεται με επιτυχία σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα στην Ιταλική Enel, το δημόσιο κατέχει το 22%, ενώ στην Γερμανική RWE μόλις το 10%. Και στις δύο περιπτώσεις το κράτος μπορεί να μπλοκάρει οποιαδήποτε απόφαση της διοίκησης. Αυτό δηλαδή που σύμφωνα με την Κυβέρνηση θα συμβεί και στην ΔΕΗ.
Διαβάζουμε τέλος στον οικονομικό τύπο, πως παρατηρείται ήδη αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον. Αυτοί οι επενδυτές δεν προέρχονται μόνο από το χώρο της Ενέργειας, αλλά και από άλλους κλάδους. Καθοριστικό ρόλο έχει παίξει και ο Πρόεδρος Γιώργος Στάσσης, ο οποίος έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη της αγοράς. Μάρτυρας άλλωστε είναι η βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της Επιχείρησης τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά και η μεγάλη άνοδος της τιμής της μετοχής.
Αυτά σε κεντρικό επίπεδο. Τώρα πρέπει να δούμε τι γίνεται με τη Δυτική Μακεδονία. Πρέπει να δούμε κατά πόσο η νέα ΔΕΗ θα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις που έχει απέναντι στη Δυτική Μακεδονία. Οι εκκρεμότητες πάρα πολλές. Μετεγκαταστάσεις, ΣΔΑΜ, Τηλεθερμάνσεις, και πολλά άλλα. Ζητήματα πάρα πολύ σοβαρά τα οποία πρέπει να ρυθμιστούν με τρόπο θεσμικό από την Πολιτεία και να γίνουν αποδεκτά και από τους νέους μετόχους, στο μέτρο που τους αφορούν.
Καλός οιωνός, θεωρείται πως είναι η ανάληψη της υποχρέωσης υλοποίησης του ΣΔΑΜ από το Υπουργείο Ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τη δημιουργία νέου φορέα υπό το ίδιο Υπουργείο και όχι υπό το Υπουργείο Ενέργειας, που θα διαχειριστεί τα αποκατεστημένα εδάφη.