Η Πτολεμαϊδα 5 – χωρίς την προσθήκη της οποίας κανείς δεν μπορεί να φανταστεί το ελληνικό σύστημα ηλεκτρισμού σήμερα – ολοκληρώνει σταδιακά και με επιτυχία τη δοκιμαστική της λειτουργία κι ετοιμάζεται να κάνει την επίσημη εμφάνισή της ως η «ναυαρχίδα» της ΔΕΗ.
Το «διαμάντι» της ηλεκτροπαραγωγικής ικανότητας της ΔΕΗ έρχεται να στηρίξει το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας στην πλέον κρίσιμη στιγμή, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας και στη μείωση της εξάρτησής μας από το εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Με εγχώριο καύσιμο από τα λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ, ισχύ 660 MW και δυνατότητα παροχής θερμικής ενέργειας τηλεθέρμανσης 140 MW, η νέα υπερσύγχρονη λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ, Πτολεμαΐδα 5, έδωσε σκληρές μάχες αμφισβήτησης, ακόμα και επιβίωσης, κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους της περιόδου των δέκα ετών που μεσολάβησαν από τα τέλη Μαρτίου του 2013 και την υπογραφή της σχετικής σύμβασης μεταξύ της ΔΕΗ και της ΤΕΡΝΑ, μέχρι σήμερα.
Μάλιστα, δεν έλειπαν και οι φωνές που έλεγαν πως όταν ολοκληρωθεί η Πτολεμαΐδα 5 θα είναι μία ολοκαίνουργια «μονάδα-φάντασμα», αφού ποτέ δεν θα ήταν ευθέως ανταγωνιστική των μονάδων φυσικού αερίου και άρα θα έμενε εκτός της αγοράς ηλεκτροπαραγωγής.
Η ενεργειακή κρίση που ήρθε ως απότοκο του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και ως αποτέλεσμα της εγκληματικής καθυστέρησης στην απεξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα, ανέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο την ανάγκη για κατά προτεραιότητα χρήση των εγχώριων ενεργειακών πηγών, δηλαδή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας αλλά και του λιγνίτη.
Δεν ήταν όμως μόνο η αμφισβήτηση που αντιμετώπισε το έργο.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η χρονική στιγμή εκκίνησης του μεγαλύτερου και πλέον απαιτητικού ενεργειακού έργου της τελευταίας δεκαετίας στη χώρα και μίας επένδυσης ύψους 1,5 δισ. ευρώ, συνέπεσε με τα πέτρινα χρόνια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, ενώ μεγάλο μέρος της κατασκευής του έπρεπε να υλοποιηθεί εν μέσω ρεαλιστικών φόβων περί οικονομικής κατάρρευσης της ίδιας της ΔΕΗ, υπό το βάρος των δυσθεώρητων ληξιπρόθεσμων οφειλών που είχε συσσωρεύσει μέχρι το 2019 από νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Χρειάστηκε η συμβολή του ίδιου του κατασκευαστή του έργου, της ελληνικής τεχνικής εταιρείας ΤΕΡΝΑ, που μέσω των συνεργασιών της με τους υπεργολάβους και προμηθευτές της εξασφάλισε χρηματοδότηση ύψους 800 εκατ. ευρώ από τον γερμανικό οίκο Heules Hermes για λογαριασμό της ΔΕΗ στην αρχή του έργου. Επιπλέον, η θυγατρική του Ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ανέλαβε πολλές φορές ευθύνες που δεν της αναλογούσαν, ενώ χρειάστηκε και να «γεφυρώσει» το χάσμα που προέκυπτε πριν το 2019 λόγω αδυναμίας της ΔΕΗ να καταβάλει τα απαιτούμενα κεφάλαια για την πληρωμή των εργασιών και των προμηθευτών, χρηματοδοτώντας άτοκα η ίδια για μήνες οφειλές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να μην διακοπούν οι πληρωμές προς τους 2.000 εργαζόμενους στο εργοτάξιο και τους δεκάδες προμηθευτές κι υπεργολάβους, και να αποφευχθεί ως εκ τούτου ο κίνδυνος διακοπής των εργασιών.