Είναι ιδιαίτερη τιμή για μένα, να βρίσκομαι προσκεκλημένη σήμερα, ως εγγονή του Παυλίδη, στην εκδήλωση που με τόση επιμέλεια οργάνωσε ο Δήμος Πτολεμαΐδας.
Η εκμετάλλευση λιγνιτών Πτολεμαΐδος ξεκινά από τον Γεώργιο Παυλίδη. Ο Γεώργιος Παυλίδης γεννήθηκε το 1899 στις Φώκιες της Μικράς Ασίας,(με τα γνωστά σμυριδορυχεία), βόρεια της Σμύρνης,από ευκατάστατη οικογένεια, ονόματι Παυλιόγλου. Λίγο βορειότερα υπήρχαν τα λιγνιτοφόρα εδάφη της Μπάλιας, με θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Το 1914 Τσέτες κάνουν επιδρομή στις Φώκιες και τις καταστρέφουν ολοσχερώς. Ο Παυλίδης φτάνει πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη. Κατά την πενταετή παραμονή του εκεί, ανδρώνεται. Έτσι, όταν το 1919, κηρύσσεται η Μικρασιατική εκστρατεία, κατατάσσεται ως εθελοντής στον ελληνικό στρατό. Εκεί γνωρίζεται με τον Κων/νο Αδαμόπουλο, από το Σαμπαλί Θεσσαλίας. Συνδέονται με μια βαθιά φιλία και γίνονται αχώριστοι. (Αργότερα,ο Αδαμόπουλος παντρεύεται την αδελφή του Σεβαστή και γίνεται συνέταιρος σε όλες τις επιχειρήσεις του).
Μετά την καταστροφή, έρχονται στην Ελλάδα και εγκαθίστανται στην Δυτική Μακεδονία. Η πρώτη τους δουλειά είναι οδηγοί στην γαλλική εταιρεία, που ανέλαβε την ανταλλαγή των πληθυσμών. Αναλαμβάνουν, με φορτηγά αυτοκίνητα της εποχής, την μεταφορά από και προς το λιμάνι του Βόλου, των ανταλλαξίμων ελλήνων και μουσουλμάνων της περιοχής Αμυνταίου-Πτολεμαΐδος – Κοζάνης.
Η ιστορία των λιγνιτών Πτολεμαΐδoς ξεκινά, όταν μεταξύ Προαστείου και Μαυροπηγής παθαίνει βλάβη το φορτηγό του Παυλίδη και ο ίδιος αναγκάζεται να διανυκτερεύσει στην ύπαιθρο. Μέσα από τις ανταύγιες της φωτιάς, που άναψε για να ζεσταθεί, παρατηρεί το έδαφος να καίγεται. Διακρίνει τις καφετιές και μαύρες ζώνες του. Βγάζει κομμάτια και τα ρίχνει στη φωτιά. Και τότε, σε ηλικία 25 χρονών, μέσα στο κρύο, το σκοτάδι και την ερημιά του έρχεται, σαν «αποκάλυψη», η σκέψη ό,τι κρύβεται κάτι πολύ σημαντικό μέσα στο σπλάχνα αυτής της γης. Προικισμένος με ευφυΐα, παρατηρητικότητα, έντονη δραστηριότητα και εμπειρικές γνώσεις, που λίγοι διέθεταν εκείνη την εποχή, ξεκινά τις έρευνες.
Δημιουργείται εταιρεία με την επωνυμία «Λιγνιτωρυχεία Πτολεμαΐδος Παυλίδου – Αδαμοπούλου» στην οποία το 1925 δίδεταιάδεια μεταλλευτικών ερευνών και στις 24/07/1930 (Εφημερίδα Κυβερνήσεως, ΦΕΚ 240 τεύχος Α), η οριστική παραχώρηση «ενός μεταλλείου λιγνίτου εκτάσεως επτά χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα ενός (7441) στρεμμάτων και πεντακοσίων εξήκοντα (560) τ.μ. στην θέση Δουρουτλάρ», σημερινό Προάστειο. Αρχίζει έτσι η συστηματική εκμετάλλευση του πρώτου λιγνιτωρυχείου στην Πτολεμαΐδα αλλά και σε ολόκληρη την Δυτ. Μακεδονία.
Ο οραματιστής Γεώργιος Παυλίδης είναι ο πρώτος σκαπανέας της περιοχής. Με την αξίνα στο χέρι, πρωτεργάτης ανάμεσα στους εργάτες του, χωμένος στα βάθη της γης, (περισσότερες από δέκα φορές τον βγάζουν ημιθανή από τις στοές πάνω σε μια κουβέρτα, προσβεβλημένο από το γαιαέριο),έχει άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα να αντιμετωπίσει, πέρα από την εξόρυξη του λιγνίτη. Κανένας στην περιοχή, δεν γνωρίζει τη χρήση του λιγνίτη και τα ενεργειακά οφέλη που προκύπτουν από την καύση του. Παρ’ όλο που άλλη καύσιμος ύλη δεν υπάρχει, παρ’ όλο που οι κάτοικοι πεθαίνουν, στην κυριολεξία, από το κρύο, τον αγνοούν. Πεισματάρης καθώς είναι, επιδίδεται σε έναν «λυσσαλέο» αγώνα ( marketing θα το λέγαμε σήμερα). Με αυτοσχέδιες θερμάστρες γυρίζει στις λαϊκές αγορές, στα καφενεία, στις συνοικίες, στα χωριά και διδάσκει τον κόσμο πώς να κάψουν τον λιγνίτη, για να μαγειρέψουν και να ζεσταθούν. Επιδεικνύει την «μαύρη πέτρα» του, διαφημίζει την θερμιδική αξία της, την αργή καύση της. Τον θεωρούν μάγο, φακίρη, φαινόμενο. Τον χλευάζουν, τον θεωρούν τρελλό και τον αγνοούν! Ο λιγνίτης κατηγορείται ως δύσοσμος και ανθυγειινός. Η εταιρεία «Παυλίδου-Αδαμοπούλου» αναγκάζεται να χαρίζει τόννους ολόκληρους σε φίλους και γνωστούς.
Μέχρι 1930, έχει ήδη δημιουργηθεί πλέον μια«τοπική αγορά». Αρχίζει ένας αγώνας πιο συστηματικής εκμετάλλευσης αλλά και εξωστρέφειας, ώστε να αναδειχθεί το θέμα των λιγνιτών πανελλαδικά και κυρίως να προσελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον των κυβερνήσεων προκειμένου να δανειοδοτηθεί και να αναπτύξει περαιτέρω τις δραστηριότητές της. Το 1933 και αφού πλέον η ζήτηση είναι δεδομένη, εμφανίζονται και οι πρώτοι ανταγωνιστές.
Η εταιρεία ανοίγει τρεις μεγάλες δαιδαλώδεις στοές. Την Α΄, Β’ και Γ’ οι οποίες εκτείνονται σε μεγάλο βάθος και μήκος χιλιομέτρων μέσα στα έγκατα της γης. Με παραγωγή λιγνίτη, που σύμφωνα με τους πίνακες στατιστικής του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, ξεκινά το 1929 με 1.500 τόν. για να φτάσει το 1937 τους 10.000 τόν. ετησίως, βαίνουσα συνεχώς αυξανόμενη.
Στις 12/12/1937, ο Πιπιλιαγκόπουλος στην εφημερίδα «Επαρχιακή Φωνή» εκτός των άλλων γράφει : «Και απετελούν τα λιγνιτωρυχεία μας τον τροφοδότην της καυσίμου ύλης ολοκλήρου της επαρχίας μας και ο κόσμος μόνον την ευγνωμοσύνην του προσφέρει στους καλούς επιχειρηματίας. Ένας δρόμος σκυροστρωμένος, τον οποίον έκαμον ιδίοις δαπάναις οι επιχειρηματίαι από την κεντρική οδηγεί προς τα λιγνιτωρυχεία. Δεξιά και αριστερά απ’ αυτόν είναι οι κατοικίες των εργατών. Τρία σπιτάκια όμορφα, κομψά σαν στρατώνες στεγάζουν τους ήρωας αυτούς της σκαπάνης. Και είναι πολλοί αυτοί. Περίπου 40. Όλοι τους είναι ενθουσιασμένοι. Πληρώνονται αδρότατα. Μέχρι 100 δρχ ημερησίως. Σε απόστασι ολίγων μέτρων απ’ αυτά φαίνοντα τα φρεάτια τα οποία όλο και πολλαπλασιάζονται δια την ανεύρεσιν και άλλων στρωμάτων λιγνίτου. – Θα παρουσιάσουμε εκπλήξεις, μας υπόσχεται ο δαιμόνιος κ. Παυλίδης. Τα κοιτάσματα των λιγνιτωρυχείων μας είναι πλουσιώτατα. Μπορούν να τροφοδοτήσουν ολόκληρο το Νομό μας. Μπροστά μας ανοίγεται μιά μεγάλη στοά που οδηγεί στα έγκατα της γης. Εκεί είναι κρυμμένος ο θησαυρός. Θέλει να μας οδηγήση ο κ.Νικ. Καρατζάς, επιστάτης, ένας γέρος μεσήλιξ. – Αυτή εδώ, λέγει, πλησιάζει τα δυο χιλιόμετρα. Είναι τεράστια. Η θέα της εμπνέει λίγο τρόμο. Τα φανάρια αραιά φωτίζουν την υπόγεια στοά. Βαρειά ακούεται η σκαπάνη. Θόρυβος επίσης μέγας στις γραμμές που κυλά το ντεκοβίλ. Τα βαγόνια πηγαίνουν και έρχονται. Και η γερή σκαπάνη του εργάτου-δουλευτή τρυπά ολονέν τη γη που τόσο ζηλόφθονα κρατά το θησαυρό της…»
Το 1938, επί Μεταξά και μετά το πέρασμα του Βασιλειά Γεωργίου του Β’ στις 15 Μαΐου από την Πτολεμαΐδα, το θέμα των λιγνιτών παρουσιάζει πολύ μεγάλη κινητικότητα. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο υπουργός συγκοινωνιών Σπυρίδωνος με τον γερμανό καθηγητή Κέγκελ επισκέπτονται την περιοχή. Ο Κέγκελ με την σύζυγό του φιλοξενούνται στην οικία Παυλίδη και ένα ταξί τίθεται στην διάθεσή τουςπρος διευκόλυνση των ερευνών. Οι «Παυλίδης – Αδαμόπουλος»με δικά τους έξοδα εξόρυξης, στέλνουν 180τόννους λιγνίτη στην Γερμανία. Μεταφέρονται με έξοδα των Ελληνικών Σιδηροδρόμων, προς εξέταση, για την δυνατότητα μπρικετοποίησης και χρήσηςτους στουςσιδηροδρόμους. Τα αποτελέσματα είναι παραπάνω από ενθαρρυντικά.Ακολουθούν δεκάδες επιτροπές επί επιτροπών, επιθεωρήσεις επί των λιγνιτωρυχείων τους.Ο Κέγκελ διαπιστώνει αποθέματα λιγνίτου άνω των 150.000.000 τόνων. Ο Παυλίδης μαζί με τον Αδαμόπουλο, ο οποίος ασχολείται με το οικονομικό μέρος της επιχείρησης, οραματίζονταιένα μπρικετάδικο και την κατασκευή θερμοηλεκτρικής μονάδας μικρής ισχύος, για τις ανάγκες της περιοχής. Θεωρούν, αφελώς, ότι η περιοχή δικαιωματικά τους ανήκει. Διαψεύδονται από τα γεγονότα. Λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1939, «Με νεαρόν νόμον ο οποίος υπεγράφη από την Α.Μ. τον Βασιλέα εκυρώθη σύμβασις μεταξύ Δημοσίου και του κ. Γεωργίου Φίλη, δικηγόρου εγκατεστημένου εν Αμερική περί παραχωρήσεως δικαιώματος αναζητήσεως και εκμεταλλεύσεως λιγνίτου.» Όμως, ο «μεσάζοντας» Φίλης εξ Αμερικής, δεν καταφέρνει να βρει Αμερικανικά κεφάλαια, ώστε να εκπληρώσει τους όρους της συμβάσεως. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 40, από την ίδια κυβέρνηση Μεταξά, κηρύσσεται έκπτωτος. Δίδεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, μία μικρή παράταση άλλων δέκα χρόνωνστη λειτουργία των λιγνιτωρυχείων «Παυλίδου-Αδαμοπούλου». Κυρίως, εξ’ αιτίας του Β’ Παγκοσμίου πολέμου.
Τα λιγνιτωρυχεία «Παυλίδη-Αδαμοπούλου» κατά την διάρκεια της κατοχής,συνεχίζουν την δραστηριότητά τους, καλύπτοντας τις ανάγκες της περιοχής. Οι ιδιοκτήτες παίρνουν ξεκάθαρη θέση κατά του εχθρού, υποκινούμενοι από αγνά, πατριωτικά αισθήματα.
Στις 24-12-1940 επιτάσσεται από τον ελληνικό στρατό και συγκεκριμένα από τον Διοικητή της Αεροπορίας Διώξεως Αντισμήναρχο Ε. Κελαϊδή, το Κατερπίλαρ τρακτέρ της εταιρείας, για να χρησιμοποιηθεί στον εκχιονισμό των δρόμων και να διευκολύνει την μετακίνηση των στατιωτικών αυτοκινήτων. Το τρακτέρ έχει έλθει πριν από μερικούς μήνες, κατευθείαν από την Αμερικήκαιθεωρείται το μοναδικό σε ολόκληρα τα Βαλκάνια.Βοήθησε τον ελληνικό στρατό με τον καλύτερο τρόπο.Αργότερα επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και βρέθηκε χαλασμένο μέσα στον Αλιάκμονα.Ο Παυλίδης οργάνωσε σχέδιο επιδιόρθωσης και απαγωγής του, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Γερμανών. Σήμερα βρίσκεται στον κήπο του μουσείου Πτολεμαΐδας.
Με πρωτοβουλία του Παυλίδη, που εθελοντικά αναλαμβάνει την τροφοδοσία των αιχμαλώτων, σώζονται τα γυναικόπαιδα των μαρτυρικών χωριών, του Μεσοβούνου και των Πύργων. Τα γυναικόπαιδα είχαν μεταφερθεί από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πτολεμαϊδα,τόσο το 1941 όσο και το 1944. Σώζονται έτσι συνολικά,περίπου 2.500 ανθρώπινες ψυχές.
Αλλά, μετά την πράξη αυτή, δίδεται, ανεκτέλεστη εντολή, δολοφονίας του Παυλίδη.Αργότερα κρατείται όμηρος μέσα στα γραφεία της εταιρείας από τον δωσίλογο Γεώργιο Πούλο, προκειμένου να υπογράψει την παραχώρηση των λιγνιτωρυχείων Πτολεμαΐδας. Δεν υπογράφει.Κατά τον εμφύλιο, γίνεται στόχος διαφόρων ομάδων, πληρώνοντας βαριά οικονομική φορολογία, προκειμένου να σώσει την οικογένειά του. Τέλη του 1945, εν μέσω των Δεκεμβριανών στην Αθήνα, συλλαμβάνεται ως καπιταλιστής, κεφαλαιοκράτης και στέλνεται σε λαϊκό δικαστήριο στον Πεντάλοφο. Ελευθερώνεται μετά την συμφωνία της Βάρκιζας. Οι αντοχές του έχουν εξαντληθεί. Η υγεία του έχει κλονιστεί..
Εν τω μεταξύ, το 1946, επανέρχεται ο κατά τα άλλα έκπτωτος Γ. Φίλης, ανανεώνοντας με το Δημόσιο, την παλιά σύμβαση του ‘39, περί αποκλειστικής εκμετάλλευσης των λιγνιτών Πτολεμαΐδας. Λίγο πριν εκπνεύσει και η πέμπτη κατά σειρά χρονική παράταση, ιδρύει την «Ελληνοαμερικανική Εταιρεία Γενικών Προϊόντων Λιγνίτου Α.Ε» με κεφάλαια του μεγαλοδωσίλογου της κατοχής (σύμφωνα με τον ιστορικό Δημοσθένη Κούκουνα), ευεργέτη Κοζάνης σήμερα, Κων. Γκέρτσου.
Στις 3/3/1947,σε ηλικία 47 ετών, η καρδιά και η ψυχή των λιγνιτωρυχείων Πτολεμαΐδας, εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης.Η σωρός του ενταφιάζεται στο νεκροταφείο της Ευαγγελιστρίας.Αργότερα μεταφέρεται στο νεκροταφείο Πτολεμαΐδας. Η εφημερίδα ΑΚΡΙΤΙΚΗ ΦΩΝΗ 09-03-47 ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 30 αναγγέλει τον θάνατό του. Στο ίδιο φύλλο γράφει : «Μετά τον πόλεμο αναδείχθηκαν νέοι οικονομικοί παράγοντες στην κοινωνία, κάποιοι καρπώθηκαν εν καιρώ πολέμου και τώρα εμφανίζεται η λεία τους σε μορφή επενδύσεων».
Πριν πεθάνει ο Παυλίδης, η εταιρεία παίρνει άδεια ερευνών και σε άλλες περιοχές. Τα αιτήματά της, για συμμετοχή στο σχέδιο Μάρσαλ απορρίπτονται με την αιτιολογία ότι το κράτος θα προβεί στην ευρύτερη εκμετάλλευση των λιγνιτών Πτολεμαΐδας. Όλες οι άδειες ερευνών ανακαλούνται. Μόνον οι άδειες εκμετάλλευσης παραμένουν ενεργές. Ο Αδαμόπουλος και τα ορφανά του Παυλίδη, τα οποία ειναιαπό 10 έως 20 χρονών δεν έχουν το σθένος, τα πολιτικά ερείσματα, ούτε την οικονομική δύναμη να κρατήσουν τα λιγνιτωρυχεία. Έτσι, όταν τους προσεγγύζουν, μέσω του διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας Κοζάνης,(αργότερα μετόχου της ΑΒΕΟΚ), Μ.Γεωργούλα, ισχυροί άνδρες της εποχής όπως, ο Ι. Γκλαβάνης υπουργός Ανοικοδομίσεως, με τον αδελφό του Κυριάκο, ο εγγονός του ιδρυτή της Εθνικής Τράπεζας Στρέιτ, ο γαμπρός του Κανελλόπουλου Μεϊμαρίδης του «Ακρον Ίλιον Κρυστάλ» και άλλοι, με ανέντιμους σκοπούς, δεν έχουν τις γνώσεις για να αμυνθούν. Πείθονται και στις 15/3/1950 υπογράφουν «την μίσθωσιν των λιγνιτωρυχείων Πτολεμαΐδος Παυλίδου – Αδαμοπούλου εις την Ανώνυμο Βιομηχανική εταιρεία Ορυκτών καυσίμων «Πτολεμαΐς», γνωστή ως ΑΒΕΟΚ, στην οποία είναι και οι ίδιοι μέτοχοι. Γρήγορα αντιλαμβάνονται την απάτη και επιδίδονται σε έναν άνισο δικαστικό αγώνα. Ο Αιμίλιος Μπούσιος στο βιβλίο του, «Η ιστορία της Λιπτόλ» σελ 148, γράφει: «Η παρέμβαση της Αμερικανικής Αποστολής υπέρ των συμφερόντων των μετόχων τη ΑΒΕΟΚ, αποδεικνύει την επιρροή και τις ισχυρές διασυνδέσεις που διέθεταν. Κάθε συμβιβασμός σήμαινε γι αυτούς σοβαρά ανταλλάγματα, τόσο εκ μέρους της εταιρείας Φίλη όσο κι εκ μέρους της κυβέρνησης, η οποία ενδιαφερόταν σοβαρά για την χρηματοδότηση των έργων από το σχέδιο Μάρσαλ».
Ο λαός δε της Πτολεμαΐδας, που για πρώτη φορά γνώρισε πραγματικούς καπιταλιστές και τι σημαίνει εκμετάλλευση, ξεσηκώθηκε εναντίον της ΑΒΕΟΚ. Ο αδίστακτος, διευθυντής, πρώην στρατηγός, Μαυρογιάννης έχοντας εξωβελήσει τους Παυλίδου-Αδαμοπούλου, γίνεται το πιο μισητό πρόσωπο, το οποίο δεν πτοείται ούτε και μετά από δικαστικές αποφάσεις. Η ΑΒΕΟΚ δεν δίνει μέρισμα, δεν πληρώνει τα ενοίκια, δεν προβαίνει σε ανάπτυξη, όπως είχε συμφωνηθεί. Ακόμη και η προκαταβολή που δόθηκε ήταν προιόν δανείου.Η πίεση που ασκείται στους απογόνους Παυλίδη και στον Αδαμόπουλο τόσο από την τοπική κοινωνία, όσο και από την ίδια την ΑΒΕΟΚ, είναι μεγάλη. Εν μέσω αφόρητωνπιέσεων, εκβιασμών, ψυχολογικού και οικονομικού πολέμου οδηγούνται, το 1957 στην πώληση των λιγνιτωρυχείων τους στην ΛΙΠΤΟΛ, η οποία έχει ήδη απορροφήσει την Ελληνοαμερικανική και το μεγαλύτερο μέρος της ΑΒΕΟΚ.
Έλληνες λοιπόν, μεσάζοντες, έχοντες κεφάλαια αμφιβόλου προέλευσης, έχοντας εσωτερική πληροφόριση και μεγάλο μέσον στις δεξιές κυβερνήσεις της Ελλάδος,υποκινούμενοι από προσωπικά συμφέροντα, γνωρίζοντας ότι το ελληνικό δημόσιοσκοπεύει να επενδύσει στην περιοχή μας, έπεσαν σαν τα κοράκια εκμεταλλευόμενοι τον κόπο και τον μόχθο εργατών-πρωτεργατών, για να καρπωθούν τα μέγιστα από δάνεια κυρίως, τα οποία στο τέλος τους χαρίστηκαν, μη έχοντας σκοπό να ολοκληρώσουν το έργο το οποίο ανέλαβαν.
Με τα χρήματα του «αστείου» ποσού της αποζημίωσης, συνολικά 2.400.000 δρχ (το ποσό από την εξώρυξη της ποσότητας του λιγνίτη από το «κύριο πεδίο» και μόνον υπερέβαινε κατά πολύ το ποσό αυτό),τα αδέλφια Παυλίδη, αγόρασαν τον κινηματογράφο «ΖΩΡΖ», ενώ ο Αδαμόπουλος τα επαγγελματικά ψυγεία τροφίμων «Αδαμόπουλος και ΣΙΑ».
Αυτό είναι το τέλος της τεράστιας προσωπικής προσπάθειας που κατέβαλε η εταιρεία «Λιγνιτωρυχεία Πτολεμαΐδος Παυλίδου-Αδαμοπούλου» για την αξιοποίηση των λιγνιτών Πτολεμαΐδας.
* Θα πρέπει να σημειωθεί ό,τι κατά την 25χρονη λειτουργία των λιγνιτωρυχείων «Παυλίδου-Αδαμοπούλου» υπήρχε μόνον ένας νεκρός. Ήταν ο κος Αντωνιάδης Νικόλαος, κάτοικος Πτολεμαΐδας, το 1935. Η εταιρεία κατέβαλε σύνταξη στην οικογένειά του, διότι τα ασφαλιστικά ταμεία δεν είχαν ιδρυθεί ακόμη.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Κοσμά Πουγαρίδη και τον εκδοτικό του οίκο για την πρόσβαση που μου έδωσε στα αρχεία της εφημερίδας «Επαρχιακή Φωνή» και «Ακριτική Φωνή».
Σας ευχαριστώ