Με πολλά προβλήματα που εστιάζονται κυρίως στην μεγάλη έλλειψη προσωπικού, ξεκινά η αντιπυρική περίοδος για την Πυροσβεστική Υπηρεσία Κοζάνης.
Παρά τις υποσχέσεις όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών – καθώς και της σημερινής – για αναβάθμιση από Γ΄ σε Α΄ κατηγορία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας στην πρωτεύουσα της Δυτικής Μακεδονίας, «στην ουσία έχουμε περαιτέρω υποβάθμιση», δήλωσε στο «e-ptolemeos.gr» ο διοικητής της Π.Υ Κοζάνης, Κωνσταντίνος Μαυροματίδης. Διευκρίνισε ότι «ήμασταν Γ΄ κατηγορία την εποχή που ακόμη δεν είχαμε στην αρμοδιότητά μας την δασοπυρόσβεση. Επιπλέον κατακερματίζουν τις δυνάμεις μας, τις οποίες χρησιμοποιούν για διάφορες άλλες ανάγκες, με αποτέλεσμα να μας έχουν γονατίσει».
Σύμφωνα με στοιχεία που μας έδωσε ο διοικητής, η Π.Υ. Κοζάνης έχει μόλις 46 μόνιμους πυροσβέστες. Αυτοί όμως είναι «μόνο στα χαρτιά», γιατί απ’ αυτούς έχουν διατεθεί 8 άτομα στο αεροδρόμιο, 5 στην Σχολή Πυροσβεστών και 7 στο ΠΕ.ΚΕ. (Περιφερειακό Κέντρο), οπότε απομένουν μόλις 26 μόνιμοι πυροσβέστες στην Π.Υ. της πρωτεύουσας της Δυτικής Μακεδονίας. Επίσης υπηρετούν 13 και 11 άτομα στα πυροσβεστικά κλιμάκια Σερβίων και Νεάπολης αντιστοίχως. Ακόμη, στο παραπάνω προσωπικό προστίθενται 22 πυροσβέστες τριετούς θητείας, 7 πενταετούς θητείας και 17 εποχικοί. Οι εποχικοί είναι λιγοστοί λόγω έλλειψης κονδυλίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι με την υπάρχουσα κατάσταση, «μόλις 3 μόνιμοι πυροσβέστες είναι διαθέσιμοι σε κάθε βάρδια να προστρέξουν σε μία πυρκαγιά που θα εκδηλωθεί, καθώς επίσης και 1-2 3ετούς, 2 πενταετούς και 1 εποχικός, σύνολο δηλαδή 7-8 πυροσβέστες», δήλωσε ο πρόεδρος του Σωματείου Πυροσβεστών Δυτικής Μακεδονίας, Παναγιώτης Ανδρεόπουλος. Σημείωσε ακόμη ότι «το Αρχηγείο με τα λάθος κριτήρια που υπολογίζει το προσωπικό βγάζει 24 άτομα υπεράριθμους στην Π.Υ. Κοζάνης, ενώ οι ελλείψεις είναι τεράστιες».
Ενδεικτική είναι και η δήλωση του διοικητή της Π.Υ. Κοζάνης, Κ. Μαυροματίδη, ο οποίος υπογράμμισε ότι «προσπαθούμε με λιγότερα άτομα να κάνουμε περισσότερη δουλειά και να αντιμετωπίσουμε όλες τις καταστάσεις. Ρίχνουμε βάρος στον τομέα της πρόληψης, γι’ αυτό ενημερώνουμε τον κόσμο της υπαίθρου να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός». Πάντως, σύμφωνα με τον διοικητή, η αντιπυρική περίοδος ξεκινάει με μεγάλες δυσκολίες, όχι μόνο λόγω της έλλειψης προσωπικού, αλλά, όπως είπε, «όσο εγκαταλείπεται η ύπαιθρος και μειώνεται η κτηνοτροφία τόσο αυξάνονται οι κίνδυνοι πυρκαγιάς». Ανέφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα το Βόιο, λέγοντας ότι «καθώς ερημώνουν τα χωριά και μένουν μόνο λίγοι γέροι, δεν υπάρχει μέριμνα στα χωριά, δεν φροντίζει κανείς για τον καθαρισμό των χόρτων, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτα στις πυρκαγιές». Επίσης, είπε ότι «τα κατσίκια που υπήρχαν παλιότερα στα χωριά έτρωγαν τα χόρτα και τα κλαδιά, πατούσαν τα δάση και αυτό μείωνε την επικινδυνότητα πυρκαγιάς, ενώ τώρα δεν υπάρχει κτηνοτροφία».
Σύμμαχος των πυρκαγιών είναι επίσης και η άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας, καθώς περιορίστηκαν δραστικά τα κονδύλια για την διάνοιξη των δασικών δρόμων και των αντιπυρικών ζωνών. Αυτό έχει σαν συνέπεια να δυσκολεύει την άμεση προσπέλαση των πυροσβεστικών δυνάμεων σε περίπτωση πυρκαγιάς.