Αφορμή του παρόντος άρθρου είναι, η προώθηση-προβολή από τα μέσα ενημέρωσης, σε πολλές εκλογικές περιφέρειες, συγκεκριμένων υποψηφίων ως «τεχνοκρατών» και η προώθηση του επιχειρήματος της αναγκαιότητας της υπερψήφισής τους, με σκοπό να δημιουργηθεί μια καλύτερη κοινωνία.
Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η έναρξη μιας ουσιαστικής συζήτησης ή ενός διαλόγου, με αποδέκτες όλους μας, αναφορικά με το εννοιολογικό περιεχόμενο που αποδόθηκε από τα μέσα ενημέρωσης στον όρο «τεχνοκράτης», ενώ υπάρχει αναφορά και στη σημασία του όρου «τεχνοκρατία», όπως και στα αίτια της αμφισβήτησής της ως συστήματος διακυβέρνησης της κοινωνίας ή του κράτους.
Συγκεκριμένα, στις αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή στα έντυπα μέσα διατυπώνεται η θέση πως, ο όποιος τεχνοκράτης υποψήφιος πρέπει να προτιμηθεί έναντι των αποφοίτων σχολών με θεωρητικό ή κοινωνικό πρόσημο, γιατί αυτός ως “ειδικός γνώστης” είναι σε θέση, εξ ορισμού, να παράσχει άμεσες, χρήσιμες και ουσιαστικές λύσεις, σε πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, σχετικά με τη διακυβέρνηση ενός τόπου.
Σύμφωνα με το λεξικό Britannica, ο όρος technocracy (=τεχνοκρατία) σημαίνει ένα σύστημα διακυβέρνησης, κατά το οποίο, οι άνθρωποι, κάτοχοι ειδικών γνώσεων για την επιστήμη ή την τεχνολογία ελέγχουν την κοινωνία. Πραγματικά, στην ιστορική του διάσταση ο όρος αφορά ένα κοινωνικό κίνημα που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ και στον Καναδά στο τέλος του Α παγκοσμίου πολέμου, με βασικό εκφραστή τον Χάουαρντ Σμιθ.
Το κίνημα αμφισβήτησε τη δημοκρατία που είχε αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα, αλλά και την κομματική πολιτική. Πρέσβευε στην ουσία την αντικατάσταση των δημοκρατικών μοντέλων στην οικονομία, την κοινωνία και το κράτος, από ειδικούς στην τεχνολογία και την οικονομία. Το μοντέλο της «αριστοκρατίας» των τεχνοκρατών αμφισβητήθηκε, μετά τη καταλυτική εμπειρία του β παγκοσμίου πολέμου και υποκαταστάθηκε από άλλα πρότυπα διακυβέρνησης, με αποτέλεσμα σήμερα να θεωρείται και «αντιδημοκρατικό» και “παρωχημένο”.
Αφήνουμε στην άκρη τις αντιδημοκρατικές ιστορικές καταβολές του κινήματος των τεχνοκρατών και επισημαίνουμε ότι σήμερα, ένας ειδικός, σε συγκεκριμένο τομέα του επιστητού, με τεκμηριωμένη-πιστοποιημένη από τίτλους και βιβλιογραφικές αναφορές γνώση, λειτουργεί ως Σύμβουλος και συνεισφέρει, στα διάφορα επίπεδα εξουσίας, ή στα πολιτικά κόμματα, διαφωτίζοντας τους πολιτικούς, αναφορικά με τη λήψη αποφάσεων. Και σε αυτό το επίπεδο όμως ο όρος «τεχνοκράτης» έχει αντικατασταθεί από τον όρο «εμπειρογνώμονας», με αναφορά στο γνωστικό πεδίο ή στην επιστημονική πειθαρχία την οποία κάποιος ελέγχει.
Επισημαίνουμε ακόμα ότι στον όρο «τεχνοκράτης», δεν προσδίδεται εννοιολογικό περιεχόμενο αντίθετο με εκείνο του όρου «κοινωνικός επιστήμονας». Γιατί η κυριαρχία άλλων μοντέλων διακυβέρνησης, όπως «η πλουραλιστική διακυβέρνηση», «το επιτελικό κράτος» κλπ., τα οποία με κανένα τρόπο δεν αμφισβητούν την αντιπροσωπευτική δημοκρατία αλλά ενισχύουν τον ρόλο των «ομάδων ενδιαφέροντος ή πίεσης», αποδίδουν στους εμπειρογνώμονες αποκλειστικά το ρόλο του Συμβούλου της εξουσίας.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως ένας εμπειρογνώμονας δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία. Αυτή την εξουσία όμως θα την πάρει μέσα στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και θα την ασκήσει με δημοκρατικό τρόπο, ενθαρρύνοντας τον πλουραλισμό, την κριτική σκέψη και τη συμμετοχή των ομάδων πίεσης στη λήψη των αποφάσεων. Και οπωσδήποτε δεν θα κερδίσει την εξουσία ,επειδή στα μέσα ενημέρωσης τον συστήνουν διάφοροι ως «τεχνοκράτη».
Οι εκλογές που έρχονται θα κρίνουν όχι μόνο τους υποψήφιους, αλλά και τα ίδια τα κριτήρια με τα οποία αυτοί θα επιλεγούν. Και η όποια επιλογή θα γίνει σεβαστή, γιατί αυτή είναι η ουσία της δημοκρατίας.
Σοφίας Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.