Θέλω να πω το εξής: ενώ όλοι ξεκινήσαμε σωστά σε μία κοινή γραμμή συναίνεσης, κύριε Ζαχαριάδη, και το λέω σε εσάς, εάν θα πάρετε τα Πρακτικά θα δείτε ότι η δική σας τοποθέτηση ήταν στη γραμμή του Προέδρου σας. Όλες οι υπόλοιπες τοποθετήσεις του Εκπροσώπου σας, του κ. Βαρεμένου, ήταν σε εντελώς αντίθετη γραμμή.
Επιτέλους αποκτήστε μια φωνή. Αυτό είναι το πρόβλημά σας. Έρχεστε μέσα στη Βουλή με πενήντα φωνές. Δεν θέλω να σταθώ σε αυτά τα οποία ειπώθηκαν. Γιατί και εσείς ο ίδιος τώρα, στο τέλος της τοποθέτησής σας, ναι μεν ξεκινήσατε σωστά, αλλά αρχίσατε πάλι να επαναφέρετε το τι ειπώθηκε πριν και τι ειπώθηκε μετά. Αν έχουμε μια κοινή γραμμή, προσπαθούμε και όσους ξεφεύγουν να τους φέρουμε σε αυτήν την κοινή γραμμή συναίνεση.
Και εγώ χαιρετίζω γιατί για πρώτη φορά είδα όλους τους αρχηγούς των κομμάτων της Αντιπολίτευσης να ευθυγραμμίζονται σε μια εθνική γραμμή.
Αντί, λοιπόν, όλοι εμείς να περιφρουρήσουμε αυτό το επίτευγμα της πολιτικής κοινωνίας και ζωής ερχόμαστε από πίσω, ο καθένας από τη μεριά του, και το σαμποτάρει. Μένουμε, λοιπόν, σε αυτό, όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων, και είναι προς τιμή τους, σε μία κοινή γραμμή με τον Πρωθυπουργό σε αυτές τις δύσκολες ώρες ακολουθούμε αυτό που πρέπει να κάνουμε ως Ελλάδα και ως έθνος και ως Έλληνες πολίτες.
Και θεωρώ ότι είναι ανάξια σχολιασμού αυτά τα οποία έθεσε ο εκπρόσωπος του ΜέΡΑ 25. Και εδώ θα σταθώ και σταματώ.
Συζητούμε σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Εμπορικά σήματα-ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων και της Οδηγίας 2004/48/ΕΚ σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και άλλες διατάξεις».
Η ορθολογική ρύθμιση των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας μπορεί αναμφισβήτητα να ενισχύσει την καινοτομία, την τεχνολογική εξέλιξη και να έχει ως επακόλουθο την οικονομική ανάπτυξη. Η έλλειψη επαρκούς προστασίας για τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας συνιστά αντικίνητρο για την έρευνα, αφού χωρίς αυτήν κανένας δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί οικονομικά την καινούργια γνώση που δημιουργεί και γι’ αυτό δεν έχει κίνητρο, ώστε να επενδύσει στην έρευνα και στην καινοτομία.
Από την άλλη πλευρά, η υπέρμετρη προστασία των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας οδηγεί σε νομικά μονοπώλια και περιορίζει τη διάχυση της γνώσης και τον ανταγωνισμό. Η προστασία των εμπορικών σημάτων πρέπει να συμπορεύεται με την ενίσχυση του ανταγωνισμού και να μην οδηγεί στον περιορισμό του.
Όπως είναι προφανές, ένα εμπορικό σήμα δεν μπορεί να είναι ούτε υπερπροστατευόμενο, αλλά ούτε και ευάλωτο. Μία χρυσή τομή είναι αυτή που θα βοηθήσει στη σωστή λειτουργία της οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η ορθολογική νομική προστασία για τα εμπορικά σήματα ενισχύει τη διαφοροποίηση στην αγορά και τον ανταγωνισμό, καθώς επιτρέπει στις επιχειρήσεις να διεκδικούν ένα μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς μέσα από τη βελτίωση της ποιότητας, της καινοτομίας και των τιμών των προϊόντων, ανταποκρινόμενες καλύτερα στις ανάγκες των καταναλωτών, όπως προβλέπεται.
Η Ελλάδα ως χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από το εθνικό σήμα, έχει και αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν είναι δυνατόν το ένα από τα δύο σήματα να έχει μεγαλύτερη ισχύ ή να τυγχάνει μεγαλύτερης προστασίας από τη στιγμή που και τα δύο επιτελούν την ίδια συναλλακτική και οικονομική λειτουργία.
Το σύστημα του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται το πιο σύγχρονο παγκοσμίως. Υιοθετεί τα πιο σύγχρονα πορίσματα της οικονομικής επιστήμης για την επιρροή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στην οικονομική ανάπτυξη. Αποτελεί ήδη σε διεθνές επίπεδο ένα πρότυπο, προς το οποίο επιδιώκουν να συγκλίνουν νομοθετικά όλες οι χώρες, ακόμα και αυτές που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως είναι προφανές, η σύγκλιση του εθνικού σήματος με το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των αλλοδαπών που έχουν συναλλαγές και επενδύσεις στην Ελλάδα σε μία χρονική συγκυρία πολύ κρίσιμη για τη χώρα, όπου οι επενδύσεις από το εξωτερικό αποτελούν πλοηγό της ανάπτυξης και οδηγούν σε οριστική έξοδο από την οικονομική κρίση.
Με το προτεινόμενο νομοσχέδιο επιδιώκεται αφενός η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2436 του 2015 για τα εμπορικά σήματα και αφετέρου η προσέγγιση του εθνικού σήματος στο σύστημα του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ρυθμίζεται από τον Κανονισμό 1001/2017.
Η Οδηγία 2436/2015 εισάγει νέους θεσμούς που ενισχύουν τον ανταγωνισμό, όπως για παράδειγμα περιορίζοντας την προστασία εμπορικών σημάτων που δεν χρησιμοποιούνται, με την καθιέρωση της ένστασης απόδειξης χρήσης σε όλες τις δικαστικές διαδικασίες για εμπορικά σήματα ή περιορίζοντας την προστασία σημάτων που περιλαμβάνουν στοιχεία που στερούνται διακριτικής ικανότητας και ιδίως προβλέποντας ότι η περιγραφή των προϊόντων και υπηρεσιών, για τις οποίες προστατεύεται το σήμα, πρέπει να είναι ειδική και συγκεκριμένη.
Παράλληλα, η Οδηγία παρέχει μεγαλύτερες δυνατότητες διαφοροποίησης στην αγορά μέσα από την κατοχύρωση νέων, μη παραδοσιακών μορφών σημάτων, εφόσον έχουν διακριτική ικανότητα, εγκαταλείποντας την προϋπόθεση της γραφικής παράστασης ως απαραίτητο όρο για την προστασία του σήματος και εισάγοντας τον νέο θεσμό των σημάτων πιστοποίησης. Όλα αυτά συνιστούν εργαλεία ενίσχυσης της διαφοροποίησης στην αγορά και τελικά τον ανταγωνισμό.
Με το προτεινόμενο νομοσχέδιο επιδιώκεται να ενισχυθεί η διεθνής ομοιομορφία των νομικών κειμένων για τα εμπορικά σήματα. Ελήφθησαν,επίσης, υπόψη οι διατάξεις του Κανονισμού 1001/2017 για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταβλήθηκε προσπάθεια οι διατάξεις του νομοσχεδίου να ακολουθούν τη φραστική διατύπωση των αντίστοιχων διατάξεων του Κανονισμού.
Για να μπορούν τα πολιτικά δικαστήρια να δικάζουν ανταγωγές ακύρωσης του σήματος πρέπει ολόκληρη η δικαιοδοσία για την ακύρωση του σήματος να μεταφερθεί από τα διοικητικά δικαστήρια στα πολιτικά.Διαφορετικά, διασπάται η ενότητα της κρίσεως και δημιουργείται το ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων επί των ίδιων υποθέσεων και μεταξύ των ίδιων διαδίκων από τα πολιτικά και διοικητικά δικαστήρια. Θα μπορούσε, δηλαδή, η μενανταγωγή ακύρωσης του σήματος που ασκείται στα πολιτικά δικαστήρια να απορριφθεί, αλλά η αίτηση ακυρότητας του σήματος που ασκείται σε διοικητική επιτροπή σημάτων και στα διοικητικά δικαστήρια να γίνει δεκτή. Το ενδεχόμενο αυτό προσπαθεί να αποτρέψει το άρθρο 94 παράγραφος 3 του Συντάγματος.
Θα ήθελα,επίσης, να τονίσω πως για να μπορεί μία ένδειξη να αποτελέσει σήμα πρέπει να μπορεί να παρουσιαστεί στο μητρώο σημάτων με τρόπο σαφή, ακριβή, αυτοτελή, ευπρόσιτο, κατανοητό, διαρκή και αντικειμενικό που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του.
Σημαντική καινοτομία είναι η δυνατότητα που δίνεται για κατοχύρωση νέων, μη παραδοσιακών μορφών σημάτων, εφόσον βεβαίως έχουν τη διακριτική ικανότητα.Αυτοί αποσκοπούν πρωτίστως στη διασφάλιση του ελεύθερου ανταγωνισμού και την αποτροπή του ενδεχόμενου να καταχωρηθεί ως σήμα και να μονοπωληθεί μία ένδειξη που όλοι οι ανταγωνιστές έχουν ανάγκη να χρησιμοποιούν, δημιουργώντας στρέβλωση του ανταγωνισμού και προκαλώντας αδικαιολόγητα μονοπωλιακά δικαιώματα.
Ένας νέος νόμος οφείλει πάντα να λαμβάνει υπόψη την προϋπάρχουσα κατάσταση και να μη δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που σκοπεύει να λύσει. Στα πλαίσια αυτά, με το άρθρο 24, ο νέος νόμος εισάγει διαφορετική μορφή διοικητικής προστασίας για τα προγενέστερα σήματα.
Συγκεκριμένα, όταν κατατίθεται μία νέα δήλωση σήματος, αν ο έλεγχος διεύθυνσης σημάτων εντοπίσει κάποιο όμοιο ή παρόμοιο προγενέστερο σήμα, η νεότερη δήλωση σήματος δεν απορρίπτεται αυτεπάγγελτα. Αντίθετα, ενημερώνεται ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος για να ασκήσει ανακοπή. Εάν δεν ασκήσει ανακοπή, τότε ισχύει η νέα δήλωση του σήματος. Γίνεται δεκτή και καταχωρείται.
Το σήμα έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια προστασίας για μία δεκαετία από την κατάθεση του. Μπορεί να ανανεωθεί με τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος. Εάν δεν ανανεωθεί, το σήμα παύει αυτοδικαίως να ισχύει στη λήξη της δεκαετίας, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαπιστωτική ή βεβαιωτική πράξη εκ μέρους του μητρώου ή διεύθυνσης σημάτων.
Η αυτοδίκαιη λήξη του σήματος μετά την πάροδο της δεκαετίας, αν δεν μεσολάβησε ανανέωση, επιβάλλεται από λόγους του ελεύθερου ανταγωνισμού, όπως προβλέπεται στο άρθρο 36.
Σύμφωνα με το προτελευταίο άρθρο 88 του νομοσχεδίου, αρμόδιος είναι ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη συγκρότηση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων.
Θα κλείσω λέγοντας πως δεδομένου ότι η Οδηγία 2436/2015 της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπρεπε να έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο από τις 14-1-2019, γίνεται μέριμνα στο τελευταίο άρθρο 89, ώστε ορισμένες από τις διατάξεις του νόμου να έχουν αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία αυτή. Ουσιαστικά ο νόμος έχει αναδρομική ισχύ για τις δηλώσεις κατάθεσης σημάτων, τις ανακοπές και τις αιτήσεις έκπτωσης ή ακυρότητας που κατατέθηκαν από 14-1-2019 και εξής.
Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.