Η προχθεσινή επέτειος των δύο χρόνων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε συνδυασμό με την εκθετικά αυξανόμενη απομύζηση των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, όπως επίσης και του υπόλοιπου Ελληνικού Λαού, ανέδειξε με σαφή πλέον τρόπο ότι κρίνεται άκρως επιτακτική η ανάγκη εφαρμογής ενός διαφορετικού σχεδίου δημοσιονομικής πολιτικής με διαφορετικές στρατηγικές επιδιώξεις από εκείνες που εδώ και καιρό έχουν κριθεί όχι μόνο αναποτελεσματικές αλλά και μετέωρες.
Είναι κατάδηλο πλέον ότι η αναδιάρθρωση της οικονομίας μας θα πρέπει να επικεντρωθεί στην μείωση των φόρων με παράλληλη μείωση των δημόσιων δαπανών, η οποία θα μπορεί να επιτευχθεί με την αποτελεσματικότερη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, πράγμα το οποίο άλλωστε ευαγγελίζεται να υλοποιήσει η Νέα Δημοκρατία ως η επόμενη σοβαρή Κυβέρνηση αυτού του τόπου.
Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να σημειωθεί ότι η οικονομική πολιτική της χώρας μας επιβάλλεται να διαμορφώνεται με γνώμονα στοιχεία, τα οποία σε κάθε περίπτωση θα ωθούν την ανάπτυξη της οικονομικής δύναμης της χώρας μας μεγιστοποιώντας την ανταγωνιστική της ισχύ και σίγουρα όχι με γνώμονα την εξυπηρέτηση οργανωμένων συμφερόντων που στόχο έχουν την σώρευση της κρατικής ισχύος στα χέρια λίγων «αλληλέγγυων» προσώπων.
Η κατακόρυφη πτώση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και της επενδυτικής αυτοπεποίθησης κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια στην χώρα μας είναι εκείνη που δεν της επέτρεψε να ανταγωνιστική και βγει τελικώς στις αγορές, αλλά είναι και αυτή που την κρατά δέσμια σε έναν φαύλο κύκλο εξυπηρέτησης των μικροκομματικών συμφερόντων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Γι’ αυτό, λοιπόν, είναι σκόπιμη η επανόρθωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και η ανάταση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας της χώρας μας. Ωστόσο, αυτό είναι ένα έργο που σίγουρα δεν μπορεί να υλοποιηθεί με την αύξηση των φόρων των ανεξέλεγκτων διορισμών και της σπατάλης στο δημόσιο. Όλες αυτές οι καταστροφικές για την οικονομία μας αποφάσεις έχουν ως σκοπό, όπως μπορεί να αντιληφθεί και ο πλέον αφελής, να εξυπηρετήσουν την διατήρηση της φθίνουσας εκλογικής ισχύος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και την συντήρηση των παχυλών μισθών των μετακλητών τους υπαλλήλων που έχουν, σωρηδόν πλέον, διορισθεί από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και σε υψηλές μάλιστα κυβερνητικές θέσεις.
Μάλιστα, οι διορισθέντες μετακλητοί υπάλληλοι των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τις περισσότερες φορές δεν πληρούν καν τα πιο απλά κριτήρια εισαγωγής τους έστω και σε απλές θέσεις ανειδίκευτου προσωπικού. Τέτοιες ενέργειες μπορεί όμως να έχουν ως αποτέλεσμα όχι μόνο την κατασπατάληση των χρημάτων του Ελληνικού Λαού, αλλά και την τυχοδιωκτική και επικίνδυνη άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής από πρόσωπα που πραγματικά δεν γνωρίζουν το παραμικρό με τα θέματα που πρόκειται να ασχοληθούν.
Άρα, αυτό που θα πρέπει να υλοποιηθεί από μία νέα κυβέρνηση πρωτίστως θα είναι η ρήξη με τα παλαιοκομματικά κατάλοιπα και πρακτικές που οδηγούν στην κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος αλλά και την κατασπατάληση των χρημάτων του Ελληνικού Λαού, τα οποία για την ώρα πέφτουν μέσα σε μία μαύρη τρύπα. Είναι επομένως άκρως αναγκαία η άμεση εφαρμογή όλων εκείνων των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα έχουν όμως θα πρέπει να εφαρμοσθούν «με την ακρίβεια του διαβήτη» και να είναι καλά προετοιμασμένες εκ των προτέρων. Δεν χρειαζόμαστε δηλαδή μία Κυβέρνηση που θα υποσχεθεί τα πάντα και θα προσπαθήσει να εφαρμόσει τα χειρότερα, όπως πολύ ορθά τόνισε σε μία συνέντευξη του ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης. Χρειαζόμαστε μία Κυβέρνηση, όχι έρμαιο του κάθε κομματικού στρατιώτη, αλλά αξιοκρατική, η οποία θα υλοποιήσει όλα τα αναγκαία μέτρα, έτσι ώστε να εκτιναχθούν οι δείκτες της ανταγωνιστικότητας και, επομένως, του μεγέθους της οικονομίας μας που σίγουρα θα επιτρέπει την αποπληρωμή κάθε είδους οικονομικών μας δεσμεύσεων.
Αυτό όμως που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διαλανθάνει της προσοχής μας είναι ότι η τήρηση των δεσμεύσεων μας είναι ένα από τα στοιχεία εκείνα, τα οποία λειτουργώντας αμφιδρόμως, προκαλούν το κλίμα της επενδυτικής σιγουριάς και σταθερότητας, το οποίο με την σειρά του ωθεί προς τα πάνω τους οικονομικούς μας δείκτες.
Ίσως και ένα από τα μοναδικά επιχειρήματα που έχουν απομείνει στην σημερινή Κυβέρνηση να χρησιμοποιεί, αμφιβόλου όμως σοβαρότητας είναι ότι σε κάθε περίπτωση, καθ’ όλη την διάρκεια που παραμένει στην εξουσία, επιτελεί κοινωνικό έργο. Πάραυτα, το συγκεκριμένο κοινωνικό έργο δεν έχει καταφέρει σχεδόν κανένας πολίτης να το γευτεί πραγματικά, καθώς αυτή η Κυβέρνηση με το ένα χέρι δίνει και με το άλλο παίρνει περισσότερα. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι στα πλαίσια της οικονομικής μας ανάπτυξης που μεταξύ άλλων θα λάβει χώρα με την μείωση των φόρων και τη μείωση των δημόσιων δαπανών, δεν θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ορθολογική εδραίωση της κοινωνικής πολιτικής της χώρας μας.
Η επιγενόμενη οικονομική ευμάρεια της χώρας μας θα πρέπει στηριχθεί πάνω στην βάση των αποτελεσματικών ιδιωτικών επενδύσεων. Κατ’ επέκταση, η νέα Κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει όλα εκείνα τα εχέγγυα στην εδραίωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που μέσα από καινούργιους θεσμοθετημένους μηχανισμούς θα ενεργοποιήσει την κοινωνική συνεργασία σε όλους εκείνους τους νευραλγικούς κοινωνικούς τομείς στοχεύοντας καλύτερα στην κατανομή των πόρων μεταξύ των ιδιωτών. Με τον τρόπο αυτόν, η κοινωνική αλληλεγγύη που θα προέρχεται μέσα από την ανάπτυξη της διάδρασης των ιδιωτών μεταξύ τους κάτω από ένα δημοκρατικά ψηφισμένο μηχανισμό που θα επιτρέπει την χωρίς παρέμβαση ισοστάθμιση των ιδιωτικών συμφερόντων θα επιβεβαιώνει και την πραγματική εξέλιξη της κοινωνίας μας.
Είναι η ιδιωτική πρωτοβουλία ο θεσμός εκείνος που θα πρέπει να μοιραστεί επιτέλους με το κράτος τα ηνία της άσκησης της κοινωνικής πολιτικής, υπό τον όρο πάντοτε, όπως σημειώθηκε, της θεσμοθέτησης ενός μηχανισμού που θα σταθμίζει την σύγκρουση των αντίθετων, αλλά ομόρροπα κινούμενων συμφερόντων.
Τέλος, η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη της χώρας μας απαιτεί σίγουρα …επιτέλους… λιγότερη φορολογία, λιγότερη δημόσια σπατάλη και από την άλλη περισσότερη Οικονομία, περισσότερη Ανταγωνιστικότητα και, τέλος, περισσότερη Δημοκρατία.
Νούλα Χρυσοχοΐδου
MsC Οικονομολόγος